Του Γιώργου Παυλόπουλου
Λένε πώς ένας πολιτικός που αισθάνεται ισχυρός και κυρίαρχος μπορεί πολύ πιο εύκολα να δείχνει άνετος στις δημόσιες εμφανίσεις του -αλλά και το αντίθετο: Πως όταν ένας πολιτικός εμφανίζεται άνετος και με χιούμορ, αυτό αποτελεί ένδειξη της ισχύος και της υπεροχής του έναντι των αντιπάλων του.
Αυτό ακριβώς το μήνυμα επιχείρησε να στείλει την Τετάρτη η Τερέζα Μέι, προς φίλους και αντιπάλους, εντός και εκτός συνόρων, στην ομιλία με την οποία έκλεισε το συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος: Ότι, δηλαδή, αισθάνεται τόσο ισχυρή ώστε να έχει την πολυτέλεια να χορεύει οδεύοντας προς το βήμα. Και τόσο σίγουρη για τον εαυτό της και τις θέσεις της που, κατά γενική ομολογία, της δόθηκε η δυνατότητα να κάνει την πιο εντυπωσιακή της εμφάνιση στα δυόμιση περίπου χρόνια που βρίσκεται στη θέση της πρωθυπουργού.
Δυστυχώς για την ίδια όμως, ισχύει και κάτι άλλο: Πως ό,τι λάμπει δεν είναι κατ'' ανάγκη χρυσός. Κι αυτό ακριβώς συμβαίνει στην περίπτωσή της. Διότι αμέσως μόλις κατέβηκε από το βήμα και ολοκληρώθηκαν οι επευφημίες και τα συγχαρητήρια, είναι βέβαιο ότι η Μέι ένιωσε το ίδιο ακριβώς αίσθημα ασφυξίας που είχε πριν ανέβει σε αυτό. Ένα αίσθημα που προκαλείται από την πίεση που ασκούν, από τη μία, οι Ευρωπαίοι εταίροι της όσο και, από την άλλη, οι εσωκομματικοί της αντίπαλοι και οι Εργατικοί.
Στα δύο Βρετανία και Τόρις
Διότι η πραγματικότητα είναι, με απλά λόγια, η εξής: Σε μια από τις πιο σημαντικές και κρίσιμες πολιτικές μάχες που έχει δώσει η Βρετανία μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η πρωθυπουργός και η κυβέρνησή της ηγούνται ενός βαθιά διχασμένου έθνους (όπως έδειξε το δημοψήφισμα του 2016 και επιβεβαιώνουν μέχρι και σήμερα οι δημοσκοπήσεις), καθώς και ενός κόμματος που όχι μόνο δεν διαθέτει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά ένα μεγάλο τμήμα του αμφισβητεί ανοιχτά την εξουσία και τις ικανότητές τους.
Πόσο μακριά μπορούν, λοιπόν, να πάνε; Και ακόμη, πόσο μπορούν οι εταίροι τους να εμπιστευτούν αυτά που λένε και αυτά που υπογράφουν;
Τα ερωτήματα είναι πραγματικά και αμείλικτα, διότι το διακύβευμα είναι, ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, τόσο άμεσο και τόσο σοβαρό. Η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε γίνει ομαλά και με συμφωνία είτε «άτακτα» και σε φόντο σύγκρουσης, ανοίγει μια νέα σελίδα στην ιστορία τόσο της συγκεκριμένης χώρας όσο και της ίδιας της Ευρώπης.
Ορόσημο η 21η Ιανουαρίου
Γι'' αυτούς ακριβώς τους λόγους, όπως και για πολλούς ακόμη, είναι βέβαιο ότι οι πάντες θα το ξανασκεφτούν προτού πάρουν την οριστική τους απόφαση. Κι αυτό είναι κάτι που θα γίνει τις επόμενες εκατό περίπου ημέρες, δηλαδή μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου, οπότε και τα ψέμματα τελειώνουν οριστικά, μιας και όπως προβλέπει η αρχική συμφωνία, ως τις 21 του μήνα θα πρέπει να έχει ξεκαθαρίσει οριστικά εάν θα υπάρχει ή όχι συμφωνία.
Πρόκειται για ένα κυριολεκτικά «καυτό» πολιτικά διάστημα, που θα κρίνει πολλά και σε πολλά επίπεδα. Όσο για την αντίστροφη μέτρηση, έχει ήδη αρχίσει. Το πρώτο κρίσιμο ραντεβού έχει οριστεί ήδη: Θα γίνει την Τετάρτη 17 Οκτωβρίου, στην έκτακτη σύνοδο κορυφής που εξήγγειλε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, με αποκλειστικό θέμα το Brexit.
Καθώς, όμως, οι περισσότεροι θεωρούν πως είναι πρακτικά απίθανο να έχει επιτευχθεί συμβιβασμός μέχρι τότε, ειδικά μετά τη σκληρή γραμμή που υιοθέτησε η Μέι στην ομιλία της, αλλά και τη δεδομένη απόρριψη του αρχικού της σχεδίου από τις Βρυξέλλες, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα υπάρξει συνέχεια. Κι αυτή θα δοθεί είτε σε μια έκτακτη σύνοδο εντός Νοεμβρίου (εάν υπάρχει προσέγγιση ως τότε) είτε στο πλαίσιο της τελευταίας τακτικής συνόδου του έτους, λίγο πριν τα Χριστούγεννα.
Στην περίπτωση που και εκεί υπάρξει αδιέξοδο, τότε τα περιθώρια θα είναι ασφυκτικά. Τότε είναι που η Μέι θα κληθεί να πάρει τις οριστικές της αποφάσεις και να τις φέρει στη Βουλή -όπου όλα είναι πιθανά. Αν και, για να είμαστε ειλικρινείς, το πιθανότερο είναι να ηττηθεί και έτσι, να αναγκαστεί να παραιτηθεί και να πάει σε νέες εκλογές.
Φαίνεται δε ότι αυτό ακριβώς το σενάριο είχε στο μυαλό της η Μέι όταν μιλούσε από το βήμα του συνεδρίου των Τόρις. Διότι όλοι διαπίστωσαν ότι ενώ ήταν σχετικά ήπια απέναντι στους εσωκομματικούς της αντιπάλους και ειδικά τον Μπόρις Τζόνσον, που την αμφισβήτησε ανοιχτά, τόσο σκληρή και επιθετική υπήρξε απέναντι στους Εργατικούς και τον ηγέτη τους, Τζέρεμι Κόρμπιν. Καθώς δε ταυτόχρονα παρουσίασε σειρά εξαγγελιών και παροχών για τον λαό, δεν θα συνιστούσε υπερβολή το συμπέρασμα ότι ήδη έχει προσανατολιστεί όχι χτη μάχη του Brexit, αλλά των εκλογών που θα κρίνουν ποια κυβέρνηση θα χειριστεί το Brexit -και εάν θα υπάρξει Brexit!