Του Γιώργου Παυλόπουλου
Στα σύγχρονα κράτη, όπως άλλωστε και στις παλαιότερες μορφές οργάνωσης των ανθρώπινων κοινωνιών, δεν υπάρχει ενέργεια ή εξέλιξη που να άπτεται της εξωτερικής πολιτικής η οποία δεν έχει σχέση με την εσωτερική ή δεν συνοδεύεται από συνέπειες που την αγγίζουν άμεσα. Συχνά, μάλιστα, οι αποφάσεις των κυβερνώντων για το τι θα κάνουν εκτός συνόρων έχουν τη ρίζα τους και την εξήγησή τους σε υπολογισμούς που έχουν να κάνουν με την ίδια τους τη χώρα και σε συμφέροντα που επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν εντός της.
Μπορούμε, άραγε, να ισχυριστούμε ότι κάτι ανάλογο συνέβη και στην περίπτωση της εμπλοκής της Τουρκίας στη Συρία, η οποία κλιμακώθηκε με την πρόσφατη στρατιωτική εισβολή; Όσο κι αν ισχύουν οι αναλύσεις περί της προσπάθειας του «σουλτάνου» και του τουρκικού κατεστημένου να «πνίξουν» κάθε αυτόνομο κουρδικό μόρφωμα, το οποίο θα μπορούσε μελλοντικά να αποτελέσει τον πυρήνα ενός ανεξάρτητου κράτους, η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι σίγουρα καταφατική.
Μία αυτονόητη πλευρά παραπέμπει στην τουρκική οικονομία, η οποία κυριολεκτικά κρέμεται από μία κλωστή και προκαλεί ήδη έντονες κοινωνικές αναταράξεις και μάλιστα σε στρώματα τα οποία χρωστούν πολλά στην 16ετία της εξουσίας του Ερντογάν και του ισλαμοσυντηρητικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Η μέθοδος, άλλωστε, είναι κλασική και δοκιμασμένη: Όταν η κρίση φαίνεται να πλησιάζει απειλητικά, η διέξοδος του (κακώς εννοούμενου) πατριωτισμού, της εθνικιστικής υστερίας και της επίθεσης κατά των εχθρών που επιβουλεύονται τη χώρα αποτελεί αναμφίβολα μια κάποια λύση...
Οικονομία και πολιτική
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό, καθώς υπάρχει και το – άμεσα συνδεόμενο με την οικονομία – πολιτικό παιχνίδι. Ένα παιχνίδι του οποίου τον έλεγχο έδειχνε να χάνει ο «σουλτάνος», όπως απέδειξε και η πρόσφατη ταπεινωτική και διπλή ήττα του στις εκλογές για τον δήμο της Κωνσταντινούπολης, απέναντι στις ενωμένες δυνάμεις της αντιπολίτευσης που παραμέρισαν τις (σοβαρές) διαφορές τους και υποστήριξαν τον Εκρέμ Ιμάμογλου.
Όλα αυτά, όμως, μοιάζουν πλέον να αλλάζουν. Κυρίως, επειδή το κουρδικό Κόμμα της Δημοκρατίας των Λαών (HDP) είδε τους συμμάχους του στις εκλογές – δηλαδή το κεμαλικό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα και το Καλό Κόμμα – να το προδίδουν και μάλιστα «στεγνά». Κι αυτό διότι στήριξαν (έστω και υπό όρους) την τουρκική εισβολή στη βόρεια Συρία, η οποία είχε ως συνέπεια όχι απλώς να βρουν τον θάνατο και να οδηγηθούν στον εξορία χιλιάδες Κούρδοι της περιοχής, αλλά κυρίως για ένα άλλο λόγο.
Οι δομές που είχαν οικοδομήσει οι Κούρδοι και οι οργανώσεις τους (κυρίως το PYD/YPG) στη Ροζάβα έχουν μισοδιαλυθεί, κάτω από τη «μπότα» του Ερντογάν και των ισχυρών συμμάχων του, Αμερικανών και Ρώσων. Και σαν να μην έφτανε αυτό έχει εξαπολυθεί πογκρόμ κατά των εκλεγμένων Κούρδων δημάρχων στη νοτιοανατολική Τουρκία, με δεκάδες να έχουν ήδη καθαιρεθεί ή ακόμη και φυλακιστεί.
Αλλάζουν τα στρατόπεδα
Σε αυτό το φόντο, όπως σημειώνουν Τούρκοι αναλυτές και διεθνή ΜΜΕ, δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις θα δούμε να αντιπαρατίθενται τα ίδια στρατόπεδα με εκείνα που εμφανίστηκαν στις δημοτικές εκλογές. Αφενός, επειδή η ηγεσία του HDP θα είναι πολύ δύσκολο να πείσει τον κουρδικό πληθυσμό να ανανεώσει τη συμμαχία η οποία εξέλεξε τον Εκρέμογλου (ο οποίος επίσης τάχθηκε υπέρ της εισβολής στη Συρία...). Και αφετέρου, διότι η Μεράλ Ακσενέρ – η οποία αποχώρησε από τους Γκρίζους Λύκους για να φτιάξει το Καλό Κόμμα – φέρεται να φλερτάρει με τον Ερντογάν και το ΑΚΡ.
Ε, αν σε όλα αυτά προσθέσετε και την αναμενόμενη εμφάνιση του νέου κόμματος των Γκιουλ-Μπαμπατσάν, τότε είναι φανερό ότι το πολιτικό σκηνικό αλλάζει.
AP Photo/Emrah Gurel