Επιστολή Σολτς σε Φον ντε Λάιεν: Έκκληση για στήριξη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας

Επιστολή Σολτς σε Φον ντε Λάιεν: Έκκληση για στήριξη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας

Σε επιστολή προς την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς καλεί την Κομισιόν να προσφέρει περισσότερες επιδοτήσεις για τις επιχειρήσεις και να μειώσει τη γραφειοκρατία που, όπως λέει, εμποδίζει τις βιομηχανίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με δημοσίευμα του Politico.

Στην επιστολή του, η οποία περιήλθε στην κατοχή του Politico, ο Γερμανός καγκελάριος απευθύνει έκκληση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλώντας την να μειώσει τους κανονισμούς - περιορισμούς και να στηρίξει τη βιομηχανία με επιδοτήσεις. 

«Ο ολοένα και πιο απελπισμένος Όλαφ Σολτς απηύθυνε έκκληση προς τις Βρυξέλλες να στηρίξουν την ευρωπαϊκή βιομηχανία, για να αποσπάσει την επίπληξη των πολιτικών αντιπάλων του ότι κλέβει από την πολιτική τους ατζέντα προτάσεις σε μια προσπάθεια να αποφύγει την ήττα στις γενικές εκλογές τον επόμενο μήνα», σημειώνει το Politico και προσθέτει:

Απηχώντας μακροχρόνια αιτήματα της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς, ο Σολτς, σοσιαλδημοκράτης, επιθυμεί την καθυστέρηση των κανόνων δημοσιοποίησης των κλιματικών στοιχείων που επηρεάζουν τις επιχειρήσεις, την άρση των προστίμων για τους κατασκευαστές αυτοκινήτων που δεν επιτυγχάνουν τους νέους στόχους για τις εκπομπές ρύπων και τις επιδοτούμενες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.

Τα αιτήματα του Σολτς δεν είναι νέα και επαναλαμβάνουν αιτήματα που είχε θέσει η κεντροαριστερή κυβέρνησή του πέρυσι. Αλλά με το να τα διατυπώσει σε μια επίσημη επιστολή προς τη φον ντερ Λάιεν, μια συμπολίτισσά του, ο Σολτς καταβάλλει μια ύστατη προσπάθεια να αναβαθμίσει τη φήμη του ως φιλοεπιχειρηματικού ηγέτη με ένα σχέδιο για τη διάσωση της προβληματικής γερμανικής οικονομίας και της κρίσιμης αυτοκινητοβιομηχανίας.

Οι επικριτές του δεν πείθονται

Ο Σολτς «φαίνεται να διολισθαίνει σε σχιζοφρένεια προς το τέλος της θητείας του», δήλωσε η ευρωβουλευτής της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) της Γερμανίας,  Χίλντεγκαρντ Μπέντελε, η οποία ανήκει στην κεντροδεξιά ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ).

Οι προτάσεις του είναι «σχεδόν 100% πολιτική του ΕΛΚ», υποστηρίζει η Μπέντελε, προσθέτοντας ότι «αναρωτιέται πού βρισκόταν πέρυσι» όταν η φον ντερ Λάιεν παρουσίαζε τα σχέδιά της για τη δεύτερη θητεία της ως επικεφαλής της Επιτροπής.

Με λιγότερους από δύο μήνες να απομένουν μέχρι τις πρόωρες εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου, τις οποίες αναμένεται να χάσει, ο Σολτς δεν έχει πλέον πολύ χρόνο. Οι δημοσκοπήσεις τοποθετούν το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του (SPD) στην τρίτη θέση με 17%, πολύ κάτω από το CDU (30%) και ακριβώς πίσω από το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία AfD.

Οι γερμανικές επιχειρήσεις έχουν επικρίνει την κυβέρνηση Σολτς για μη φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις, μη ανταγωνιστικό ενεργειακό κόστος και υπερβολική γραφειοκρατία σε μια εποχή στασιμότητας στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.

Η Bundesbank μείωσε την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη το 2025 σε μόλις 0,2%, με τις απειλές του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει δασμούς σε όλες τις εισαγωγές. 

Η βασισμένη στις εξαγωγές οικονομία της Γερμανίας θα υποφέρει αν βρεθεί ανάμεσα στους δασμούς του Τραμπ και τις κινεζικές βιομηχανικές επιδοτήσεις καθώς οι εταιρείες της χώρας έχουν υψηλές εξαγωγές τόσο προς τις ΗΠΑ όσο και προς την Κίνα. 

Ο Σολτς υποστηρίζει ότι οι πολιτικές της ΕΕ θα πρέπει να επιτρέπουν αυτές τις εξαγωγές και όχι να εξοργίζουν τους εμπορικούς εταίρους. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ένας σχεδιαζόμενος συνοριακός φόρος άνθρακα της ΕΕ, ένας μηχανισμός προσαρμογής (Carbon Border Adjustment Mechanism - CBAM). 

Σύμφωνα με τον Σολτς, ο φόρος άνθρακα πρέπει να επανεξεταστεί για να ενισχύσει την ελκυστικότητα των ενεργοβόρων προϊόντων, όπως ο χάλυβας, που παράγονται στην Ευρώπη. Ως έχει, ο CBAM θα επιβάλλει δασμούς μόνο στα εισερχόμενα προϊόντα, προστατεύοντας τις ευρωπαϊκές εταιρείες από φθηνότερα προϊόντα που δεν πληρούν τα ίδια πρότυπα.

Οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, εν τω μεταξύ, είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες στην κινεζική αγορά - γεγονός που καθιστά το Βερολίνο σθεναρό αντίπαλο των δασμών της Επιτροπής για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα που κατασκευάζονται στην Κίνα, μετά από έρευνα κατά των επιδοτήσεων που προωθήθηκε από το Παρίσι. Ο Σολτς κατήγγειλε και πάλι τους δασμούς στην επιστολή του, ζητώντας λύση με διαπραγμάτευση.

Γαλλογερμανική συμμαχία

Ενώ η Γαλλία και η Γερμανία βρίσκονται σε αντιπαράθεση σχετικά με τους δασμούς για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα Made in China, ο Σολτς τόνισε την πιθανή συνεργασία των δύο χωρών για να πιέσουν για τον τερματισμό των προστίμων που αντιμετωπίζουν φέτος οι αυτοκινητοβιομηχανίες σε περίπτωση που δεν επιτύχουν τους νέους στόχους για τις εκπομπές ρύπων.

Ένας συνασπισμός χωρών της ΕΕ τάσσεται υπέρ της απαλλαγής, συμπεριλαμβανομένης μιας πρότασης της Ιταλίας και της Τσεχικής Δημοκρατίας που ζητά να επανεξεταστεί νωρίτερα η συνολική νομοθεσία του 2035 που απαιτεί πωλήσεις οχημάτων με μηδενικές εκπομπές ρύπων.

Η Γαλλία και η Γερμανία απέφυγαν να συνυπογράψουν την απόφαση της ΕΕ λόγω διαφωνιών σχετικά με τη χρήση βιοκαυσίμων, αλλά συνεργάζονται με την Ιταλία ενόψει της συνεδρίασης του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της ΕΕ.

«Δεν συμφωνήσαμε σε όλα, αλλά συμφωνήσαμε ότι έχουμε πρόβλημα», δήλωσε Γάλλος κυβερνητικός αξιωματούχος με γνώση των συζητήσεων, ο οποίος μίλησε ανώνυμα. «Βασικά συγκλίναμε στο γεγονός ότι θα ενεργήσουμε από κοινού στο συμβούλιο ανταγωνιστικότητας για να θέσουμε το θέμα των προστίμων».

Μια τέτοια κίνηση θα ήταν ευπρόσδεκτη είδηση για μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες όπως τη Volkswagen και τη Renault που έχουν εκφράσει παράπονο για τα πρόστιμα. 

«Η Γερμανία βρίσκεται στην κορυφή όσον αφορά τα φορολογικά και γραφειοκρατικά βάρη. Δεν αρκεί να μιλάμε απλώς για μείωση της γραφειοκρατίας», σχολίασε το γερμανικό λόμπι αυτοκινήτων VDA. «Και όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά και στις Βρυξέλλες - εκεί δημιουργείται τώρα το μεγαλύτερο μέρος του νέου γραφειοκρατικού κόστους».

Επανάληψη παλαιών παραπόνων

Ένα άλλο μεγάλο αίτημα του Σολτς είναι η διετής καθυστέρηση των επερχόμενων κανόνων της ΕΕ για τη δημοσιοποίηση της εταιρικής βιωσιμότητας, τους οποίους υποστηρίζει και η κλονισμένη γαλλική κυβέρνηση. Ή τουλάχιστον, παλιά υποστήριζε. 

Οι κανόνες απαιτούν από τις επιχειρήσεις να αναφέρουν τους κλιματικούς κινδύνους στους οποίους εκτίθενται οι δραστηριότητές τους, καθώς και τις δικές τους επιπτώσεις στο περιβάλλον. Μέχρι στιγμής, μόνο οι μεγαλύτερες εταιρείες αναμένεται να αναφέρουν αυτές τις πληροφορίες.

Οι υπουργοί του συνασπισμού του Σολτς είχαν ήδη ζητήσει καθυστέρηση με δική τους επιστολή προς την Επιτροπή τον Δεκέμβριο. Αυτό συνέβη αφού ο πρώην υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ είχε δηλώσει ότι το Βερολίνο θα έπρεπε να επιδιώξει την πλήρη κατάργηση του νόμου και ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας Μισέλ Μπαρνιέ πρότεινε μορατόριουμ στην υλοποίηση του κειμένου.     

Οι πολιτικοί αντίπαλοι του Σολτς έσπευσαν να επισημάνουν τις ομοιότητες, με την Γιούλια Κλόκνερ, εκπρόσωπο οικονομικής πολιτικής του CDU, να αποκαλεί την επιστολή του Σολτς «έναν ανήμπορο προεκλογικό ελιγμό» που «στερείται αξιοπιστίας».