Δριμεία κριτική στον Ερντογάν για τους χειρισμούς του στην οικονομία ασκούν μεγάλες γερμανόφωνες εφημερίδες, μετά και την παραίτηση του υπουργού Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαϊράκ, αναφερόμενες στην κατάστασή της, αλλά και κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στον καταποντισμό της λίρας, σύμφωνα με την ημερήσια αποδελτίωση του γερμανόφωνου Τύπου από την Deutsche Welle.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η Frankfurter Allgemeine Zeitung του Σαββατοκύριακου, «[...] Ο υπουργός Οικονομικών Αλμπαϊράκ συνέβαλε στην διολίσθηση της λίρας καθώς είχε απορρίψει την αύξηση των επιτοκίων που αξίωναν οι αγορές για τη σταθεροποίηση του νομίσματος με το επιχείρημα ότι αυτή θα ζημίωνε την οικονομία. Ο ίδιος απέδιδε την αύξηση της ισοτιμίας έναντι του δολαρίου στις ανασφάλειες που πυροδότησαν οι αμερικανικές εκλογές και η πανδημία. Εντούτοις τα νομίσματα άλλων αναδυόμενων οικονομιών ανατιμήθηκαν τελευταία έναντι του δολαρίου και τα πήγαν καλύτερα από τη λίρα. Γι΄ αυτό και οι αναλυτές απορρίπτουν το επιχείρημα ότι η πτώση της ισοτιμίας οφείλεται στην πανδημία. Οι ίδιοι παραπέμπουν στην αδυναμία της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας και σε αστάθμητους πολιτικούς παράγοντες, όπως τις διαμάχες με την ΕΕ, που είναι η σημαντικότερη αγορά τουρκικών προϊόντων».
Σε δημοσίευμα με τίτλο «Ο Ερντογάν καταστρέφει την οικονομία της Τουρκίας», η ελβετική Neue Zürcher Zeitung σημειώνει: « «[...] Ο Ερντογάν δεν δέχεται αντίλογο. Και στον περίγυρό του κανείς δεν έχει το θάρρος να του μάθει τις βασικές αρχές νομισματικής πολιτικής. Αντ΄ αυτού η σημασία της νομισματικής κρίσης υποβαθμίζεται ως δευτερεύον ζήτημα που αφορά, υποτίθεται, μόνο τους αγοραστές πολυτελών Ι.Χ. ή όσους κάνουν μακρινά ταξίδια. Όσο διαρκεί αυτή η άρνηση της πραγματικότητας η λίρα θα συνεχίσει να χάνει αξία. Μπορεί ο Ερντογάν να έχει συνηθίσει να κυβερνά τη χώρα αποφασίζοντας και διατάζοντας. Ωστόσο η εμπιστοσύνη στη νομισματική πολιτική δεν επιβάλλεται, αλλά κερδίζεται και αυτό μέσα από μέτρα που ουδεμία σχέση έχουν με τις περίεργες θέσεις του προέδρου».