Η Κομισιόν προειδοποίησε τη γερμανική κυβέρνηση την περασμένη άνοιξη να μην εγκρίνει μια επένδυση της κινεζικής Cosco στο λιμάνι του Αμβούργου, λέγοντας ότι ευαίσθητες πληροφορίες για την επιχείρηση θα μπορούσαν να φτάσουν στα χέρια της Κίνας, αποκάλυψε σήμερα η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, επικαλούμενη πηγές.
Ο κυβερνητικός συνασπισμός της Γερμανίας διχάζεται για το αν θα αφήσει την κινεζική Cosco να πάρει μερίδιο σε τερματικό σταθμό του λιμανιού του Αμβούργου, λένε κυβερνητικές πηγές, παρόλο που το Πεκίνο προτρέπει το Βερολίνο να μην πολιτικοποιήσει την προσφορά και η λιμενική αρχή προειδοποιεί ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να βλάψει την οικονομία.
Ωστόσ, παρά τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, αλλά και των υπουργών του και τις προειδοποιήσεις των Βρυξελλών, ο καγκελάριος Σολτς φέρεται να εγκρίνει την είσοδο της κινεζικής COSCO στο λιμάνι του Αμβούργου, σύμφωνα με τη Detsche Welle.
Η COSCO, που ήδη διαθέτει μερίδια στο Ρότερνταμ και στην Αμβέρσα, θεωρείται σήμερα ο δεύτερος μεγαλύτερος όμιλος εμπορευματοκιβωτίων στον κόσμο, μετά τη δανική Maersk.Για το Αμβούργο η Κίνα είναι ήδη ο «καλύτερος πελάτης», καθώς, μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2022 έχει αποστείλει 1,3 εκατομμύρια εμπορευματοκιβώτια στο «μεγάλο λιμάνι» .
Η επικείμενη συνεργασία της COSCO με τη διαχειρίστρια εταιρεία του λιμανιού HHLA έγινε γνωστή τον Σεπτέμβριο του 2021. Η κινεζική πλευρά καταβάλλει 65 εκ. ευρώ για να αποκτήσει μερίδιο 35% στο Tolleport, τον μικρότερο από τους τέσσερις τερματικούς σταθμούς εμπορευματοκιβωτίων στο μεγάλο λιμάνι της βόρειας Γερμανίας, με τέσσερις θέσεις ελλιμενισμού και 14 γερανογέφυρες. Παράλληλα η COSCO δεσμεύεται να αναδείξει το Αμβούργο σε νευραλγικό κόμβο για τη διακίνηση κινεζικών εμπορευμάτων στην Ευρώπη.
Πράσινο φως Σολτς δια της σιωπής
Την εξέλιξη αυτή χαιρετίζουν ο σοσιαλδημοκράτης δήμαρχος του Αμβούργου Πέτερ Τσέντσερ, καθώς και το εμπορικό επιμελητήριο της πόλης. Εκκρεμεί ωστόσο μέχρι σήμερα η πολιτική έγκριση της συμφωνίας, την οποία προβλέπει η γερμανική νομοθεσία, καθώς το λιμάνι ανήκει στις «κρίσιμες υποδομές» της χώρας.
Η έγκριση δεν είναι αυτονόητη. Σύμφωνα με τους δημόσιους τηλεοπτικούς σταθμούς WDR και NDR, όχι μόνο ο «Πράσινος» υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ, αλλά και τα έξι συναρμόδια υπουργεία που εμπλέκονται στις διαδικασίες έγκρισης απορρίπτουν την επένδυση της COSCO. Άλλωστε κανείς δεν έχει ξεχάσει την οδυνηρή εμπειρία της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία.
Ωστόσο, αναφέρει το ρεπορτάζ, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, ο οποίος σημειωτέον κατάγεται από το Αμβούργο και έχει διατελέσει δήμαρχος του «μεγάλου λιμανιού», αντιπαρέρχεται τις αντιρρήσεις και εγκρίνει την είσοδο των Κινέζων. Για την ακρίβεια, δεν προτίθεται να κινηθεί για να την αποτρέψει. Όπως εξηγεί στη δημόσια τηλεόραση ο δικηγόρος Κάι Νόιχαους, ειδικός στο εμπορικό δίκαιο και το δίκαιο περί ανταγωνισμού, «εάν μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου δεν έχει υποβληθεί ένσταση, τότε η έγκριση θεωρείται δεδομένη». Με άλλα λόγια, στη συγκεκριμένη περίπτωση η σιωπή θεωρείται αποδοχή.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο συμβιβασμός που συζητείται θα έχει ως αποτέλεσμα το Βερολίνο να εγκρίνει την πώληση του 24,9% του τερματικού σταθμού στην Cosco. Πηγές δήλωσαν ότι τα γερμανικά υπουργεία Οικονομίας και Εξωτερικών συνεχίζουν να επιθυμούν να μπλοκάρουν εντελώς τη συμφωνία αλλά είναι απίθανο να το πετύχουν καθώς ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς δεν έχει θέσει το θέμα στην ατζέντα του υπουργικού συμβουλίου.
Οι ίδιες πηγές δήλωσαν ότι οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν ακόμα οριστικοποιηθεί. «Τα εμπλεκόμενα υπουργεία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης θεωρούν το όριο του 24,9% ως ‘λύση έκτακτης ανάγκης’ για να αποφευχθούν τα χειρότερα», δήλωσε πηγή του υπουργείου Οικονομίας, προσθέτοντας ότι ένα μικρότερο ποσοστό θα έδινε στην Cosco μικρότερο δικαίωμα γνώμης στη διαχείριση του τερματικού σταθμού.
«Φυσικά αυτό δεν επιλύει το ίδιο το θέμα των κινδύνων, άρα τα υπουργεία συνεχίζουν να πιστεύουν ότι μια πλήρης απαγόρευση είναι η σωστή κίνηση», δήλωσε η πηγή.
Με πληροφορίες από Reuters και DW