Ο Μπένζαμιν Νετανιάχου τα κατάφερε. Παρά τις κατηγορίες για διαφθορά και τη συνεχιζόμενη δικαστική περιπέτειά του, επιστρέφει στην εξουσία μετά από περίπου ένα χρόνο παραμονής στην αντιπολίτευση. Για τους Ισραηλινούς πολίτες το ζήτημα της ασφάλειας είναι πρωτεύον.
Η πλειοψηφία θεωρεί ότι ο Νετανιάχου μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα το ζήτημα των τρομοκρατικών επιθέσεων, που τους τελευταίους μήνες αυξήθηκαν, αλλά και τα οικονομικά προβλήματα τα οποία πυκνώνουν. Η πολιτική επιβίωση της νέας ισραηλινής κυβέρνησης θα εξαρτηθεί από τη συνεργασία μεταξύ του κόμματος Λικούντ και άλλων μικρότερων δεξιών παρατάξεων, αλλά αυτή τη στιγμή η επιστροφή Νετανιάχου είναι το μείζον θέμα.
Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, ιδίως στην Ανατολική Μεσόγειο, ο Νετανιάχου καλείται να διαχειριστεί τις σχέσεις του Ισραήλ με την Τουρκία, οι οποίες πλέον βρίσκονται σε καλύτερο σημείο από αυτό που ήταν, όταν κυβερνούσε. Οι δύο χώρες έχουν πλέον αποκαταστήσει διπλωματικές σχέσεις και αναζητούν κοινά βήματα για να αποκαταστήσουν την απαιτούμενη εμπιστοσύνη. Εδώ ακριβώς αναμένεται να διαφοροποιηθεί ο Νετανιάχου από τους προκατόχους του το προηγούμενο έτος, τον Νάφταλι Μπένετ και τον Γιάιρ Λάπιντ. Ο πρώτος, δηλαδή, είναι πολύ πιο επιφυλακτικός, ίσως καχύποπτος, έναντι της Άγκυρας. Αυτό δεν σημαίνει πως θα παγώσει τη διαδικασία ομαλοποίησης των σχέσεων, που άλλωστε ξεκίνησε επί των ημερών του. Σημαίνει, όμως, πως οι συνθήκες για την πρακτική ομαλοποίηση αυτή θα γίνουν πιο περίπλοκες για την τουρκική κυβέρνηση.
Μεγάλο ενδιαφέρον θα έχει, επίσης, η μελλοντική στάση Νετανιάχου σχετικά με τη συμφωνία οριοθέτησης θαλασσιών ζωνών Ισραήλ-Λιβάνου. O ίδιος έχει αναφέρει ότι θα την «εξουδετερώσει». Έτσι κι αλλιώς οι δύο χώρες βρίσκονται σε καθεστώς πολέμου, οπότε η εφαρμογή της συμφωνίας από μόνη της δεν είναι απλή υπόθεση. Άλλο, όμως, αυτό και άλλο να μην προχωρήσει εξαρχής λόγω του αποτελέσματος των εκλογών στο Ισραήλ. Αν, πράγματι, αυτό συμβεί, τότε θα μπει φρένο στην προσπάθεια διευθετήσεων που επιδιώκουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στην Ανατολική Μεσόγειο. Συνεπώς, η πίεση προς την Ελλάδα να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με την Τουρκία θα αποκτήσει ενδεχομένως διαφορετική χροιά.
Πολλά, ωστόσο, θα εξαρτηθούν από το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων εκλογών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Νετανιάχου συνεργάζεται παραδοσιακά πολύ καλύτερα με τους Ρεπουμπλικάνους, αλλά διατηρεί σχετικά καλή σχέση με τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν – όχι, όμως, με ορισμένα μέλη της κυβέρνησής του. Προτεραιότητα για τον νέο Ισραηλινό πρωθυπουργό θα είναι να απομακρύνει κάθε προοπτική επαναφοράς της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχουν οι ρωσοϊσραηλινές σχέσεις, που είχαν παλαιότερα βασιστεί, μεταξύ άλλων, στην προσωπική του χημεία του Νετανιάχου με τον πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η Ελλάδα καλείται να παρακολουθήσει τις εξελίξεις πολύ προσεκτικά από τη στιγμή που θα σχηματιστεί η καινούρια ισραηλινή κυβέρνηση. Έντονες διαφωνίες στις σχέσεις Ισραήλ-Ηνωμένων Πολιτειών δεν αποκλείονται, ιδίως για το θέμα του Ιράν. Μέσα από τις διαφωνίες αυτές, η χάραξη μιας περισσότερο αυτόνομης πολιτικής από το Ισραήλ στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή μπορεί να έχει κινδύνους, όπως η ανάφλεξη στο Παλαιστινιακό, αλλά και ευκαιρίες, όπως η ουσιαστική επανενεργοποίηση του τριμερούς σχήματος συνεργασίας με την Ελλάδα και την Κύπρο, το οποίο είχε πρακτικά παγώσει επί πρωθυπουργίας Μπένετ-Λάπιντ.
* Λέκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Νίκαιας (CIFE), Senior Fellow στο ΕΛΙΑΜΕΠ και το Κέντρο Στρατηγικών Σπουδών Μπέγκιν-Σαντάτ (Ισραήλ)