Η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ ανακοίνωσε σήμερα ότι πλέον θα είναι παράνομο να ενθαρρύνει κανείς τους πολίτες να μποϊκοτάρουν τις εκλογές ή να ρίχνουν λευκή ψήφο, μια απόφαση που ευθυγραμμίζεται με την επιθυμία του Πεκίνου να διασφαλίσει ότι μόνο οι «πατριώτες» διοικούν το χρηματοπιστωτικό κέντρο.
Τον Μάρτιο, το Πεκίνο προχώρησε σε ριζική μεταρρύθμιση του εκλογικού συστήματος του Χονγκ Κονγκ, που εντάσσεται στο πλαίσιο της ανάληψης του ελέγχου στην πρώην βρετανική αποικία ύστερα από το μαζικό κίνημα διαμαρτυρίας το 2019.
Μια από τις πιο ριζικές αλλαγές είναι η δημιουργία μια επιτροπής που επιφορτίστηκε με την αξιολόγηση του κατά πόσο οι υποψήφιοι βουλευτές στην πρώην βρετανική αποικία είναι «πατριώτες». Η μεταρρύθμιση αυτή υιοθετήθηκε ομόφωνα από τη Διαρκή Επιτροπή του κινεζικού Κοινοβουλίου.
Το Νομοθετικό Συμβούλιο (LegCo), το Κοινοβούλιο του Χονγκ Κονγκ, στο οποίο δεν συμμετέχει ούτε ένας εκλεγμένος φιλοδημοκρατικός αξιωματούχος μετά τη μαζική τους παραίτηση τον Νοέμβριο, θα πρέπει τώρα να υιοθετήσει τους νέους νόμους για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του Πεκίνου.
Σήμερα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι πάνω από 600 σελίδες που σχετίζονται με τη νομοθεσία αυτή θα εξεταστούν αύριο σε πρώτη ανάγνωση πριν ξεκινήσει μια γρήγορη διαδικασία υιοθέτησης της νομοθεσίας από το Κοινοβούλιο.
Μεταξύ των νέων ρυθμίσεων περιλαμβάνεται το ότι απαγορεύεται να ενθαρρύνει κάποιος τους πολίτες να προχωρoύν σε ψήφο αμφισβήτησης.
«Θα ρυθμίσουμε τις ενέργειες που στόχο έχουν να χειραγωγήσουν και να υπονομεύσουν τις εκλογές(...) και θα απαγορεύσουμε στον οποιονδήποτε να ενθαρρύνει ανοικτά τους πολίτες να μην ψηφίσουν ή να ρίξουν λευκή ή άκυρη ψήφο», δήλωσε σήμερα σε συνέντευξη Τύπου η Κάρι Λαμ, η επικεφαλής της κυβέρνησης της μητρόπολης.
Ο νόμος δεν θα απαγορεύσει ωστόσο σε κάθε ψηφοφόρο να μποϊκοτάρει μεμονωμένα τις εκλογές ή να ψηφίσει άκυρο, αλλά θα απαγορεύεται να διενεργεί κανείς εκστρατεία «κατά την προεκλογική περίοδο» για να ενθαρρύνει άλλους να το κάνουν.
Αυτές οι ενέργειες θα τιμωρούνται με ποινή μέγιστης φυλάκισης τριών ετών, δήλωσε η υπουργός Δικαιοσύνης Τερέζα Τσενγκ. Η ίδια διευκρίνισε ότι ενέργειες, όπως το να τοποθετεί κανείς μια σημαία στο παράθυρο, επίσης θα θεωρηθούν αδίκημα.
Εδώ και ένα χρόνο, η κεντρική κινεζική ηγεσία προχωρά σε μέτρα καταστολής στην ημιαυτόνομη μητρόπολη. Πέρυσι, επέβαλε έναν πολύ αυστηρό νόμο για την εθνική ασφάλεια, που οδήγησε στη σύλληψη βασικών ηγετών του φιλοδημοκρατικού κινήματος, και στη συνέχεια στην αναβολή κατά ένα έτος --επισήμως λόγω της πανδημίας του κορονοϊού-- των βουλευτικών εκλογών κατά τις οποίες η αντιπολίτευση ήλπιζε να ενισχύσει τις δυνάμεις της.