Η δήλωση του Νίκου Ανδρουλάκη περί μετεκλογικών συνεργασιών του ΠΑΣΟΚ, που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου στη Χαριλάου Τρικούπη και ένα νέο πεδίο αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση, αποτελεί μία ακόμη απόδειξη ότι το πολιτικό σκηνικό της χώρας, αυτή την ώρα, βρίσκεται σε πλήρη κινητικότητα, αλλά και ότι ο πολιτικός χρόνος έως τις επόμενες εθνικές εκλογές είναι εξαιρετικά πυκνός.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επέλεξε να απαντήσει κατηγορηματικά στην ερώτηση, αν πρόκειται να συγκυβερνήσει με τη Νέα Δημοκρατία, διατυπώνοντας μια ηχηρή άρνηση, χωρίς κανέναν αστερίσκο. Επέλεξε να το κάνει χωρίς να βρισκόμαστε κοντά στις εκλογές, ούτε να έχει τεθεί ζήτημα μετεκλογικών συνεργασιών, γεγονός, που κατά πολλούς συνιστά λάθος. Κυρίως, όταν στο πρόσφατο παρελθόν τα δύο κόμματα, κάτω υπό κρίσιμες συνθήκες, είχαν βρεθεί μαζί στη διακυβέρνηση της χώρας.
Η δήλωση του Νίκου Ανδρουλάκη προκάλεσε τα αντανακλαστικά της κυβέρνησης, η οποία έσπευσε να δώσει συνέχεια στη σκέψη του, ερμηνεύοντας τα περί προοδευτικών δυνάμεων ως παραδοχή ότι το ΠΑΣΟΚ είναι έτοιμο να συγκυβερνήσει με όλα τα κόμματα στα αριστερά του, από τον ΣΥΡΙΖΑ έως τη Νέα Αριστερά, τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και τον Γιάννη Βαρουφάκη. Το πραγματικό «αυτογκόλ» ήρθε μόλις λίγα 24ωρα αργότερα, όταν ο Παύλος Γερουλάνος δήλωνε καταφατικά ότι το κόμμα του είναι ανοιχτό σε όλους, προφανώς υπό την προϋπόθεση της συμφωνίας σε συγκεκριμένες θέσεις. Η δήλωση αυτή δεν αποτέλεσε μόνο επιβεβαίωση της ερμηνείας της κυβέρνησης, η οποία πλέον μίλησε ανοιχτά για σύμπραξη της Χαριλάου Τρικούπη με πολιτικές δυνάμεις των «δραχμιστών», αλλά και αιτία να αρχίσουν να αναδεικνύονται εσωκομματικές διαφωνίες στους κόλπους της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πιο ενδεικτική, η θέση του Νίκου Παπανδρέου ότι μια συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγούσε το ΠΑΣΟΚ στο 5%.
Σχεδόν δέκα ημέρες μετά την έναρξη του σήριαλ περί μετεκλογικών συνεργασιών, ο Νίκος Ανδρουλάκης μιλώντας στην κοινοβουλευτική του ομάδα, κάλεσε τους βουλευτές και τα στελέχη του να μην εμπλέκονται πλέον σε συζητήσεις, που θολώνουν το μήνυμα του ΠΑΣΟΚ. Κοινώς, η συζήτηση να κλείνει πριν δοθεί η ευκαιρία για νέα «αυτογκόλ», όπως κυβερνητικά στελέχη το χαρακτήρισαν.
Τη στιγμή, που το ΠΑΣΟΚ έχει καταγράψει τους τελευταίους μήνες μια δυναμική, που στις δημοσκοπήσεις το φέρνει αδιαμφισβήτητα πλέον στη δεύτερη θέση και ο διακηρυγμένος στόχος είναι η πρώτη στις επόμενες εθνικές εκλογές, οι τελευταίες τοποθετήσεις για την επόμενη ημέρα ανέδειξαν ότι το σχέδιο δεν είναι πλήρες. Με ποσοστά, που δεν έχουν αγγίξει έως τώρα το 20% και με προσωπικά ποσοστά του Νίκου Ανδρουλάκη, μονοψήφια στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία, η Χαριλάου Τρικούπη καλείται να τονώσει το χαρακτηριστικό της κυβερνησιμότητάς της και όχι το αντίθετο. Ιδίως τη στιγμή, που η ρευστότητα στο διεθνές περιβάλλον καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη της πολιτικής σταθερότητας, η διασφάλιση της οποίας θα είναι ζητούμενο για τους πολίτες και διακύβευμα των επόμενων εκλογών.
Για την κυβέρνηση οι δηλώσεις των στελεχών του ΠΑΣΟΚ ενισχύουν ακόμη περισσότερο την άποψη, που θέλει ως βασικό επίδικο των πολιτικών δυνάμεων τον χώρο του κέντρου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιβεβαιώνοντας ότι η Νέα Δημοκρατία δεν θα «κοιτάξει» στα δεξιά της κυβερνητικούς εταίρους και δηλώνοντας ότι «αυτά τα κόμματα εξακολουθούν να είναι κόμματα που βρίσκονται στο περιθώριο […] δεν αποτελούν μέρος και δεν θα αποτελέσουν μέρος οποιασδήποτε δυνητικής άσκησης οικοδόμησης συνασπισμού στο μέλλον», έθεσε ουσιαστικά και το πλαίσιο για το κόμμα του. Πλησιάζοντας στις εθνικές κάλπες, είναι βέβαιο ότι – υπό τις παρούσες συνθήκες – η κυβέρνηση θα επαναφέρει επί τάπητος το δίλημμα της αυτοδυναμίας ή της αστάθειας, καθώς άλλη προοπτική δεν διαφαίνεται.
Ο στρατηγικός σχεδιασμός του Μεγάρου Μαξίμου αναμένεται να βάλει στο επίκεντρο πολιτικά τον κεντρώο χώρο – με την προώθηση των μεταρρυθμίσεων, τη διόρθωση παθογενειών του κράτους και τη βελτίωση καίριων τομέων, όπως η υγεία και η παιδεία – και οικονομικά τη μεσαία τάξη – με τη συνέχιση της μείωσης των φορολογικών βαρών και την ενίσχυση των εισοδημάτων – να βρίσκονται στην κορυφή των κυβερνητικών προτεραιοτήτων, με κοινό παρονομαστή τη διατήρηση της θετικής πορείας της ελληνικής οικονομίας και την ισχυροποίηση της διεθνούς θέσης της χώρας.
Κρίσιμη παράμετρος στην πορεία προς τις κάλπες, για την κυβέρνηση παραμένει η υλοποίηση ενός κυβερνητικού έργου με απτά αποτελέσματα, όταν για την αντιπολίτευση αναδεικνύεται ως ζητούμενο η διατύπωση μιας εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης και σε αυτό, ακριβώς, το σημείο, η εικόνα των τελευταίων ημερών «κοστίζει» στο ΠΑΣΟΚ.