Η απαισιόδοξη Ευρώπη
Shutterstock
Shutterstock

Η απαισιόδοξη Ευρώπη

Μαύρα σύννεφα έχουν μαζευτεί στον Ευρωπαϊκό ουρανό! Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) βρίσκεται τα τελευταία χρόνια αντιμέτωπη με μια σειρά από διαδοχικές κρίσεις, προσπαθώντας να αντιδράσει -τις περισσότερες φορές σπασμωδικά και αναποτελεσματικά- στις τρέχουσες γεωπολιτικές και γεωοικονομικές προκλήσεις αλλά και στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις με τη ραγδαία πολιτική άνοδο ακραίων και αντισυστημικών πολιτικών φορέων και ιδεολογιών.

Η κατάσταση αυτή επηρεάζει άμεσα τους πολίτες, ενισχύοντας το αίσθημα απαισιοδοξίας που αυτοί νιώθουν ως απόρροια της οικονομικής κρίσης της Ευρωζώνης, του μεταναστευτικού ζητήματος και των αυξανόμενων εσωτερικών ανισοτήτων που υπονομεύουν κεκτημένα δικαιώματα δεκαετιών και την κοινωνική συνοχή. Η απουσία ενός κοινά αποδεκτού οράματος για το μέλλον, σε συνδυασμό με τις δυσκολίες στη διαχείριση αυτών των κρίσεων, έχουν ωθήσει πολλούς Ευρωπαίους να αισθάνονται ιδιαίτερα απαισιόδοξοι για το μέλλον.

Αξιοποιώντας τα στοιχεία του Ευρωβαρόμετρου, μέσω μιας μεθοδολογίας διαμόρφωσης δεικτών που τροφοδοτούνται από τις απαντήσεις σε σειρά σχετικών και ομοειδών ερωτήσεων, επιχειρούμε να καταγράψουμε το μέγεθος της απαισιοδοξίας αυτής. Πιο συγκεκριμένα, συνθέτουμε ένα νέο δείκτη προσδοκιών, τον οποίο συνδιαμορφώνουν οι απαντήσεις των Ευρωπαίων πολιτών σχετικά με τις προσδοκίες τους για τη ζωή τους, την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού και την προσωπική επαγγελματική τους κατάσταση, τους επόμενους 12 μήνες. Ο δείκτης αυτός κυμαίνεται από 1 (δηλώνοντας θετικές προσδοκίες για το μέλλον) έως -1 (δηλώνοντας αρνητικές προσδοκίες).

Όλα τα κράτη της ΕΕ σημειώνουν αρνητικά σκορ, με μερικά κράτη να κυμαίνονται κοντά στο μηδέν, που σημαίνει ότι οι πολίτες σε αυτά δεν αναμένουν σημαντικές αλλαγές στην κατάστασή τους. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι είναι χαρούμενοι ή ικανοποιημένοι από την τρέχουσα κατάσταση αλλά τουλάχιστον δεν φοβούνται περαιτέρω χειροτέρευσή της. Ανάμεσα στα πιο απαισιόδοξα κράτη εμφανίζονται η Ρουμανία, η Σλοβακία, η Κύπρος και η Βουλγαρία. Αντίθετα, η Δανία, το Λουξεμβούργο, η Σουηδία και η Ολλανδία παρουσιάζουν μια σχετική σταθερότητα στις προσδοκίες τους.

Στην Ελλάδα, οι προσδοκίες των πολιτών δεν απέχουν πολύ πλέον από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ωστόσο, αν δει τον δείκτη αυτόν κάποιος διαχρονικά, από το 2015 και μετά, είναι προφανές ότι οι Έλληνες πολίτες έχουν μια πολύ πιο απαισιόδοξη θεώρηση για το μέλλον τους, η οποία παραμένει σταθερά μακριά από αυτή των Ευρωπαίων συμπολιτών τους. Η κορύφωση της απόκλισης αυτής λαμβάνει χώρα την περίοδο των μνημονίων, ακολουθούμενη από μια μικρή βελτίωση του κλίματος και μια εκ νέου χειροτέρευση την περίοδο της πανδημίας, κατά τη διάρκεια της οποίας στην Ελλάδα παρουσιάζεται μεγαλύτερη αύξηση από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση, το 2023, δεν επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τις προσδοκίες των υπόλοιπων Ευρωπαίων, αλλά στην Ελλάδα οι αρνητικές προσδοκίες εντάθηκαν. Ωστόσο, το 2024, για πρώτη φορά, οι προσδοκίες των Ελλήνων ευθυγραμμίζονται, σε μεγάλο βαθμό, με αυτές των υπολοίπων Ευρωπαίων.

Επιβεβαιώνονται, ωστόσο, οι απαισιόδοξες προβλέψεις των Ευρωπαίων πολιτών; Συγκρίνοντας τον δείκτη «ικανοποίησης της ζωής» της επόμενης χρονιάς σε σχέση με τις προσδοκίες των πολιτών την προηγούμενη, προκύπτει, καθ' όλη τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, μια μικρή αλλά σημαντική βελτίωση στην πραγματικότητα σε σχέση με τις απαισιόδοξες προβλέψεις.

Κάτι τέτοιο δεν αναιρεί, φυσικά, τις συνέπειες του αρνητικού κλίματος, καθώς η απαισιοδοξία για το μέλλον αποτελεί ένα σημαντικό ψυχολογικό βάρος για την κοινωνία, με άμεσες και πολλαπλές επιπτώσεις τόσο στο οικονομικό όσο και στο κοινωνικό επίπεδο. Όταν τα άτομα αναμένουν επιδείνωση της προσωπικής τους κατάστασης, τείνουν να αναπτύσσουν αμυντικούς μηχανισμούς και να υιοθετούν μια στάση αποφυγής απέναντι στο μέλλον. Αυτή η στάση έχει ως αποτέλεσμα την αναστολή σχεδίων και πρωτοβουλιών, είτε πρόκειται για επαγγελματικές κινήσεις, είτε για προσωπικές ή οικογενειακές αποφάσεις. Η έλλειψη αισιοδοξίας οδηγεί σε διστακτικότητα στις επενδύσεις, τόσο σε οικονομικό όσο και σε ανθρώπινο κεφάλαιο. Η επιφυλακτική αυτή στάση διαχέεται και σε ευρύτερους τομείς της κοινωνίας, επηρεάζοντας τη συλλογική πρόοδο και την καινοτομία. Επιπλέον, σε κοινωνικό επίπεδο, η απαισιοδοξία εντείνει τον κατακερματισμό και την απομόνωση, καθώς τα άτομα αποφεύγουν τη συνεργασία και τη συμμετοχή σε κοινές δράσεις.

Η αμυντική αυτή συμπεριφορά δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο στασιμότητας: όσο περισσότερο φοβούνται οι πολίτες για το μέλλον, τόσο λιγότερο δραστηριοποιούνται στο παρόν, επιδεινώνοντας τις συνθήκες που δημιουργούν την ίδια την απαισιοδοξία. Αντί να αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο στην αντιμετώπιση των προκλήσεων, υιοθετούν μια παθητική προσέγγιση, ελπίζοντας ότι οι δυσκολίες θα ξεπεραστούν χωρίς τη δική τους συνεισφορά.

Και όπως είπε ο Karl Popper: «Στη ζωή υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων: οι αισιόδοξοι και οι απαισιόδοξοι. Οι απαισιόδοξοι έχουν συνήθως δίκιο. Αν όμως η ανθρωπότητα έφτασε ως εδώ, αυτό το χρωστάει στους αισιόδοξους».

*Αντώνης Παπακώστας (πρώην στέλεχος ΕΕ και Ερευνητής ΕΛΙΑΜΕΠ) και Σπύρος Μπλαβούκος (Καθηγητής, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Επικεφαλής Ευρωπαϊκού Προγράμματος ‘Αριάν Κοντέλλη’, ΕΛΙΑΜΕΠ)