Του Νίκου Μελέτη
Το νέο στίγμα του εκλεγμένου και πανίσχυρου πλέον προέδρου της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, θα επιχειρήσει να διερευνήσει η Αθήνα στη συνάντηση που θα έχει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας με τον Τούρκο ηγέτη στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στις 11-12 Ιουλίου, στην πρώτη συνάντησή τους μετά την όχι και τόσο ευχάριστη επίσκεψη του Τ. Ερντογάν τον περασμένο Δεκέμβριο σε Αθήνα και Θράκη.
Παρά το γεγονός ότι το Σκοπιανό και η συμφωνία των Πρεσπών και αυτές ακόμη οι ελληνοαλβανικές σχέσεις είναι σημαντικές για την εξωτερική πολιτική και κρίσιμες, όπως αποδεικνύεται, για τη συνοχή και επιβίωση της κυβέρνησης, η «μεγάλη εικόνα», εκεί όπου υπάρχουν τα ουσιαστικά προβλήματα, δεν είναι άλλη από τις σχέσεις με την Τουρκία.
Η Αθήνα ύστερα από μια περίοδο δύο ετών, κατά την οποία οι σχέσεις των χωρών δοκιμάζονται τόσο από την ευθεία αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης από τον κ. Ερντογάν και την απειλητική εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου πολιτική, αλλά κυρίως με την υπόθεση των οκτώ Τούρκων αξιωματικών και την παράλογη πολιτική αντιποίνων με τη σύλληψη και παράνομη κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών, αγωνιά για το τι πορεία θα χαράξει τελικά ο Τούρκος ηγέτης μετά τις εκλογές.
Για μεγάλο διάστημα η βολική εξήγηση στην τουρκική επιθετική και αναθεωρητική πολιτική είναι ότι γίνεται για «εσωτερική κατανάλωση» για τις «προεκλογικές ανάγκες» του Τ. Ερντογάν. Τώρα που οι εκλογές τελείωσαν, όλοι βρίσκονται αντιμέτωποι με την πραγματικότητα.
Οι κ. Τσίπρας και Ερντογάν το τελευταίο διάστημα με δημόσιες συνεντεύξεις τους έχουν κάνει ένα άτυπο ντιμπέιτ σχετικά με την υπόθεση των οκτώ Τούρκων αξιωματικών. Ο Τούρκος ηγέτης αναφέρθηκε σε «υπόσχεση» που του δόθηκε από τον Ελληνα πρωθυπουργό για παράδοσή τους στην Τουρκία, με τον Αλ. Τσίπρα να διαψεύδει κατηγορηματικά ότι υπήρξε τέτοια δέσμευση.
Η υπόθεση των «οκτώ» έχει επιβαρύνει ιδιαίτερα το περιβάλλον των ελληνοτουρκικών σχέσεων και ακυρώνει κάθε ελπίδα, που ίσως υπήρχε, ότι ένας ισχυρός Ερντογάν θα αποτελούσε τον πιο αξιόπιστο συνομιλητή για την Ελλάδα σε μια προσπάθεια συνολικής αντιμετώπισης των ελληνοτουρκικών διαφορών.
Συγχρόνως, όμως, η υπόθεση της ομηρίας των δύο Ελλήνων στρατιωτικών περιορίζει σημαντικά τα περιθώρια κινήσεων και του Αλ. Τσίπρα, καθώς είναι προφανές ότι χωρίς την απελευθέρωσή τους δεν μπορεί να γίνουν σημαντικά βήματα και πιθανόν υποχωρήσεις που θα απαιτηθούν για μια νέα ελληνοτουρκική προσέγγιση.
Η κυβέρνηση θέλει να αποκαταστήσει ένα νέο modus vivendi με τον Τούρκο ηγέτη, καθώς κρίσιμα ζητήματα για τη χώρα επηρεάζονται άμεσα από τις επιλογές του.
Το εάν ο Τούρκος ηγέτης τραβηχτεί από τη Δύση και στραφεί προς Ανατολάς, αν αναζητήσει τον ρόλο της περιφερειακής δύναμης για την Τουρκία χωρίς συνεννόηση και συναίνεση της Δύσης, εάν συνεχίσει να κτίζει το αυταρχικό καθεστώς το οποίο τον απομακρύνει ακόμη περισσότερο από τις ευρωπαϊκές αρχές, αν θα συνεχίσει να εργαλειοποιεί το προσφυγικό για να εξυπηρετήσει τους στόχους του, αν θεωρεί το Αιγαίο και κυρίως την Ανατολική Μεσόγειο το πιο βολικό τερέν για την άσκηση αυτού του νέου ισχυρού περιφερειακού ρόλου της Τουρκίας, και κυρίως μέχρι πού είναι αποφασισμένος να φτάσει υλοποιώντας το όραμά του για την επανίδρυση μιας νέας Τουρκίας, εκατό χρόνια από την ίδρυσή της,- είναι ερωτήματα τα οποία επιβάλλουν στην κυβέρνηση να κινηθεί γρήγορα -έστω και με μικρά βήματα- για την αποκατάσταση τουλάχιστον διαύλων επικοινωνίας.
Το προσφυγικό-μεταναστευτικό εισέρχεται σε μια εξαιρετικά λεπτή φάση, καθώς μετά τις εξελίξεις στο Βερολίνο και την πρόθυμη στάση που επιδεικνύει η Αθήνα, η χώρα μας θα βρίσκεται διαρκώς υπό την απειλή ανοίγματος της στρόφιγγας της ροής από την Τουρκία. Και με δεδομένη την αδυναμία πλήρους «σφραγίσματος» των συνόρων, η ροή αυτή είτε θα εγκλωβίζεται στα ελληνικά νησιά είτε όσοι διαφεύγουν προς την Κεντρική Ευρώπη, κυρίως τη Γερμανία, θα επιστρέφονται βάσει της εκκολαπτόμενης συμφωνίας πίσω στην Ελλάδα.
Κάθε κίνηση στο προσφυγικό-μεταναστευτικό εξαρτάται απολύτως από τις διαθέσεις και τις επιδιώξεις του Τ. Ερντογάν.
Στο Αιγαίο, όπου η ισορροπία δυνάμεων ίσως επιβίωνε μέχρι πριν από μερικά χρόνια, τώρα ανατρέπεται σταδιακά και κάθε άλλο παρά μπορεί να είναι καθησυχαστικό το γεγονός ότι προς το παρόν οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις είναι απασχολημένες στο μέτωπο της Συρίας, ενώ και η πολεμική αεροπορία έχει στερηθεί μεγάλο αριθμό έμπειρων πιλότων λόγω των διώξεων εναντίον των γκιουλενιστών.
Η έκρηξη που γνωρίζει η αμυντική βιομηχανία της Τουρκίας, η αμιγώς τουρκική ναυπήγηση σύγχρονων μεσαίων, ακόμη και μεγάλων πολεμικών σκαφών, με παραγωγή σύγχρονων ηλεκτρονικών συστημάτων, όπλων, μικρών πυραυλικών συστημάτων, UAV's, ελικοπτέρων, τεθωρακισμένων, η αγορά των F-35 και το παζάρι με τους S-400, τόσο για την ενίσχυση της άμυνάς της όσο και για την εξασφάλιση τεχνογνωσίας, δημιουργούν ένα πρωτόγνωρο και επικίνδυνο σκηνικό στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Ανεύθυνες δηλώσεις και χειρισμοί από την Αθήνα τους τελευταίους μήνες έδωσαν την ευκαιρία στην Τουρκία όχι μόνο να επαναφέρει τη θεωρία των «γκρίζων ζωνών», αλλά να επιβάλει ατύπως ένα νέο casus belli που δεν αφορά πλέον το ενδεχόμενο επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων, αλλά και αυτή ακόμη την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών περιβαλλοντικών προγραμμάτων για μια σειρά ελληνικών νησιών και βραχονησίδων στο Αιγαίο.
Η μεγάλη πρόκληση όμως είναι στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για την πρώτη γεώτρηση της Exxon Mobil στο Οικόπεδο 10 της Κυπριακής ΑΟΖ, ενώ και η Total αναμένεται να συνεχίσει το πρόγραμμα ερευνών της στο Οικόπεδο 6, το μοναδικό που η Τουρκία όχι μόνον αμφισβητεί αλλά θεωρεί ότι μέρος του ανήκει στην τουρκική ΑΟΖ.
Η Τουρκία σε όλα τα επίπεδα έχει διακηρύξει ότι θα «προασπίσει με κάθε τρόπο τα συμφέροντα και τα δικαιώματα της ίδιας και των Τουρκοκυπρίων» και η αγωνία όλων είναι το πώς θα αποφασίσει να αντιδράσει ο Ερντογάν. Καθώς θεωρείται μάλλον δύσκολο να επιχειρήσει να παρεμποδίσει τη γαλλική ή την αμερικανική εταιρεία, το πιθανότερο είναι να επιλέξει την πραγματοποίηση τουρκικής γεώτρησης με το πλωτό γεωτρύπανο «Fatih» εντός της Κυπριακής ΑΟΖ σε Οικόπεδα που δεν έχουν δοθεί σε ξένες εταιρείες. Και τότε Αθήνα και Λευκωσία δεν θα μπορούν να αρκεστούν σε μια απλή καταδίκη της «τουρκικής προκλητικότητας».
Η συνάντηση Τσίπρα - Ερντογάν θα γίνει σε ένα πολύ παράξενο κλίμα, καθώς στη σύνοδο του ΝΑΤΟ ο Ελληνας πρωθυπουργός θα γίνει δεκτός στον θετικό αντίκτυπο που έχει η συμφωνία για το ονοματολογικό, ενώ ο κ. Ερντογάν θα βρίσκεται εκεί έχοντας «τσακωθεί» με τους περισσοτέρους ηγέτες των χωρών-μελών της Συμμαχίας και ενώ ακόμη οι σχέσεις του με την Ουάσινγκτον κινούνται στην κόψη του ξυραφιού...
Η απάντηση που έδωσε ο Αλ. Τσίπρας στη συνέντευξή του στο Bloomberg στη διπλή ερώτηση για το εάν εμπιστεύεται τον Ερντογάν είναι αποκαλυπτική για το πού βρίσκονται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις:
« - Εμπιστεύεστε τον πρόεδρο Ερντογάν;
Αλ. Τσίπρας: Πιστεύω ότι ο πρόεδρος Ερντογάν είναι μία ισχυρή προσωπικότητα στον διεθνή πολιτικό στίβο. Σε κάθε περίπτωση είναι ένας άνθρωπος…
- Δεν ήταν αυτή η ερώτησή μου. Εμπιστεύεστε τον πρόεδρο Ερντογάν;
Αλ. Τσίπρας: Η ερώτησή σας έχει ενδιαφέρον, διότι η απάντηση δεν μπορεί να δοθεί μονολεκτικά. Ο πρόεδρος Ερντογάν είναι μία πολιτική προσωπικότητα, όπως έλεγα, με πολύ μεγάλη πείρα, ιδιαίτερη προσωπικότητα, πολλές φορές όμως απρόβλεπτος…».
Φωτογραφία: intimenews.gr