Η Ισπανία προέτρεψε την ΕΕ να «σπάσει» ένα από τα μεγαλύτερα ταμπού της και να αναγκάσει τις κυβερνήσεις να καθίστανται υπεύθυνες η μία για το χρέος της άλλης - για να διπλασιάσει τη δύναμη δαπανών του μπλοκ.
Όπως αναφέρει το Politico, η κεντροαριστερή κυβέρνηση της Μαδρίτης ζήτησε την επανάληψη του καθεστώτος κοινού δανεισμού της ΕΕ, το οποίο χρησιμοποιείται με περιορισμένο τρόπο από το 2021 για τη χρηματοδότηση των προγραμμάτων ανάκαμψης μετά την πανδημία και το οποίο λήγει το επόμενο έτος, ως μόνιμο μηχανισμός για την αύξηση του κεντρικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ενώ η ιδέα του κοινού χρέους είναι δημοφιλής στην Ισπανία, τη Γαλλία και την Ιταλία, συναντά σφοδρή αντίσταση από τη Γερμανία και άλλες κυρίως βόρειες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες δεν θέλουν να επιβαρυνθούν με τις υψηλότερες δανειακές ανάγκες άλλων κυβερνήσεων.
Με την ΕΕ να καταρτίζει τον προϋπολογισμό της σε επταετή βάση, η ισπανική κυβέρνηση παρουσίασε τις προτεραιότητές της πριν από την πρώτη επίσημη συνάντηση των Ευρωπαίων επιτρόπων το βράδυ της Τρίτης, όπου θα ξεκινήσει η δύσκολη διαδικασία σχεδιασμού του προϋπολογισμού για την περίοδο 2028-2034.
«Ένας κοινός μηχανισμός δανειοδότησης, χρηματοδοτούμενος από κοινό δανεισμό, θα μπορούσε να στηρίξει στρατηγικές επενδύσεις και να χρηματοδοτήσει ευρωπαϊκά δημόσια αγαθά», ανέφερε η ισπανική κυβέρνηση σε ανεπίσημο έγγραφο, όπως αναφέρει το Politico.
Να σημειωθεί ότι η Ισπανία είναι η πρώτη μεγάλη ευρωπαϊκή χώρα που παρουσιάζει επίσημα το όραμά της για τον επόμενο επταετή προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Κομισιόν αναμένεται να υποβάλει τη δική της πρόταση αυτό το καλοκαίρι.
Ο συνολικός προϋπολογισμός της ΕΕ ανέρχεται επί του παρόντος σε 1,2 τρισεκατομμύρια ευρώ που, σε ετήσια βάση, είναι κάτω από το 1% του συνολικού οικονομικού της προϊόντος.
«Ολισθηρός δρόμος»
Μία ακόμη πιο αμφιλεγόμενη πρόταση της Ισπανίας είναι η αναβολή της αποπληρωμής του χρέους των 300 δισ. ευρώ της ΕΕ, προκειμένου να βελτιωθεί η ρευστότητα. Ο στόχος είναι να δημιουργηθεί περισσότερος δημοσιονομικός χώρος για την Επιτροπή, ώστε να χρηματοδοτήσει κοινές προτεραιότητες, όπως η μετάβαση προς μια πράσινη οικονομία, την οποία η Ισπανία θεωρεί ότι αξίζει περισσότερη χρηματοδότηση.
«Αυτός ο επαναπρογραμματισμός θα ανακουφίσει τις βραχυπρόθεσμες δημοσιονομικές πιέσεις, θα διασφαλίσει τη ρευστότητα στην αγορά ομολόγων της ΕΕ και θα επιτρέψει τη συνέχιση των επενδύσεων για το μελλοντικό ευρωπαϊκό οικονομικό μοντέλο», αναφέρεται στο έγγραφο.
Ωστόσο, οι λεγόμενες φειδωλές χώρες βλέπουν αυτή την πρόταση ως «ολισθηρό δρόμο» προς τη δημιουργία μιας δημοσιονομικής ένωσης, όπου η Επιτροπή θα αναλαμβάνει μόνιμα χρέος εξ ονόματος των 27 κρατών-μελών.
Ο Επίτροπος Προϋπολογισμού της ΕΕ απέρριψε αυτή την επιλογή κατά την ακρόασή του ενώπιον των ευρωβουλευτών τον Νοέμβριο.
Αντίθετα, πρότεινε την εισαγωγή πανευρωπαϊκών φόρων για την αποπληρωμή του χρέους της ΕΕ.
Το 2021, η Επιτροπή πρότεινε νέους δασμούς στον άνθρακα (τόσο για εγχώριες όσο και για εισαγόμενες εκπομπές) καθώς και φόρους στα κέρδη των πολυεθνικών. Συνολικά, αυτά τα μέτρα αναμένονταν να αποφέρουν 36 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως από το 2028.
Οι εθνικές κυβερνήσεις αντιτάχθηκαν στην πρόταση για νέους φόρους σε επίπεδο ΕΕ, με το επιχείρημα ότι τα αντίστοιχα έσοδα ήδη εισπράττονται σε εθνικό επίπεδο.
Στο έγγραφό της, η Ισπανία στηρίζει την επιβολή νέων πανευρωπαϊκών φόρων που «δεν θα αφαιρούν από τα υφιστάμενα έσοδα των κρατών-μελών», αλλά θα αυξάνουν το συνολικό μέγεθος του προϋπολογισμού της ΕΕ.
Για να επιτραπεί ακόμη μεγαλύτερη δαπάνη, η Μαδρίτη πρότεινε τη χρήση μέρους των 422 δισεκατομμυρίων ευρώ που διατηρεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), το ταμείο διάσωσης της ευρωζώνης, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές συνέπειες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
«Όπως φάνηκε μετά την πανδημία και τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, αυτό που συνιστά απειλή για τη σταθερότητα δεν περιορίζεται στο χρηματοπιστωτικό πεδίο, αλλά είναι επίσης παρόν στην πραγματική οικονομία», έγραψε η ισπανική κυβέρνηση.