Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατήγγειλε σήμερα «το αρνητικό μήνυμα» για την ελευθερία του Τύπου που στέλνει η ψήφιση στην Πολωνία ενός αμφιλεγόμενου νόμου για τα μέσα ενημέρωσης.
«Το πολωνικό νομοσχέδιο για τη ραδιοτηλεόραση στέλνει ένα αρνητικό μήνυμα. Έχουμε ανάγκη ένα νόμο σχετικά με την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης σε όλη την ΕΕ για να υπερασπιστούμε την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και να υποστηρίξουμε το κράτος δικαίου», αντέδρασε η αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βέρα Γιούροβα, που είναι αρμόδια για τις αξίες, με σχόλιο στον λογαριασμό της στο Twitter.
«Ο πλουραλισμός των μέσων ενημέρωσης και η διαφορετικότητα στις απόψεις είναι αυτό που οι ισχυρές δημοκρατίες καλωσορίζουν και όχι αυτό που καταπολεμούν», πρόσθεσε.
«Ο νέος πολωνικός νόμος είναι μια σοβαρή επίθεση εναντίον της ελευθεράς του Τύπου. Η Πολωνία έδειξε πριν από 30 χρόνια τον δρόμο της ελευθερίας και του πλουραλισμού. Ας υπερασπιστούμε αυτές τις κοινές και θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αξίες», επαύξησε επίσης στο Twitter ο Γάλλος υφυπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Κλεμάν Μπον.
Ο νόμος για τα μέσα ενημέρωσης, που αναφέρεται ως «Lex TVN» και ψηφίστηκε χθες, Τετάρτη, από το κοινοβούλιο, δέχτηκε τα πυρά της πολωνικής αντιπολίτευσης, η οποία τον θεωρεί απειλή για την ελευθερία του Τύπου και εκτιμά πως θα επιβαρύνει πολύ τις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο κυβερνητικός συνασπισμός στην Πολωνία διαλύθηκε εξαιτίας αυτού του νόμου, καθώς αποχώρησε απ' αυτόν ένα κόμμα. Όμως το σχετικό νομοσχέδιο υιοθετήθηκε, με 228 ψήφους έναντι 216, χάρη στις ψήφους των βουλευτών του αντισυστημικού σχηματισμού Kukiz 15.
Σύμφωνα με το κυβερνών κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), ο νόμος αυτός είναι απαραίτητος για να εμποδισθούν ξένες εχθρικές δυνάμεις να πάρουν τον έλεγχο μέσων ενημέρωσης στην Πολωνία. Απαγορεύει σε μη ευρωπαϊκές εταιρείες να διαθέτουν ποσοστό άνω του 49% σ' ένα πολωνικό μέσο ενημέρωσης.
Η κυβερνητική πρόταση έχει ήδη προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από την Ουάσιγκτον, με τον Λευκό Οίκο να ξεκαθαρίζει τη δυσαρέσκειά του για την επικείμενη νομοθεσία. Την περασμένη εβδομάδα, ομάδα Αμερικανών γερουσιαστών εξέδωσε προειδοποίηση στην οποία υπενθύμισε στην πολωνική κυβέρνηση πως η απόφασή της θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στις διμερείς αμυντικές, επιχειρηματικές και εμπορικές σχέσεις.
Σε δήλωσή του που κυκλοφόρησε αργά την Τετάρτη, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν ανέφερε ότι η Ουάσινγκτον ήταν «βαθιά προβληματισμένη» με την «ανησυχητική νομοθέτηση της Πολωνίας», η οποία είπε ότι «στοχεύει στον ανεξάρτητο σταθμό ειδήσεων με την μεγαλύτερη τηλεθέαση, ο οποίος είναι επίσης μια από τις μεγαλύτερες αμερικανικές επενδύσεις στη χώρα».
Συνέχισε λέγοντας: «Ένα ελεύθερο και ανεξάρτητο μέσο ενημέρωσης κάνει τις δημοκρατίες μας ισχυρότερες, τη Διατλαντική Συμμαχία πιο ανθεκτική και είναι θεμελιώδης για τις διμερείς σχέσεις».
Πρόσθεσε ότι η νομοθεσία θα μπορούσε να αποτελέσει απειλή για τις επενδύσεις των ΗΠΑ στην Πολωνία. «Οι μεγάλες εμπορικές επενδύσεις των ΗΠΑ στην Πολωνία συνδέουν την ευημερία μας και ενισχύουν τη συλλογική μας ασφάλεια». Ο Μπλίνκεν ολοκλήρωσε τη δήλωσή του λέγοντας: «Αυτό το σχέδιο νόμου απειλεί την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και θα μπορούσε να υπονομεύσει το ισχυρό επενδυτικό κλίμα της Πολωνίας».
Ο Νεντ Πράις, εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, δήλωσε την Τετάρτη ότι η Ουάσινγκτον παρακολουθεί τις εξελίξεις γύρω από το νομοσχέδιο για τα μέσα ενημέρωσης από πολύ κοντά. «Η κυβέρνηση της Πολωνίας έχει τώρα την ευκαιρία να δείξει με πράξεις και όχι μόνο με λόγια, ότι αποδέχεται τις αξίες που ενώνουν τη διατλαντική μας συμμαχία και τις αξίες που δένουν τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Πολωνία».
Παράλληλα, πλήθος διαδηλωτών ξεχύθηκε στους δρόμους 80 πολωνικών πόλεων την Τρίτη, για να εκφράσει με τη σειρά του την αντίστασή του στο νομοσχέδιο. Στη Βαρσοβία, διαμαρτυρόμενοι ανέβηκαν στη στέγη του υπουργείου Πολιτισμού, κρατώντας πανό με τα συνθήματα «Ελεύθερα Μέσα Ενημέρωσης» και «Πολωνία ελεύθερη από τον φασισμό». Φέτος, η Πολωνία υποχώρησε στην 64η θέση στον Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου που δημοσιεύουν οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα, από τη 18η θέση που κατείχε το 2015.