Ακραίο και επικίνδυνο ρατσιστικό μίσος διαχύθηκε αστραπιαία στη Βρετανία εν μέσω ενός οργίου διαδικτυακής παραπληροφόρησης από έναν ακροδεξιό όχλο, που καπηλεύτηκε το θάνατο των τριών κοριτσιών του Σάουθπορτ και μαζί ήρθε να υπερφαλαγγίσει τη συσσωρευμένη αγανάκτηση των Βρετανών, και δη της εργατικής τάξης, για δεκαετίες αποτυχημένης διαχείρισης όλων των εκφάνσεων του μεταναστευτικού.
Διά της εργαλειοποίησης της τεράστιας δυναμικής των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και διακινώντας ψεύδη για την εθνικότητα και τη θρησκεία του 17χρονου δράστη της τραγωδίας στο Σάουθπορτ, γνωστά πρόσωπα και ομάδες-φορείς του αντιμεταναστευτικού και αντιμουσουλμανικού μίσους υποδαύλισαν ένα πογκρόμ κατά των μεταναστών κινητοποιώντας ακροδεξιά στοιχεία, νεοναζί, χούλιγκαν, και θιασώτες θεωριών συνωμοσίας. Λεηλασίες, εμπρησμοί, συμπλοκές με την αστυνομία, επιθέσεις σε τεμένη και ξενοδοχεία στέγασης μεταναστών, βιβλιοθήκες, ρατσιστικά γκραφίτι σε κατοικίες, ναζιστικοί χαιρετισμοί στους βρετανικούς δρόμους.
Υπό το βάρος της ανεξέλεγκτης τροπής που λάμβαναν οι ταραχές και της εξίσου ανεξέλεγκτης παραπληροφόρησης, με δικαστική εντολή δόθηκε στη δημοσιότητα το όνομα του δράστη (που αρχικά παρακρατήθηκε λόγω των νόμων που ισχύουν για την προστασία ανηλίκων). Ούτε μουσουλμάνος μετανάστης, ούτε αιτών άσυλο που είχε φθάσει πρόσφατα με τις γνωστές βάρκες ήταν. Ο 17χρονος Άξελ Ρουντακουμπάνα είναι γεννηθείς στο Κάρντιφ, χριστιανός με γονείς από τη Ρουάντα. Κρατείται και τα κίνητρα της φρικτής επίθεσης παραμένουν άγνωστα.
Κανένα αποτέλεσμα δεν είχε η δημοσιοποίηση του ονόματος στην ανάσχεση των ταραχών που ξεκίνησαν από την Αγγλία και έφθασαν έως το Μπέλφαστ. Ήταν τόσο πρωτοφανής η δυναμική που είχε λάβει εν τω μεταξύ το κύμα παραπληροφόρησης από ακροδεξιές, αντιμεταναστευτικές φωνές και περιθωριακές ομάδες που στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχουν κοινό συντονισμό, και τώρα βρήκαν μέσω των social media, κυρίως με την ευγενική… χορηγία του ιδιοκτήτη του Χ Ίλον Μασκ, φόρουμ για να συσπειρωθούν με νέους τρόπους.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το ισχύον βρετανικό νομικό και ρυθμιστικό πλαίσιο δεν επαρκεί για να αντιμετωπίσει αυτού του είδους τη διαδικτυακή πληροφόρηση όπως αναγνωρίζει ο λόρδος Γουόλνεϊ, ανεξάρτητος σύμβουλος της κυβέρνησης για την πολιτική βία και τη διατάραξη δημόσιας τάξης. Η υπουργός Εσωτερικών Ιβέτ Κούπερ έχει προαναγγείλει πως θα θέσει στους γίγαντες της τεχνολογίας το ζήτημα της μη έγκαιρης ανάσχεσης της διασποράς παραπληροφόρησης και της υποκίνησης σε βία μέσω τόσο αληθινών, όσο και ψεύτικων, λογαριασμών στις πλατφόρμες.
Η περίπτωση του Ίλον Μασκ είναι η πλέον ιδιάζουσα· επιτρέποντας την αναπαραγωγή εμπρηστικού και παραπλανητικού περιεχομένου στο Χ, όσο και με προσωπικές εκτιμήσεις στο δικό του λογαριασμό περί «αναπόφευκτου εμφυλίου πολέμου» στη Βρετανία -που καταδικάστηκε με οργή από το γραφείο του πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ-, ο Μασκ δυναμιτίζει κατά τη συνήθη πρακτική του μία ήδη εύφλεκτη κατάσταση. Είναι ο ίδιος Ίλον Μασκ που επιδιώκει επί της ουσίας να υποκαταστήσει τα καθιερωμένα μέσα ενημέρωσης, και δεν είχε κανένα ηθικό φραγμό να αποκαταστήσει προ μηνών τον απαγορευμένο από το 2018 λογαριασμό στο Χ του Τιμ Ρόμπινσον, ιδρυτή της ακροδεξιάς, αντιισλαμικής και αντιμεταναστευτικής English Defence League, ο οποίος αποτέλεσε και τον κύριο υποκινητή της βίας σπέρνοντας στη Βρετανία tweet μίσους και παραπληροφόρησης ενώ εκείνος έκανε διακοπές στη Μεσόγειο.
Αμφιβολία επίσης δεν υπάρχει για το ρόλο του Νάιτζελ Φάρατζ στην τροπή των γεγονότων. Διερωτώμενος δημοσίως αν η αλήθεια «μας αποκρύπτεται» από την αστυνομία για την ταυτότητα του δράστη στο Σάουθπορτ, ο πρωτεργάτης του Brexit και νυν βουλευτής, έδωσε τροφή στην αντίληψη που είχε καλλιεργηθεί ότι οι Αρχές κρύβουν την πραγματική ταυτότητα του δράστη. Ζητείται ήδη να περάσει από πειθαρχικό έλεγχο στη Βουλή των Κοινοτήτων, ενώ εκ μέρους πρώην επικεφαλής της αντιτρομοκρατικής κατηγορήθηκε ότι «υπονομεύει την αστυνομία, καλλιεργεί θεωρίες συνωμοσίας και μέσα από ψεύδη εξωθεί σε επιθέσεις εναντίον της αστυνομίας».
Αντιμέτωπος με μείζονα εσωτερική κρίση μόλις ένα μήνα αφότου ανέλαβε την πρωθυπουργία, ο Κιρ Σταρμερ έχει καταδικάσει την «ακροδεξιά αλητεία» και τη ρατσιστική ρητορική, καθιστώντας σαφές ότι όποιο και αν είναι το υποκείμενο κίνητρο, η πρόκληση φόβου, ζημιών και ταραχών δεν είναι ποτέ αποδεκτή. Έχει κινητοποιήσει στο μέγιστο βαθμό την αστυνομία, συστήνει ειδικό σώμα για την αντιμετώπιση αστικών ταραχών και «θέτει» τα δικαστήρια σε 24ωρη λειτουργία για να λογοδοτήσουν άμεσα οι εμπλεκόμενοι στις ταραχές.
«Επιτρέψτε μου επίσης να πω στις μεγάλες εταιρείες κοινωνικής δικτύωσης και σε όσους τις διαχειρίζονται: Η βίαιη αναταραχή, που ξεκάθαρα δημιουργείται στο Διαδίκτυο -αυτό είναι επίσης έγκλημα. Συμβαίνει στις εγκαταστάσεις σας και ο νόμος πρέπει να τηρείται παντού», έχει διαμηνύσει ο Κιρ Στάρμερ. Η βρετανική κυβέρνηση εξετάζει επίσης εάν τρίτα κράτη μπορεί να είχαν εμπλοκή στην προώθηση της παραπληροφόρησης στο Διαδίκτυο.
Το υπόβαθρο
Η αποκατάσταση της τάξης και η διαχείριση του ρυθμιστικού πλαισίου για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι η πλέον άμεση και επείγουσα προτεραιότητα και πρόκληση για τον Κιρ Στάρμερ. Ο ακροδεξιός παροξυσμός και η αντιμεταναστευτική μανία στους δρόμους και το Διαδίκτυο «χρειάζεται» όμως τις κατάλληλες συνθήκες στην κοινωνία και τον πραγματικό κόσμο για να φθάσει εκεί που έφθασε. Το υπόβαθρο υπήρχε και αυτή είναι η βαθύτερη πρόκληση για τον Κιρ Στάρμερ, και την οποία θα έπρεπε να είχαν αντιμετωπίσει οι πολιτικές ηγεσίες «χθες». Χρόνια ή και δεκαετίες πριν -και σαφώς τουλάχιστον οι διαδοχικές κυβερνήσεις των Τόρις την τελευταία 14ετία.
Μεταξύ εκείνων που βγήκαν στους δρόμους για να διαδηλώσουν, όχι να βανδαλίσουν και να ρίξουν μετανάστες στην «πυρά», βρίσκονται Βρετανοί «με πραγματικές ανησυχίες», όπως αναγνώρισε και ο υπουργός Ντέιβιντ Χάνσον. Υπάρχουν τεράστια υποβόσκοντα παράπονα για την οικονομία, την ανεργία, το υπό κατάρρευση σύστημα Υγείας. Η Άκρα Δεξιά γενικά και παντού δίνει τις εύκολες «λύσεις» για το ποιοι φταίνε. Όμως είναι ευθύνη της βρετανικής, και όλων των κυβερνήσεων, να απαντήσουν εκείνες στις ανησυχίες, και να χαράσσουν πολιτικές που δεν αφήνουν πεδίο για εκμετάλλευση και εργαλειοποίηση από αντιδημοκρατικές δυνάμεις.
Επί χρόνια η μετανάστευση είναι ανεξέλεγκτη στη Βρετανία, πολιτικές ενσωμάτωσης έχουν αποδειχθεί από ανεπαρκείς έως ανεπιτυχείς σε πλείστες περιπτώσεις και μία συνεκτική γραμμή διαχείρισης του μεταναστευτικού ζητήματος «αγνοείται». Η αγωνία, η δυσφορία και ο θυμός για ζητήματα που άπτονται από τις πολιτικές επιδομάτων και την οικονομία έως το πρόσωπο της Βρετανίας που πολλοί βλέπουν να αλλοιώνεται έρχονται επιτακτικά στο προσκήνιο. Ο αντίκτυπος που έχει προκαλέσει η μαζική μετανάστευση κυρίως στις πιο υποβαθμισμένες κοινότητες (δεν είναι τυχαίο ότι η «φωτιά» άναψε πρώτα εκεί) δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Το μότο «σταματήστε τις βάρκες» του πρώην πρωθυπουργού Ρίσι Σούνακ ακουγόταν στις διαδηλώσεις των τελευταίων ημερών μαζί με άλλα εξαιρετικά ακραία συνθήματα. Το αμφιλεγόμενο Σχέδιο Ρουάντα δεν ήταν εξ αρχής η απάντηση καθώς αντέβαινε στους ευρωπαϊκούς κανόνες, ούτε και θα εφαρμοστεί από την κυβέρνηση Σούνακ που ήταν κάθετα αντίθετη. Η Βρετανία κοινώς έχασε και άλλο χρόνο να διαχειριστεί το μεταναστευτικό. Η εχθρική γλώσσα για τους μετανάστες έχει γίνει, εν τω μεταξύ, όλο και πιο κυρίαρχη τα τελευταία πέντε χρόνια, τροφοδοτούμενη και από πολιτικούς πρώτης γραμμής όπως η πρώην υπουργός Εσωτερικών Σουέλα Μπρέιβερμαν, που μιλούσε περί «εισβολής», αλλά στην πράξη καμία αποτελεσματική πολιτική δεν παρήγαγε.
«Η βασική αιτία της αναταραχής είναι ένα βαθύ αίσθημα απογοήτευσης και απελπισίας μεταξύ των γηγενών Βρετανών, με την πεποίθησή τους ότι οι κοινότητές τους βρίσκονται εδώ και χρόνια στο επίκεντρο της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης» γράφει για το Sky News ο Νάιτζελ Τζόουνς, ιστορικός και δημοσιογράφος, με πορεία σε έγκριτα μέσα περιλαμβανομένων των Guardian, BBC και Spectator.
Ο Τζόουνς προτάσσει ότι η κυβέρνηση οφείλει να αντιμετωπίσει τη ρίζα των ταραχών: «Το ‘άδειασμα’ τόσο από τους Εργατικούς όσο και από τους Συντηρητικούς κυριολεκτικά εκατομμυρίων μεταναστών από ξένες κουλτούρες στις κοινότητες της εργατικής τάξης χωρίς καμία διαβούλευση: Μια διαδικασία που αλλάζει το πρόσωπο της Βρετανίας, η οποία συνεχίζεται εδώ και δεκαετίες και κλιμακώνεται σε επικίνδυνα επίπεδα».
Οι ταραχές έχουν επαναφέρει την προσοχή στις ανησυχίες σχετικά με τη μετανάστευση στο Ηνωμένο Βασίλειο, επισημαίνει από πλευράς του το περιοδικό Time. Αλλά οι εντεινόμενοι φόβοι δείχνουν να συγκεντρώνονται κυρίως σε μικρές κοινότητες χωρίς να αντανακλούν μία ευρύτερη τάση στη βρετανική κοινωνία, όπως τουλάχιστον αναφέρει στο περιοδικό ο Anand Menon, διευθυντής του εδρεύοντος στο Λονδίνο think-tank U.K. in a Changing Europe.
«Αν κοιτάξετε τον βρετανικό λαό στο σύνολό του, αυτό για το οποίο μιλάμε είναι ένα χαμηλό επίπεδο ανησυχίας για τη μετανάστευση, και στην πραγματικότητα μία πολύ πιο θετική άποψη για τη μετανάστευση συνολικά από ό,τι ίσχυε» το 2016, όταν το 52% των πολιτών ψήφισε υπέρ του Brexit, λέει ο ίδιος.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου Ipsos σχετικά με τη στάση των Βρετανών απέναντι στη μετανάστευση, η οποία διεξήχθη τον Φεβρουάριο, το ποσοστό όσων διατηρούν θετική άποψη για τη μετανάστευση έχει μειωθεί από τον Ιούλιο του 2022, αλλά το πρόσημο παραμένει συνολικά περισσότερο θετικό παρά αρνητικό. Στην έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 3.000 ενηλίκων, το 40% εξακολουθεί να πιστεύει ότι η μετανάστευση είχε θετικό αντίκτυπο στο έθνος, σε σύγκριση με το 35% που έχει αρνητική άποψη, το 17% που είναι ουδέτερο και ένα 8% απαντά πως δεν γνωρίζει.