Για το νέο κεφάλαιο που ανοίγει και όσα παράλληλα δεν κλείνουν με τη δρομολογούμενη εκεχειρία στη Λωρίδα της Γάζας, το σήμα «σας παρακολουθούμε» που εκπέμπει το επιτελείο Τραμπ προς την Τουρκία στο ρευστό πεδίο της Συρίας, καθώς και τη σημαντική αναβάθμιση της αμυντικής συνεργασίας της Κύπρου με τις Ηνωμένες Πολιτείες με τη «σφραγίδα» της απερχόμενης προεδρίας Μπάιντεν, μιλά ο διεθνολόγος Δρ. Αφεντούλης Λαγγίδης στο Liberal και την Ευαγγελία Μπίφη.
Στον ανταγωνισμό επιδιώξεων και συμφερόντων μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας αναφέρεται ο κ. Λαγγίδης σκιαγραφώντας τα ανοιχτά μέτωπα της Μέσης Ανατολής, ενώ σημειώνει πως στο «βάθος» παραμένει το Ιράν -και αν μάλιστα προχωρήσει στο πυρηνικό του πρόγραμμα, τότε «ίσως θα έχουμε κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί μέχρι τώρα», συμπληρώνει. Μιλώντας για την εκεχειρία στη Γάζα, σημειώνει πως η φάση της ανοικοδόμησης είναι η πλέον κρίσιμη και εξηγεί τις επιφυλάξεις των αραβικών κρατών.
Ο κ. Λαγγίδης αναλύει ακόμη τη βαρύτητα που φέρει η προεδρική απόφαση Μπάιντεν για την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε τρία στρατηγικά αμυντικά προγράμματα των Ηνωμένων Πολιτειών για τη λήψη αμυντικού εξοπλισμού, προμηθειών και υπηρεσιών. Πώς ενισχύεται η κυπριακή άμυνα αλλά και συνολικά ο ρόλος της Λευκωσίας σε ένα περιβάλλον μείζονων ανακατατάξεων στη Μέση Ανατολή. Και πώς «διαβάζει» την εξέλιξη η Τουρκία αλλά και διαχρονικά την αμερικανική εξωτερική πολιτική.
Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:
Κύριε Λαγγίδη, παρά τις «αναταράξεις», τις εκκρεμότητες και τις ασάφειες γύρω από τη συμφωνία εκεχειρίας, η Μέση Ανατολή οδηγείται ως όλα δείχνουν σε ένα επόμενο κεφάλαιο με την επικείμενη κατάπαυση του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας έπειτα από σχεδόν ενάμισι χρόνο και ταυτόχρονα με την έναρξη της νέας θητείας Τραμπ. Ποιο κεφάλαιο σχηματικά είναι αυτό;
Πριν αναφερθούμε στο κεφάλαιο αυτό, θα ήθελα να πω, σχετικά με τη συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός και την απελευθέρωση των ομήρων, πως δεν παρουσιάστηκε και κατατέθηκε εγγράφως τις τελευταίες ώρες, αλλά είναι κάτι που το γνωρίζουμε εδώ και μήνες. Δηλαδή το προσχέδιο της συμφωνίας των τριών σταδίων το γνωρίζουμε καιρό τώρα και αυτό λέει και πολλά ως προς το εάν θα προχωρήσει μέχρι τελικής φάσης ή και όχι. Δηλαδή εάν ήταν κάτι καταδικασμένο να μείνει στο σημείο αυτό ή αν θα συνεχιστεί με τη νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ.
Ως προς το ποιο κεφάλαιο θα ανοίξει για τη Μέση Ανατολή, σαφέστατα στην παρούσα φάση μετατοπίζεται κάπως το κέντρο της προσοχής εκτός Γάζας και Δυτικής Όχθης και μεταφέρεται βορειότερα στον Λίβανο και βεβαίως στη Συρία. Εκεί θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό το «παιχνίδι» και εκεί αυτή τη στιγμή εμπλέκονται και άλλοι-τρίτοι παράγοντες που μέχρι τώρα διαδραμάτιζαν έναν ρόλο σαφή και ιδιαίτερο όσον αφορά το Παλαιστινιακό δίχως να διαθέτουν ωστόσο φυσική παρουσία. Εδώ έχουμε πλέον φυσική παρουσία στη Συρία -και εννοώ την Τουρκία. Έχουμε έναν ανταγωνισμό επιδιώξεων και συμφερόντων μεταξύ των δύο κύριων δρώντων, το Ισραήλ και την Τουρκία.
Σε αυτό το κεφάλαιο προστίθεται το γεγονός ότι η Ρωσία μετά την πτώση Άσαντ παύει να έχει τον ρόλο που διατηρούσε και με τη νέα προεδρία Τραμπ, πλέον, βρισκόμαστε όντως σε μία νέα φάση του ζητήματος της Μέσης Ανατολής, που δεν περιορίζεται μόνο στην επικέντρωση στο Παλαιστινιακό αλλά πρέπει ξανά να υπολογίσουμε τα ζητήματα μεταξύ Ιράν και όλου του περιγύρου -αραβικού, σουνιτικού και συντηρητικών καθεστώτων- και από την άλλη έχουμε νέους-παλαιούς «παίκτες» όπως την Τουρκία.
Θεωρείτε ότι η εκεχειρία θα είναι όντως η αρχή του τέλους του πολέμου;
Το όλο ζήτημα στρέφεται στο πότε θα έχουμε αναζωπύρωση του Παλαιστινιακού, το οποίο δεν λύνεται εάν δεν έχουμε επικέντρωση στην τρίτη φάση της συμφωνίας εκεχειρίας. Αυτό μπορεί να φαίνεται λίγο παράδοξο· από την πρώτη και τη δεύτερη φάση πάμε στην τρίτη, η οποία όμως είναι πάρα πολύ σημαντική καθώς αφορά την ανασυγκρότηση της Γάζας και την αναδιοργάνωση ενός πολιτικού και οικονομικού συστήματος ανύπαρκτου πλέον και φυσικά ενός πληθυσμού που έφθασε στα όρια της πλήρους εξαθλίωσης.
Όταν με την τρίτη φάση προχωρήσουμε σε κάτι διαφορετικό -και αν προχωρήσουμε- θα έχουμε κάτι καινούριο. Αλλιώς, θα βρισκόμαστε εν αναμονή του «επόμενου γύρου». Τα βασικά προβλήματα δεν έχουν ξεπεραστεί και ποια είναι αυτά; -γιατί η όλη συζήτηση για τον πόλεμο μας μετέφερε αλλού. Είναι τα ίδια ζητήματα που έχουν τεθεί από το '79, δηλαδή με τις διαπραγματεύσεις του Καμπ Ντέιβιντ, μετά στο Όσλο το 1992 και το 1995, και τα οποία δεν αντιμετωπίστηκαν. Είναι το καθεστώς των Παλαιστινίων, εάν θα πάμε σε λύση δύο κρατών και εάν το δεύτερο κράτος θα αποδεχθεί αυτό που δεν αποδέχεται μέχρι τώρα -ή τουλάχιστον η μερίδα της Χαμάς, η οποία είναι κατηγορηματικά μέχρι και τη στιγμή αυτή που μιλάμε ενάντια στην αναγνώριση του Ισραήλ.
Εάν κινηθούμε προς μία τέτοια κατεύθυνση, όντως θα βρεθούμε σε μία νέα κατάσταση αλλά και πάλι δίχως να έχει επιλυθεί το μεγάλο ζήτημα της ανασυγκρότησης της Γάζας, με έναν πληθυσμό στα όρια της λιμοκτονίας και στα όρια της διαβίωσης, θεωρώ ότι αυτό το οποίο είδαμε θα επανεμφανιστεί με την έννοια είτε της Χαμάς είτε μέσω κάποιων άλλων που θα επιχειρήσουν να επαναφέρουν τη συζήτηση σε διεθνές επίπεδο. Όπως το έκανε και η Χαμάς, που ένας από τους στόχους της ήταν να βγάλει το Παλαιστινιακό από την αφάνεια και να ξεπεράσει τον σκόπελο της αναγνώρισης του Ισραήλ από τη Σαουδική Αραβία.
Σε σχέση με το Ισραήλ, διακρίνω ένα βήμα πίσω σε σχέση με αυτά που ακούγονταν λίγους μήνες πριν ότι θα επιχειρήσει να έχει φυσική παρουσία, να διατηρήσει στρατεύματα δηλαδή, κάτι το οποίο δεν φαίνεται σε αυτή τη συμφωνία. Και επιπλέον ορισμένοι Ισραηλινοί αξιωματούχοι, όχι από το Λικούντ αλλά από άλλες παρατάξεις, έλεγαν ότι πρέπει να έχουν και οι ίδιοι ενεργό ρόλο στη διακυβέρνηση της Γάζας. Και αυτό δεν διαφαίνεται στη συμφωνία, άρα έχουμε κάτι που μας επιτρέπει μία αισιοδοξία.
Το βλέμμα συνεπώς καρφώνεται στην ανασυγκρότηση
Το μείζον είναι πόσο γρήγορα θα προχωρήσει η τρίτη φάση της ανασυγκρότησης. Το Παλαιστινιακό είναι ζήτημα δεκαετιών· πολλές φορές έχουμε φθάσει στο «παρά ένα» και τελικά όλα πήγαν πίσω για πολλούς και διάφορους λόγους. Είτε γιατί η Χαμάς προχώρησε σε τρομοκρατικές ενέργειες, είτε γιατί κάποια κόμματα στο Ισραήλ ανέτρεψαν κυβερνήσεις και για πολλούς ακόμη λόγους.
Όσον αφορά την ανασυγκρότηση, ακόμα και τα αραβικά κράτη είναι πολύ επιφυλακτικά. Θα βάλουν το χέρι στην τσέπη, αυτό είναι αναπόφευκτο. Δεν μπορεί η ανασυγκρότηση να γίνει από τους ίδιους τους Παλαιστίνιους, θα πρέπει κάποιος να βάλει το χέρι στην τσέπη και οι μόνοι που μπορούν να το κάνουν, με εξαίρεση συλλογικά τη διεθνή κοινότητα που και πάλι αυτό είναι αμφίβολο, είναι τα πλούσια αραβικά καθεστώτα.
Αυτά όμως ταυτόχρονα είναι και πολύ επιφυλακτικά στο να εμπλακούν σε μία διαδικασία, η οποία θα φέρει παλαιστινιακές ηγεσίες πιο κοντά στις δικές τους χώρες. Θυμηθείτε όσα είχαν συμβεί στην Ιορδανία και τον Λίβανο. Πολλοί ακόμη λένε σε αραβικές χώρες ότι όσο πιο κοντά έρχονται αυτές οι χώρες με το Παλαιστινιακό, τόσο περισσότερο προσεγγίζουν το παιχνίδι με τη φωτιά. Αντιλαμβάνονται το Παλαιστινιακό ως μία «φωτιά» που αγγίζει τη σταθερότητα και των ίδιων των καθεστώτων. Άρα λοιπόν ναι, οικονομική συνδρομή αλλά πώς θα συμβάλλουν στην πολιτική ανασυγκρότηση; Το Κατάρ ίσως και να μην είχε επιφυλάξεις, αν και ως προς αυτό δε νομίζω να είναι αυτοκτονικοί διότι αναπόφευκτα θα επηρεαστούν και αυτοί. Αλλά σίγουρα η Αίγυπτος δεν θα θελήσει σε καμία περίπτωση να βάλει τους Παλαιστινίους στο παιχνίδι με τους όρους που αυτοί ζητούν.
Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι η κυβέρνηση Τραμπ, τουλάχιστον στο βαθμό που αυτό αποκαλύπτεται από την προηγούμενη τετραετία, ενδιαφέρθηκε για το Παλαιστινιακό αλλά μόνο σε ένα επίπεδο αν θέλετε εξαιρετικά αφαιρετικό. Δυστυχώς δεν γίνεται εύκολα -ή δεν γίνεται και καθόλου- να μιλάς με όρους αρχών αλλά χωρίς να μπεις σε λεπτομέρειες, οι οποίες είναι αυτές που κρύβουν όμως και το διάβολο από πίσω.
Περνώντας στην Κύπρο, τι σηματοδοτεί η απόφαση Μπάιντεν για εμβάθυνση των αμυντικών σχέσεων με τη Λευκωσία, η οποία έρχεται επίσης και συμπίπτει χρονικά με την ανακοίνωση της συμφωνίας για εκεχειρία, την εκλογή προέδρου στον Λίβανο και την επικείμενη ανάληψη καθηκόντων Τραμπ;
Να πούμε αρχικά ότι υπάρχει αισιοδοξία, όσον αφορά το ζήτημα της Γάζας επί παραδείγματι, η Λευκωσία θα μπορούσε να διαδραματίσει ρόλο τουλάχιστον σε σχέση με το πρόγραμμα «Αμάλθεια» για την ανθρωπιστική βοήθεια. Εκτιμώ ότι για τις ευρωπαϊκές χώρες είναι και το πλέον πρόσφορο, είναι ο πλέον κοντινός διάδρομος και ακόμη περισσότερο από τη στιγμή που θέλουν να αποφύγουν χώρες ή τουλάχιστον δρώντες -βλέπε Τουρκία- που ίσως σε κάποιο βαθμό καταστούν ανεξέλεγκτοι. Άρα, λοιπόν, η Λευκωσία είναι μία πάρα πολύ καλή επιλογή γι' αυτό το συγκεκριμένο πρόγραμμα.
Όσον αφορά την προεδρική απόφαση του Τζο Μπάιντεν φυσικά και είναι κάτι εξαιρετικά θετικό καθώς προσφέρει δυνατότητα στην Κυπριακή Δημοκρατία να ενισχύσει την άμυνά της, να ανανεώσει το στρατιωτικό εξοπλισμό που είχε καταστεί πεπαλαιωμένος. Είχε κάνει ένα μεγάλο πρόγραμμα προμήθειας τη δεκαετία του ‘90 με προμήθειες κυρίως από τη Ρωσία αλλά πλέον έχει καταστεί πρώτον πεπαλαιωμένο και ελλείψει άλλων προμηθευτών, όπως η Σερβία, κρίθηκε ανεπαρκές. Συνεπώς είναι θετικό βήμα για την Κυπριακή Δημοκρατία αυτή η συγκεκριμένη απόφαση.
Και ακολουθεί τις κινήσεις θεσμικής διασύνδεσης με το ΝΑΤΟ
Κάποιοι μπορεί να θεωρήσουν ότι υπάρχουν αυτοματισμοί. Δηλαδή, κάποιοι θα σκεφτούν ότι η αμερικανική απόφαση για την ένταξη της Κύπρου στα αμυντικά προγράμματα σημαίνει αυτομάτως και πριμοδότηση για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Δεν υπάρχουν αυτοματισμοί για έναν πολύ απλό λόγο. Για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να συμφωνήσει και η πλευρά η οποία είναι φυσικό να αναμένει κανείς ότι θα αντιδράσει, δηλαδή η Τουρκία. Δεν υπάρχει περίπτωση να συμφωνήσει η Τουρκία αν δεν υπάρξει επίλυση του Κυπριακού έτσι όπως το θέλει η ίδια. Εδώ είναι και τα προβλήματα όσον αφορά το ΝΑΤΟ. Αυτό θα ήταν μία καλή προοπτική φυσικά για τος ΝΑΤΟϊκές χώρες, φυσικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες, πιθανότατα και για τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά δεν είναι κάτι που μπορεί να γίνει αυτόματα, δεν μπορούμε να πάμε αυτόματα από το ένα στο άλλο.
Πάντως έχουμε μία ενδυνάμωση στρατηγικών σχέσεων σε κάθε περίπτωση. Διαβάζοντας επίσης για το νέο κοίτασμα που ανακαλύφθηκε νοτιότερα, στην Αίγυπτο, το γεγονός αυτό σημαίνει ότι το ενεργειακό «παιχνίδι» είναι το πιο σημαντικό πλέον. Το τι θα γίνει και σε σχέση με την Κύπρο σχετίζεται και με το ενεργειακό. Όσο ανοίγουν «πηγάδια» τόσο διαφοροποιείται και η κατάσταση που γνωρίζαμε μέχρι τώρα.
Πώς θεωρείτε ότι τα «διαβάζει» όλα αυτά η Τουρκία και ειδικά την τελευταία αμερικανική απόφαση για την ένταξη της Κύπρου στα αμυντικά προγράμματα;
Πολύ προσεκτικά. Έχουμε ένα κατεστημένο εξωτερικής πολιτικής στην Τουρκία εδώ και χρόνια -δεν είναι επειδή ανέλαβε τώρα ο Χακάν Φιντάν υπουργός Εξωτερικών- που δεν βλέπει, πρώτον, να ταυτίζονται τα συμφέροντα της Τουρκίας με τα αμερικανικά και σε δεύτερο λόγο, σε περίπτωση ανάγκης, ότι θα πρέπει να υπάρχουν και συγκρούσεις. Συγκρούσεις όχι στον βαθμό της διάρρηξης των σχέσεων, αλλά συγκρούσεις που θα στέλνουν ένα μήνυμα ότι, πρώτον, η Τουρκία δεν είναι δεδομένη και ότι, επαναλαμβάνω, θα πολεμήσει για τα συμφέροντά της -εννοώ θα διεκδικήσει πιο ενεργά τα συμφέροντά της. Παρακολουθεί πάρα πολύ προσεκτικά. Θα έλεγα με αρνητική επιφυλακτικότητα έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών.
Και πώς βλέπετε την προεδρία Τραμπ να κινείται έναντι της Τουρκίας στο πεδίο της Συρίας και όσον αφορά τη διατήρηση των αμερικανικών δυνάμεων;
Αυτές τις ημέρες είναι τρέχουσα η διαδικασία των εγκρίσεων των διορισμών των στελεχών της κυβέρνησης Τραμπ από το Κογκρέσο. Και ο προαλειφόμενος για υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο βγαίνει και μιλά ανοιχτά για τους Κούρδους. Δεν ήταν δηλαδή ένα παιχνίδι με τις λέξεις της μορφής ‘στηρίζουμε δειλά’, αλλά μίλησε ξεκάθαρα για το κουρδικό στοιχείο και τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις. Κάτι τέτοιο, λοιπόν, στέλνει ένα μήνυμα όχι τόσο ασαφές όσο ήταν παλαιότερα. Και το επαναλαμβάνω, όχι τόσο ασαφές όσο ήταν παλαιότερα. Δεν σημαίνει ότι είναι σαφέστατο, αλλά είναι λιγότερο ασαφές από το παρελθόν.
Η μετάφραση αυτού είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παρακολουθούν με αυξημένη προσοχή πλέον και τις δράσεις της Τουρκίας. Δεν σημαίνει ότι παίρνουν θέση κατά της Τουρκίας. Αλλά δεν σημαίνει επίσης ότι δίνουν και το «πράσινο φως» για ο,τιδήποτε προκύψει από την τουρκική πλευρά. Είναι κάτι το οποίο σαν μήνυμα πολύ απλά μεταφράζεται στο ότι «εμείς σας παρακολουθούμε» και έχουμε συμφέροντα τα οποία δεν ταυτίζονται με τα δικά σας.
Όσον αφορά την αμερικανική παρουσία, απ’ ό,τι φαίνεται -και βάσει πληροφοριών που είχαμε- αεροσκάφη αμερικανικά, μεγάλα μεταγωγικά, μετέφεραν εξοπλισμό όχι ικανό να ανατρέψει μία μείζονος κλίμακας τουρκική εισβολή, αλλά εν πάση περιπτώσει με σκοπό να δώσουν επιπλέον κίνητρα στους Κούρδους να πολεμήσουν. Νομίζω ότι και αυτό στέλνει ένα μήνυμα πως «δεν υποχωρούμε τουλάχιστον στην πρώτη φάση, μέχρι η δική σας πλευρά -βλ. η τουρκική- να δώσει και τα απαραίτητα εχέγγυα ότι δεν θα εξαφανίσει αυτούς τους οποίου θεωρούμε πραγματικούς ή δυνητικούς συμμάχους -βλ. τους Κούρδους».
Έχουμε γενικά ένα περιβάλλον γύρω από τον Τραμπ, το οποίο από τη μία θα τον συμβούλευαν να είναι πολύ επιφυλακτικός με την Τουρκία, από την άλλη έχουμε και κάποιους οι οποίοι είναι πιο κοντά στην τουρκική πλευρά. Για παράδειγμα έχει ακουστεί και το όνομα του Μεχμέτ Οζ. Θυμίζω ήταν ο ανθυποψήφιος του Τζον Φέτερμαν στην Πενσιλβάνια για τη Γερουσία.
Για τον Λίβανο από την άλλη τι προδιαγράφεται μετά και την ανάδειξη του φιλοδυτικού προέδρου Ζοζέφ Αούν;
Ο Λίβανος είναι μία χώρα μικρή, αλλά με πολύ μεγαλύτερη γεωπολιτική σημασία από ό,τι αντιλαμβάνονται όσοι βλέπουν απλώς και μόνο τα μεγέθη. Η θέση του Λιβάνου είναι πάρα πολύ σημαντική και όχι μόνο για τα ενεργειακά, τις συμφωνίες κ.ο.κ. Ρυθμίζει τις ισορροπίες στην ευρύτερη περιοχή. Ήδη από την εποχή που το παλαιστινιακό κίνημα είχε καταφύγει στον Λίβανο, αυτή η χώρα έχει αναδειχθεί σε κλειδί για πολλές εξελίξεις.
Το πώς θα κινηθεί ο Λίβανος, με δεδομένα πλέον ότι, πρώτον, η Χεζμπολάχ έχει υποστεί πλήγματα (δεν έχει εξαφανιστεί, αλλά έχει υποστεί πλήγματα και ακόμη περισσότερο έχει πλήγματα τα οποία έθιξαν τον πάτρονά της το Ιράν), με δεδομένο επίσης ότι η εξτρεμιστική, τζιχαντιστική πτέρυγα των σουνιτών του Λιβάνου έχει μία μεγάλη πρόκληση αν θα συστρατευθεί με τους τζιχαντιστές της Συρίας ή όχι, είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς πόσο θα διατηρηθεί στην εξουσία η παρούσα κυβέρνηση. Όλοι το ευχόμαστε, θα πρέπει να το ευχόμαστε. Φοβάμαι ότι είναι ζήτημα στατιστικών στοιχείων. Το χριστιανικό στοιχείο, το οποίο εκπροσωπείται από τον νέο πρόεδρο, αφού ο πρόεδρος πρέπει να είναι από την κοινότητα των μαρωνιτών, αριθμητικά φθίνει. Άρα ο Λίβανος είναι ένας μεγάλος γρίφος, πολύ σημαντική χώρα, ασύμμετρα όσον αφορά το μέγεθός της.
Και στο βάθος το Ιράν;
Αν κάποιος με τη συμφωνία στη Γάζα θεωρεί ότι λύθηκε το Μεσανατολικό είναι αρκετά μακριά από την πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι ότι το Ιράν είναι κομμάτι του προβλήματος. Ίσως το πιο σημαντικό κομμάτι. Θα μπορούσε να συμπεριληφθει σε ένα ευρύτερο καθεστώς ασφάλειας. Θα μπορούσε να γίνει αυτό με τη Μαδρίτη το 1991, θα μπορούσε να είχε γίνει με την πρόταση να συμπεριληφθεί το Ιράν στις συζητήσεις για το Αφγανιστάν. Τώρα έχουμε πάει σε άλλες επιλογές.
Για το Ιράν πλέον το ερώτημα είναι αν θα προχωρήσει το πυρηνικό του πρόγραμμα. Αν θα προχωρήσει νομίζω ότι θα έχουμε κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί μέχρι τώρα.
Ο Αφεντούλης Λαγγίδης είναι Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων, διδάσκων στο Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι επίσης εξωτερικός επιστημονικός συνεργάτης του ΙΔΙΣ.