Του Παύλου Ελευθεριάδη*
Η ψήφος εμπιστοσύνης προς την Τερέζα Μέι, που διεξήχθη χθες στην αίθουσα 14 της Βρετανικής Βουλής, ήταν μια εσωκομματική διαδικασία. Σύμφωνα με τους εσωτερικούς κανόνες του Συντηρητικού Κόμματος, η αρχηγός του υπάγεται σε ψήφο εμπιστοσύνης αν το ζητήσει το 15% της κοινοβουλευτικής ομάδας με επιστολή προς τον πρόεδρο της Επιτροπής του 1922 (δεν ξέρω γιατί) η οποία αποτελείται από βουλευτές που δεν είναι υπουργοί. Την Τρίτη μαζεύτηκαν οι 48 επιστολές που ήταν απαραίτητες για να γίνει η ψηφοφορία.
Για να επιβιώσει ως αρχηγός του κόμματος πρωθυπουργός χρειαζόταν 159 ψήφους. Κατά την διάρκεια της ημέρας πάνω από 170 δήλωσαν δημοσίως ότι θα την στηρίξουν, αλλά η ψήφος ήταν μυστική. Τελικά έλαβε 200 ψήφους υπερ και 117 κατά.
Τι σημαίνουν οι 117 ψήφοι κατά; Κατά κανόνα οι βουλευτές που θέλουν αλλαγή ηγεσίας είναι οι ακραίοι εθνικιστές του Συντηρητικού Κόμματος, υπό την ιδεολογική, αλλά όχι φυσική, ηγεσία του Τζαίκομπ Ρης Μόγκ και του Μπόρις Τζόνσον. Αυτοί εναντιώνονται στην Τερέζα Μέι επειδή θέλουν πιο ακραία έξοδο. Θέλουν να φύγει η Βρετανία από την ΕΕ αμέσως, χωρίς μεταβατική περίοδο, χωρίς να πληρώσει τα 39 δισεκατομμύρια που της αναλογούν μέχρι το 2020 που τελειώνει η προβλεπόμενη μεταβατική περίοδος και χωρίς να λυθεί το πρόβλημα της Βορείου Ιρλανδίας – δηλαδή με πραγματικά σύνορα μεταξύ Βορείου Ιρλανδίας και Δημοκρατίας της Ιρλανδίας.
Οι διαφορές τους με την Τερέζα Μέι δεν είναι μεγάλες. Και η Μέι μιλά απαξιωτικά για τους Ευρωπαίους (λέγοντας ότι οι μετανάστες από την ΕΕ «παραβιάζουν την ουρά για να εισέλθουν στην Βρετανία») και θέλει να σταματήσει την ελεύθερη μετανάστευση από την ΕΕ, καθώς και να διακόψει τις σχέσεις της Βρετανίας με τους πολυμερείς θεσμούς του κράτους δικαίου της Ευρώπης, όπως π.χ. το Δικαστήριο της ΕΕ, επειδή κατά την κρίση τους περιορίζουν την «εθνική κυριαρχία». Η ρητορική της είναι το ίδιο εθνικιστική όσο και του Μπόρις Τζόνσον. Αλλά από οικονομικό ρεαλισμό, και σκεπτόμενη την ζημιά που ένα νέο σύνορο θα κάνει στην Βόρειο Ιρλανδία, προτιμά τον συμβιβασμό.
Τι θέλουν οι επικριτές της; Το ευρωπαϊκό κοινό δυσκολεύεται να καταλάβει την συζήτηση αυτή. Το Brexit δεν το θέλουν μόνο οι «αγανακτισμένοι», όπως π.χ. η ηγετική ομάδα του Εργατικού Κόμματος. Η κύρια ιδεολογική βάση προέρχεται από τον εθνικισμό και την νοσταλγία για τα περασμένα μεγαλεία που προέρχεται από την συντηρητική δεξιά.
Οι εσωκομματικοί επικριτές της Τερέζα Μέι είναι κατά κανόνα μορφωμένοι και εύποροι εθνικιστές. Η πρόθεσή τους είναι να αναβιώσει η ένδοξη Βρετανική αυτοκρατορία σε μια νέα μορφή, χωρίς τη δύναμη των όπλων αυτή τη φορά, αλλά μόνο από την φυσική (πνευματική και ηθική) )υπεροχή της έναντι όλων των άλλων χωρών του κόσμου και ιδίως των χωρών της ηπειρωτικής Ευρώπης, ως «Παγκόσμια Βρετανία» (ή “Global Britain”). Μπορεί σε εμάς και στους άλλους Ευρωπαίους αυτά τα πράγματα να φαίνονται γελοία και ανιστόρητα, αλλά δυστυχώς στους υπερήλικες και εύπορους Βρετανούς, που νοσταλγού το ένδοξο παρελθόν, θεωρούν τους Γάλλους κατώτερους και αποτελούν την μεγάλη πλειοψηφία των μελών του Συντηρητικού Κόμματος, τέτοιες ανοησίες αντιμετωπίζονται με μεγάλη σοβαρότητα.
Δυστυχώς ένας τέτοιος πυρετός αλαζονείας έχει κυριεύσει μεγάλο μέρος του συντηρητικού τύπου και ιδιαίτερα μεγάλο μέρος του ΒΒC - όπως διαπίστωσα ο ίδιος μετά από μακρά συνομιλία μου πριν λίγες ημέρες με δημοσιογράφο με υψηλή διευθυντική θέση στο BBC.
Συνεπώς οι 117 επικριτές της δεν πρόκειται να αλλάξουν γνώμη, επειδή απέτυχαν να την εκθρονίσουν. Η Συμφωνία Αποχώρησης που έχει υπογράψει η Τερέζα Μέι με την ΕΕ έχει ελάχιστες πιθανότητες να κυρωθεί από τη βουλή. Αν προστεθούν οι 117 στους βουλευτές του Εργατικού Κόμματος (που ζητά εκλογές και μια καλύτερη συμφωνία – με κάποιο μαγικό τρόπο που ξέρουν μόνο ο κ. Κόρμπιν - για “Brexit” που θα έχει μόνο κέρδη) και των φιλο-ευρωπαικών κομμάτων που είναι εναντίον του Βrexit και ζητούν δημοψήφισμα, τότε είναι φανερό ότι η ψηφοφορία έγκρισης της συμφωνίας (η οποία είχε προγραμματιστεί για την Τρίτη αλλά αναβλήθηκε) θα καταλήξει σε Βατερλώ, όποτε και αν γίνει. Τι θα γίνει μετά; Κανείς δεν ξέρει.
Μπορεί λοιπόν να ξέφυγε από την παγίδα του Μπόρις Τζόνσον και των εσωκομματικών της αντιπάλων, αλλά η Τερέζα Μέι συνεχίζει την πορεία της προς την σύγκρουση με τη Βουλή. Το πρόβλημα είναι όμως ότι κανένα ενδεχόμενο δεν έχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Η αιτία είναι πάντα η ίδια: η απάτη του δημοψηφίσματος. Αυτό που υποσχέθηκε η εκστρατεία του Μπόρις Τζόνσον δεν υπάρχει. Η εκστρατεία βασίστηκε στην ψευδή πρόταση ότι η Βρετανία μπορεί να είναι εκτός της ΕΕ αλλά να έχει όλα τα εμπορικά οφέλη από τα ανοικτά σύνορα. Τώρα που τα ψεύδη αυτά έχουν αποκαλυφθεί είναι φανερό ότι το δημοψήφισμα δεν αποφάσισε τίποτε. Γι αυτό η Βρετανική κοινωνία παραμένει όσο ποτέ διχασμένη.
*Ο Παύλος Ελευθεριάδης είναι καθηγητής δημοσίου δικαίου στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και δικηγόρος στο Λονδίνο.