Εκατόν εβδομήντα βουλευτές της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ υπέγραψαν μια διακομματική επιστολή απευθυνόμενη στον υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, προτρέποντας την κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν να αντιμετωπίσει «προβληματικά» ζητήματα στον τομέα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς η κυβέρνηση θα χαράζει την πολιτική της απέναντι στην Τουρκία.
Η επιστολή, που φέρει ημερομηνία 26 Φεβρουαρίου και δημοσιεύτηκε σήμερα, υπογραμμίζει ότι ο νατοϊκός σύμμαχος Τουρκία είναι από χρόνια ένας σημαντικός εταίρος των ΗΠΑ, αλλά ότι η κυβέρνηση του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει προκαλέσει ένταση στις διμερείς σχέσεις
«Στρατηγικά ζητήματα έχουν δικαίως λάβει σημαντική προσοχή στις διμερείς μας σχέσεις, αλλά η κατάφωρη παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η δημοκρατική οπισθοδρόμηση που λαμβάνουν χώρα στην Τουρκία είναι επίσης σημαντικές ανησυχίες», αναφέρει η επιστολή, την οποία υπογράφουν μεταξύ άλλων οι βουλευτές Γκρέγκορι Μικς, ο Δημοκρατικός πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, και ο Μάικ Μακόλ, το ανώτερο μέλος των Ρεπουμπλικάνων σε αυτή την Επιτροπή.
Να διασφαλίσει ότι η Τουρκία θα σταθεί υπόλογη για την «κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και τη «δημοκρατική οπισθοδρόμηση» ζητούν τα μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν.
«Ενώ είναι προς το αμοιβαίο μας συμφέρον οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Τουρκία να παραμείνουν στρατηγικοί σύμμαχοι και να επιδιορθώσουν τα ρήγματα που υπάρχουν μεταξύ τους, πιστεύουμε ότι αλλαγές στη συμπεριφορά του προέδρου Ερντογάν και του κόμματος του είναι ζωτικής σημασίας για την αποκατάσταση αυτής της σχέσης», σημειώνουν τα μέλη του Κογκρέσου.
Επιπλέον, στην επιστολή γίνεται αναφορά στην επίσκεψη του προέδρου Ερντογάν στην Ουάσιγκτον το 2017 κατά τη διάρκεια της οποίας οι άνδρες της ασφάλειας του είχαν επιτεθεί και χτυπήσει ειρηνικούς διαδηλωτές που βρίσκονταν έξω από την κατοικία του Τούρκου πρέσβη. Οι διαδηλωτές στη συνέχεια μήνυσαν την τουρκική κυβέρνηση ζητώντας αποζημίωση και η υπόθεση εκκρεμεί στα αμερικανικά δικαστήρια. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της ίδιας μέρας, οι άνδρες της ασφάλειας του προέδρου Ερντογάν είχαν εμπλακεί σε αψιμαχίες ακόμα και με άνδρες της μυστικής αστυνομίας (secret service) μπροστά από την πύλη της τουρκικής πρεσβείας. Όπως αναφέρεται στην επιστολή, «η κυβέρνηση του προέδρου Ερντογάν έφερε ακόμα και το στυλ της στους δρόμους της πρωτεύουσας του έθνους μας, όταν κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Ερντογάν το 2017 στις Ηνωμένες Πολιτείες, το τουρκικό προσωπικό ασφαλείας επιτέθηκε σε ειρηνικούς διαδηλωτές και ομοσπονδιακούς υπαλλήλους».
Σχετικά με την οπισθοδρόμηση των δημοκρατικών ελευθεριών και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η επιστολή απαριθμεί σημαντικές κατηγορίες εναντίον του Ρετζεπ Ταγίπ Ερντογάν και της κυβέρνησης του. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, η τουρκική κυβέρνηση προχώρησε:
- στην αποδυνάμωση του δικαστικού σώματος.
- στην τοποθέτηση πολιτικών συμμάχων σε θέσεις κλειδιά στον στρατό και στις υπηρεσίες πληροφοριών.
- στην καταστολή της ελευθερίας του λόγου και της ελευθερίας του Τύπου.
- στην εσφαλμένη φυλάκιση πολιτικών αντιπάλων, δημοσιογράφων και μειονοτήτων.
Υπενθυμίζεται ότι μόλις πριν από δυο εβδομάδες, 54 γερουσιαστές από το Δημοκρατικό και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα είχαν στείλει κοινή επιστολή στον πρόεδρο Μπάιντεν, ζητώντας του να πιέσει την Άγκυρα προκειμένου να μπει ένα τέλος στην αυταρχική διολίσθηση της γειτονικής χώρας.