Όλο και πιο δυνατά ακούγονται τα τύμπανα πολέμου στην Ερυθρά Θάλασσα με μπαράζ επιθέσεων των Χούθι και τις Ηνωμένες Πολιτείες με την Βρετανία να ετοιμάζονται να περάσουν από την άμυνα στην επίθεση. Οι καθοδηγούμενοι από το Ιράν σιίτες αντάρτες «δοκιμάζουν» τη Δύση· αψηφούν τις προειδοποιήσεις και αντίθετα κλιμακώνουν σε βαθμό που, παρά τους κινδύνους, καθίσταται όλο και πιο πιθανό το ενδεχόμενο στρατιωτικών πληγμάτων κατά θέσεών τους στο έδαφος της Υεμένης.
Στην προειδοποίηση που απηύθυναν προ ημερών προς τους Χούθι από κοινού τα κράτη που συγκροτούν τον διεθνή συνασπισμό στην Ερυθρά Θάλασσα ότι θα «υποστούν τις συνέπειες» εάν επιμείνουν να απειλούν τα εμπορικά πλοία και την παγκόσμια ναυτιλία, εκείνοι απάντησαν με κύμα επιθέσεων drone και πυραύλων στο Στενό του Μπαμπ ελ-Μαντέμπ που ενώνει την Ερυθρά Θάλασσα με τον Ινδικό Ωκεανό. Ήταν η μαζικότερη επίθεση που έχει εξαπολύσει από την 9η Οκτωβρίου το πιόνι του «άξονα της αντίστασης» των Ιρανών μουλάδων.
Δεκαοκτώ ιρανικού σχεδιασμού μη επανδρωμένα αεροσκάφη, δύο πύραυλοι κρουζ και ένας βαλλιστικός πύραυλος καταρρίφθηκαν από πολεμικά αεροσκάφη F/A-18 που απονηώθηκαν από το αεροπλανοφόρο USS Dwight D Eisenhower, το οποίο έχει αναπτυχθεί στην Ερυθρά Θάλασσα, και από τέσσερα αντιτορπιλικά, τα USS Gravely, USS Laboon, USS Mason και το βρετανικό HMS Diamond.
To μπαράζ της 9ης Ιανουαρίου ήλθε κατά τους Χούθι ως «αρχική απάντηση στην επαίσχυντη επίθεση των εχθρικών δυνάμεων των ΗΠΑ κατά των ναυτικών μας δυνάμεων». Αναφέρονται στη βύθιση τριών ταχύπλοων των Χούθι και το θάνατο των πληρωμάτων τους από ελικόπτερα του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια απόπειρας επίθεσης σε πλοίο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων στις 31 Δεκεμβρίου.
Διά στόματος του εκπροσώπου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου, Τζον Κίρμπι, του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, Άντονι Μπλίνκεν, και του Βρετανού υπουργού Άμυνας Γκραντ Σαπς, ακολούθησαν νέες προειδοποιήσεις ότι οι Χούθι θα υποστούν τις συνέπειες εάν συνεχίσουν. «Θα κάνουμε αυτό που πρέπει να κάνουμε» δήλωνε ο Τζον Κίρμπι ενώπιον των δημοσιογράφων χθες το βράδυ, τη στιγμή που γινόταν γνωστό πως ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ρίσι Σούνακ, επρόκειτο να ενημερώσει σε έκτακτη τηλεδιάσκεψη το υπουργικό συμβούλιο για το ενδεχόμενο ανάληψης στρατιωτικής δράσης κατά των Χούθι. Σύσκεψη βρισκόταν παράλληλα σε εξέλιξη στο αμερικανικό Πεντάγωνο.
«Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι, όπως ξεκαθαρίσαμε, και πολλές άλλες χώρες ξεκαθάρισαν, θα υπάρξουν συνέπειες για τις ενέργειες των Χούθι» ήταν η δήλωση του Άντονι Μπλίνκεν από τη Μανάμα του Μπαχρέιν μετά τη μαζική επίθεση. Παράλληλα, υπογράμμισε πως οι Ηνωμένες Πολιτείες και σύμμαχοί τους έχουν καταστήσει ξανά και ξανά σαφές προς το Ιράν πως η υποστήριξή του προς τους Χούθι πρέπει να σταματήσει.
Ανάλογη προειδοποίηση έχει έλθει από τον Βρετανό υπουργό Άμυνας Γκραντ Σαπς, ο οποίος ανέφερε πως «θα λάβουμε την απαιτούμενη δράση για να προστατεύσουμε αθώες ζωές και την παγκόσμια οικονομία». Ερωτηθείς εάν η στρατιωτική δράση κατά στόχων των Χούθι είναι πλέον αναπόφευκτη, ο Σαπς απάντησε: «Δεν μπορώ να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες, αλλά μπορώ να πω ότι η κοινή δήλωση που εκδώσαμε καθόρισε μια πολύ σαφή πορεία ότι, αν αυτό δεν σταματήσει, τότε θα αναληφθεί δράση, οπότε το πιο απλό πράγμα είναι να πω: Μείνετε συντονισμένοι».
Η επίθεση σε σμήνος είναι τακτική που χρησιμοποιούν οι ρωσικές δυνάμεις στην Ουκρανία. Οι συντονισμένες μαζικές επιθέσεις με drone, που τους έχει προμηθεύσει το ιρανικό καθεστώς, σε συνδυασμό με πιο εξελιγμένους πυραύλους προς κάμψη των δυνατοτήτων της τοπικής αεράμυνας, ακόμη και αν αναχαιτιστούν στο σύνολό τους το κόστος είναι υπέρογκο. Η συναρμολόγηση ενός ιρανικού Shahed 136 κοστίζει 20.000 δολάρια, ενώ κάθε ένας από τους πυραύλους Sea Viper που εκτοξεύτηκαν από το HMS Diamond έχει κόστος μεταξύ 1,2 και 2,2 εκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με αμυντικές πηγές που επικαλείται ο βρετανικός Τύπος. Υφίσταται παράλληλα το κόστος των καυσίμων και άλλων εξόδων για τη διατήρηση του πολυεθνούς στόλου υπό τη σημαία της επιχείρησης «Prosperity Guardian».
Οι Χούθι έχουν αναδειχθεί στον πλέον απρόβλεπτο και επικίνδυνο παράγοντα που μπορεί να πυροδοτήσει μία περιφερειακή διάχυση του πολέμου, την οποία και πασχίζουν από την πρώτη στιγμή να αποτρέψουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Όμως, ο κίνδυνος τα drone και οι πύραυλοι των Χούθι να πετύχουν κάποια στιγμή στόχο, το κόστος μίας «απαγορευμένης» Ερυθράς Θάλασσας για τη ναυτιλία, αλλά και το υψηλό κόστος της συστηματικής πλέον χρήσης πυραύλων για την απόκρουση των επιθέσεών τους, είναι τα αίτια που μπορεί εν τέλει να οδηγήσουν σε ανάληψη στρατιωτικής δράσης εκ μέρους ΗΠΑ και Βρετανίας.
Τις Ηνωμένες Πολιτείες ακόμη στοιχειώνει η βομβιστική επίθεση της Αλ Κάιντα κατά του αντιτορπιλικού USS Cole στο λιμάνι του Άντεν το 2000, και μπροστά στον κίνδυνο μίας επιτυχούς επίθεσης των Χούθι έχουν ενταθεί οι φωνές στην Ουάσινγκτον ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να κινηθούν πιο δυναμικά. Στις διεθνείς ναυτιλιακές λωρίδες στον Κόλπο του Άντεν οι σιίτες αντάρτες χθες εκτόξευσαν αντιπλοϊκό βαλλιστικό πύραυλο χωρίς να υπάρξουν ζημιές ή τραυματισμοί, ανακοίνωσε ο αμερικανικός στρατός. Ήταν η 27η επίθεση που πραγματοποιούν κατά της διεθνούς ναυσιπλοΐας από την 19η Νοεμβρίου.
«Αν απλά στεκόμαστε μόνο σε θέση άμυνας, στο τέλος ένας από αυτούς τους πυραύλους ή τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη θα χτυπήσει και θα σκοτώσει ναύτες», λέει ο Μάικλ Άλεν, πρώην σύμβουλος του Λευκού Οίκου σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Η επίθεση τρομοκρατών με ταχύπλοα κατά του USS Cole είχε κοστίσει τη ζωή σε 17 ναύτες. Ο πρώην Διοικητής της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ (CENTCOM), υπεύθυνος για τις αμερικανικές και συμμαχικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή, Τζόζεφ Βότελ, προκρίνει να μπουν στο στόχαστρο οπλικά και πυραυλικά συστήματα κατά μήκος των ακτών, τα οποία επισημαίνει πως είναι «πολύ καθαροί στρατιωτικοί στόχοι».
Ο αμυντικός αναλυτής του Guardian Νταν Σάμπα έρχεται ωστόσο να επισημάνει πως ένας γύρος δυτικών αεροπορικών επιδρομών κατά υποδομών των Χούθι στην Υεμένη είναι εξαιρετικά απίθανο να θέσει τέλος στις επιθέσεις στην Ερυθρά Θάλασσα. Οι Χούθι είναι σκληραγωγημένοι στη μάχη μετά από χρόνια εμφυλίου πολέμου στην Υεμένη και ο χαρακτηρισμός τους ως αντάρτες είναι απλουστευτικός: Το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS) εκτιμά ότι αριθμούν 20.000 άνδρες και μία παρέλαση τον Σεπτέμβριο έδειξε ότι έχουν εξελιχθεί σε έναν οργανωμένο στρατό -σε κάποια κλίμακα- που θα είναι αποφασισμένος να αποδείξει ότι δεν ηττήθηκε όποια και αν είναι τα πλήγματα των ΗΠΑ.
Από πλευράς του, ο Φρανκ Γκάρντερ του BBC δίνει βαρύτητα στη δήλωση του υποναυάρχου του Βασιλικού Ναυτικού Τζον Γκόουερ: «Είναι σαφές ότι μακροπρόθεσμα δεν είναι πρακτικό, ούτε από υλικοτεχνική ούτε από οικονομική άποψη να πολεμήσουμε ένα μείγμα μεσαίου και χαμηλού κόστους πυραύλων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών με πολύ ακριβούς πυραύλους αναχαίτισης υψηλής τεχνολογίας».
Νέα έκθεση του εδρεύοντος στο Λονδίνο think tank Royal United Services Institute (RUSI) καταγράφει ορισμένα από τα πιο εξελιγμένα όπλα που διαθέτουν οι Χούθι, ανάμεσά τους ο βαλλιστικός πύραυλος ASBM με βεληνεκές 400 χιλιομέτρων, ο οποίος φέρει πολεμική κεφαλή 500 κιλών, καθώς και ο αντιπλοϊκός πύραυλος κρουζ Al-Mandeb 2, παρόμοιος με αυτόν που εκτόξευσε η Χεζμπολάχ το 2006 εναντίον του ισραηλινού πλοίου Hanit.
Τι σταθμίζουν οι ΗΠΑ
Στο γιατί μέχρι στιγμής τουλάχιστον οι ΗΠΑ και σύμμαχοί τους διστάζουν -ή δίσταζαν- προχωρήσουν σε στρατιωτική δράση κατά των Χούθι, ο Φρανκ Γκαρντεν παραθέτει τον κίνδυνο διάχυσης του πολέμου στη Γάζα και τον παράγοντα Σαουδική Αραβία. Κατά την ανάγνωσή του, όσο κι αν αραβικές κυβερνήσεις αντιπαθούν τους Χούθι και τους Ιρανούς υποστηρικτές τους, δεν τολμούν -με εξαίρεση το Μπαχρέιν- να διακινδυνεύσουν να προκαλέσουν αναταραχή στο εσωτερικό τους συμμετέχοντας σε οποιαδήποτε στρατιωτική δράση εναντίον τους.
Οποιαδήποτε επίθεση υπό την ηγεσία των ΗΠΑ σε θέσεις εκτόξευσης πυραύλων των Χούθι, εγκαταστάσεις αποθήκευσης, ναυπηγεία ή κέντρα διοίκησης και ελέγχου θα παρουσιαζόταν αναμφίβολα ως «αμερικανοϊσραηλινή επίθεση κατά του αραβικού έθνους», κατ’ επέκταση θα ρίσκαρε να μεταφέρει τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς πολύ πέρα από τα σημερινά του σύνορα και να πυροδοτήσει μια σύγκρουση με το Ιράν, την οποία οι ΗΠΑ επιζητούν να αποφύγουν.
Ως προς τη Σαουδική Αραβία, εμφανίζεται σε ιδιαίτερα λεπτή θέση. Επιχείρησε να απεμπλακεί από έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο στην Υεμένη, στον οποίο «εισήλθε» με αεροπορικές επιδρομές εναντίον των Χούθι το 2015. Οι Σαουδάραβες και οι σύμμαχοί τους στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα όχι μόνο απέτυχαν να ανατρέψουν την παράνομη κατάληψη της χώρας από τους Χούθι, αλλά εκείνοι ανταπέδωσαν με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, στοχεύοντας σαουδαραβικά αεροδρόμια, πόλεις και πετροχημικές εγκαταστάσεις. Σύμφωνα με το RUSI, μόνο τον Μάρτιο του 2021 εκτόξευσαν 340 πυραύλους και drone κατά της Σαουδικής Αραβίας.
Σήμερα, υπάρχει μια εύθραυστη εκεχειρία στην Υεμένη και οι Σαουδάραβες δεν επιθυμούν να την εκτροχιάσουν, και σαφώς ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας γνωρίζει επίσης πολύ καλά πόσο δημοφιλής είναι η στάση των Χούθι σε μέρος του πληθυσμού της.
Ωστόσο, με δεδομένο ότι οι Χούθι δεν διαφαίνεται ότι προτίθενται να σταματήσουν να απειλούν την Ερυθρά Θάλασσα, η ανάληψη έστω κάποιας περιορισμένης στρατιωτικής δράσης μοιάζει ζήτημα χρόνου.