Ο Αμερικανός πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ζήτησε από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ να ακυρώσει απόφαση κατώτερου δικαστηρίου, το οποίο έκρινε νωρίτερα αυτόν τον μήνα ότι δεν χαίρει ασυλίας.
Ομοσπονδιακό εφετείο των ΗΠΑ απέρριψε στις 6 Φεβρουαρίου την επιχειρηματολογία των δικηγόρων του Τραμπ ότι η υπόθεση στην οποία κατηγορείται για απόπειρα ανατροπής του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών του 2020 δεν μπορεί να εκδικαστεί επειδή την περίοδο εκείνη ήταν πρόεδρος και κατά συνέπεια έχαιρε ασυλίας.
Όλες οι διαδικασίες για την υπόθεση είχαν ανασταλεί εξαιτίας της έφεσης που είχαν υποβάλει οι δικηγόροι του Τραμπ, γεγονός που είχε αναγκάσει τη δικαστή Τάνια Τσάτκαν να ανακοινώσει την αναβολή της δίκης, η οποία αρχικά ήταν προγραμματισμένο να ξεκινήσει στις 4 Μαρτίου.
Η απόφαση του εφετείου θα τίθετο σε ισχύ τη Δευτέρα (12/2), εκτός κι αν ο Τραμπ προσέφευγε στο Ανώτατο Δικαστήριο, όπως και έπραξε.
Οι δικαστές του πρώην προέδρου ζητούν την ακύρωση της απόφασης του εφετείου. Επίσης έχουν καλέσει το Ανώτατο Δικαστήριο μέχρι να αποφασίσει αν θα δεχθεί να εξετάσει την υπόθεση, να αναστείλει την εφαρμογή της απόφασης του εφετείου.
Αν το Ανώτατο Δικαστήριο αρνηθεί να αναστείλει την εφαρμογή της απόφασης του εφετείου, είναι πιθανό η δίκη του Τραμπ για την υπόθεση αυτή να ξεκινήσει την άνοιξη.
Οι δικηγόροι του Τραμπ διεκδικούν «πλήρη ασυλία» για τις ενέργειές του όσο ήταν πρόεδρος και προειδοποιούν στην προσφυγή τους προς το Ανώτατο Δικαστήριο ότι η άρνηση της ασυλίας ενός προέδρου θα θέσει επικίνδυνο προηγούμενο.
«Χωρίς ασυλία από ποινικές διώξεις, η προεδρία όπως τη γνωρίζουμε θα πάψει να υφίσταται», υπογραμμίζουν.
Εναντίον του Τραμπ, φαβορί να κερδίσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών για τις εκλογές του Νοεμβρίου, έχουν απαγγελθεί κατηγορίες σε τέσσερις ξεχωριστές υποθέσεις. Ο πρώην πρόεδρος προσπαθεί να καθυστερήσει την εκδίκασή τους και την έκδοση αποφάσεων όσο περισσότερο μπορεί και σε κάθε περίπτωση μετά τις εκλογές.