Η συσσωρευμένη ένταση μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας έχει επικεντρωθεί στην κρίσιμα γεωπολιτικά χώρα της Ουκρανίας. Η εκ νέου επικοινωνία μεταξύ των δύο προέδρων δείχνει το πόσο σημαντικό είναι το διακύβευμα αυτής της διαμάχης μεταξύ των δύο παλιών μονομάχων του ψυχρού πολέμου. Η κατάσταση ωστόσο θυμίζει ή και προϊδεάζει για μία νέα θερμή ειρήνη.
Η βιντεοδιάσκεψη μεταξύ των δύο επικεφαλής των ΗΠΑ και της Ρωσίας στις αρχές του Δεκεμβρίου είχε μάλλον πενιχρά αποτελέσματα. Η ένταση στα ρωσοουκρανικά σύνορα συνέχισε αμείωτη, οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις παρέμειναν στις θέσεις πλην ενός περιορισμένου αριθμού στρατιωτών που επέστρεψε στις βάσεις του, ενώ το Κίεβο συνέχισε την έντονη ρητορική. Μία ακτίδα φωτός διαφάνηκε όταν ανακοινώθηκαν οι διαβουλεύσεις μεταξύ Ρωσίας-ΝΑΤΟ στις αρχές Ιανουαρίου.
Ωστόσο, είναι σαφές πως η Μόσχα φαίνεται αποφασισμένη να εμείνει στους στόχους της, δηλαδή να αποσπάσει εγγυήσεις ασφαλείας, ιδεατά νομικά δεσμευτικές, πως δε θα αναπτύσσονται οπλικά συστήματα σε γειτονικές χώρες. Ήδη οι ειδικοί στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες της Ρωσίας προετοιμάζονται πυρετωδώς για τις κρίσιμες διαβουλεύσεις. Το Κρεμλίνο άλλωστε θεωρεί πως το ΝΑΤΟ χρησιμοποιεί κάθε δυνατή ευκαιρία για να περικυκλώνει τη Ρωσία, όπως άλλωστε συμβαίνει και σε αυτή την περίσταση - σύμφωνα με το ρωσικό σκεπτικό - στην Ουκρανία. Έχει την ιδιαίτερη σημασία πως η επικοινωνία θα πραγματοποιηθεί έπειτα από πρωτοβουλία του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Το Κρεμλίνο έχει κλιμακώσει τις αντιδράσεις προς κάθε κατεύθυνση, τόσο διεθνώς, όπου χρησιμοποιεί μέχρι και την πολύ καλή σχέση του με το Πεκίνο και τείνει χείρα βοηθείας στο Ιράν, όσο και το εσωτερικό, όπου συνεχίζεται η καταστολή της αντιπολίτευσης. Χαρακτηριστικό είναι πως ο ίδιος ο Πούτιν δήλωσε πως σχεδιάζονται κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με τη Λευκορωσία το αμέσως επόμενο διάστημα, δείχνοντας την αδιαφορία του για τις προσπάθειες απομόνωσης του Μινσκ από τη διεθνή κοινότητα. Επισημαίνει με αυτό τον τρόπο πως ο Λουκασένκο αποτελεί έναν χρήσιμο σύμμαχο, που εκτιμά τις στρατιωτικές δυνατότητες του.
Από την πλευρά τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες βέβαια θεωρούν ως πιθανή μία ρωσική εισβολή, σε μικρή ή και μεγαλύτερη κλίμακα, σε εδάφη της Ουκρανίας, κρίνοντας από τον αριθμό των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων στα ουκρανικά σύνορα και την πιθανολογούμενη στρατιωτική ετοιμότητα τους. Σε αυτή την περίπτωση βέβαια, η απάντηση των ΗΠΑ, πέρα από τις οικονομικές κυρώσεις που έχουν προετοιμαστεί, ενδεχομένως να είναι και η ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας των συμμάχων τους στην περιοχή. Ήδη η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής έχουν εκφράσει τις διαθέσεις τους εναντίον της επέκτασης της ρωσικής επιρροής.
Η επικινδυνότητα της κατάστασης πολλαπλασιάζεται από την ύπαρξη μίας τεταμένης κατάστασης στο εσωτερικό της Ουκρανίας. Ο Ουκρανός πρόεδρος Ζελένσκι άλλωστε δεν αποφεύγει να δηλώσει πως ο πόλεμος είναι αναπόφευκτος δίχως άμεσες διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία, εννοώντας βέβαια πως η Μόσχα θα πρέπει να αναδιπλωθεί. Στην ουσία βέβαια το Κίεβο συμπεριφέρεται σαν ήδη να βρίσκεται ενόψει μίας πολεμικής αναμέτρησης.
Όσο ελλοχεύουν οι συγκρούσεις μεταξύ του ουκρανικού στρατού και των φιλορώσων αυτονομιστών στην περιοχή του Ντονμπάς, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το πως μπορεί να αποσυμπιεστεί αυτή η συσσωρευμένη ένταση μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ. Γι’ αυτό άλλωστε η επικοινωνία μεταξύ του Αμερικανού και του Ρώσου αναμενόταν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον διεθνώς.