Την εκστρατεία «κινεζοποίησης» θρησκειών και πεποιθήσεων έχει διευρύνει το καθεστώς Σι κλείνοντας, κατεδαφίζοντας και αλλάζοντας την όψη, και τη χρήση, ισλαμικών τεμενών και σε άλλες περιοχές πέραν της επαρχίας Σιντζιάνγκ, όπου η βάναυση καταστολή της μουσουλμανικής μειονότητας των Ουιγούρων έχει φέρει το Πεκίνο αντιμέτωπο με κατηγορίες για διάπραξη εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.
Εκατοντάδες τζαμιά έχει κλείσει συστηματικά και αθόρυβα η κινεζική κυβέρνηση στις βόρειες επαρχίες Νίνγκχια και Γκανσού, όπου κατοικούν οι μεγαλύτεροι μουσουλμανικοί πληθυσμοί στην Κίνα μετά την Σιντζιάνγκ, βάσει έκθεσης της διεθνούς μη κυβερνητικής οργάνωσης Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW) που δόθηκε στη δημοσιότητα σήμερα, Τετάρτη, και βασίζεται σε δημόσια έγγραφα, ανάλυση δορυφορικών εικόνων και μαρτυρίες.
Τεμένη έχουν υποστεί τροποποιήσεις όπως η αφαίρεση θόλων και μιναρέδων για να μην «θυμίζουν» Ισλάμ, ενώ έχουν κατεδαφιστεί οι χώροι πλύσης πριν την προσευχή για να εμποδιστεί επί της ουσίας η λειτουργία τους.
Η Χάνα Θίκερ, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Πλίμουθ, η οποία έχει ερευνήσει από κοινού το ζήτημα με τον Ντέιβιντ Στρόουπ του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, εξηγεί μιλώντας στον Guardian ότι η αφαίρεση των χώρων πλύσης είναι ένας τρόπος να διασφαλιστεί άμεσα ότι δεν μπορούν να αποτελέσουν τα τεμένη τόπο λατρείας, χωρίς αυτό να είναι άμεσο ορατό.
«Το κλείσιμο, η κατεδάφιση και η αλλαγή χρήσης των τζαμιών από την κινεζική κυβέρνηση αποτελεί μέρος μιας συστηματικής προσπάθειας για τον περιορισμό της άσκησης του Ισλάμ στην Κίνα» επισημαίνει η Μάγια Γουάνγκ, εκτελούσα χρέη διευθύντριας για υποθέσεις της Κίνας στο Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Στο χωριό Λιαοσιάο της αυτόνομης επαρχίας Νίνγκχια, όπου πλειοψηφούν οι μουσουλμάνοι, τρία από τα έξι τζαμιά έχουν απογυμνωθεί από τους τρούλους και τους μιναρέδες τους, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο. Στα υπόλοιπα έχουν καταστραφεί οι κύριες αίθουσες προσευχής. Δορυφορικό υλικό που περιήλθε στην κατοχή της HRW δείχνει έναν στρογγυλό θόλο σε ένα τζαμί Λιαοσιάο να αντικαθίσταται από μία κινεζική παγόδα κάποια στιγμή μεταξύ Οκτωβρίου 2018 και Ιανουαρίου 2020.
Περίπου 1.300 τζαμιά στη Νινγχία έχουν κλείσει ή αναγκαστικά αλλάξει χρήση από το 2020, επισήμανε η Χάνα Θίκερ μιλώντας επίσης στο δίκτυο BBC. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει το ένα τρίτο του συνόλου των μουσουλμανικών τεμενών στην περιοχή.
Υπό την ηγεσία του Σι Τζινπίνγκ, το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας έχει επιχειρήσει να «ευθυγραμμίσει» τη θρησκεία με την πολιτική του ιδεολογία και την κινεζική κουλτούρα. Το 2018, η Κεντρική Επιτροπή του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος συνέταξε έγγραφο που αναφερόταν στον έλεγχο των τζαμιών, το οποίο και διέρρευσε σε αμερικανικά μέσα ενημέρωσης. Προέτρεπε τις κρατικές κυβερνήσεις να «κατεδαφίσουν περισσότερα και να χτίσουν λιγότερα και να καταβάλουν προσπάθειες για τη συμπίεση του συνολικού αριθμού» τους.
Η καταστολή αυτή ήταν πιο μακροχρόνια και εκτεταμένη στο Θιβέτ και την Σιντζιάνγκ, αλλά επεκτάθηκε και σε άλλες περιοχές.
Υπάρχουν δύο μεγάλες μουσουλμανικές εθνοτικές ομάδες στην Κίνα. Οι Χούι κατάγονται από μουσουλμάνους που έφτασαν στην Κίνα τον 8ο αιώνα κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Τανγκ. Η δεύτερη ομάδα είναι οι τουρκογενείς Ουιγούροι, που κατοικούν κυρίως στην Σιντζιάνγκ. Περίπου τα δύο τρίτα των τζαμιών στη Σιντζιάνγκ έχουν υποστεί ζημιές ή έχουν καταστραφεί από το 2017, σύμφωνα με έκθεση του Ινστιτούτου Στρατηγικής Πολιτικής, ανεξάρτητη δεξαμενή σκέψης της Αυστραλίας.
Από το 2016 όταν ο Σι Τζινπίνγκ κάλεσε για πρώτη φορά στην «κινεζοποίηση» των θρησκειών, η καταστολή είχε ως κύριο επίκεντρο την Σιντζιάνγκ με πληθυσμό άνω των 11 εκατομμυρίων Ουιγούρων και άλλων μουσουλμανικών μειονοτήτων. Έκθεση των Ηνωμένων Εθνών διαπίστωσε πέρυσι ότι το καθεστώς Σι ενδεχομένως έχει διαπράξει «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» στη Σιντζιάνγκ, μεταξύ άλλων μέσω της κατασκευής ενός δικτύου στρατοπέδων όπου πιστεύεται ότι κρατούνταν τουλάχιστον ένα εκατομμύριο Ουιγούροι, Χούι, Καζάκοι και Κιργίζιοι.
Το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών αρνήθηκε να προβεί σε οποιοδήποτε σχόλιο για την έκθεση του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και παγίως απορρίπτει τις κατηγορίες ότι καταστέλλει τη θρησκευτική έκφραση και διώκει τις μουσουλμανικές μειονότητες.