Του Γιώργου Παυλόπουλου
Χάος ή παράταση. Αυτό ήταν το μήνυμα που έστειλαν ο Ντόναλντ Τραμπ και άλλοι ηγέτες της ΕΕ προς την Τερέζα Μέι από το Σαρμ ελ-Σεΐχ της Αιγύπτου, στις συναντήσεις που έγιναν εκεί για το Brexit. Έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, της ξεκαθάρισαν ότι δεν υπάρχει περίπτωση να γίνουν ουσιαστικές αλλαγές στο κείμενο της υπάρχουσας συμφωνίας -πολύ περισσότερο καθώς, όπως τόνισαν, η Βρετανή πρωθυπουργός δεν είναι σε θέση να τους παρέχει καμία διαβεβαίωση ότι μια αναθεωρημένη συμφωνία θα έχει την πλειοψηφία στη βουλή.
Έτσι, καθώς απομένει κάτι λιγότερο από ένας μήνας μέχρι την 29η Μαρτίου, την επίσημη ημερομηνία αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ σύμφωνα με τα ως τώρα ισχύοντα, το δράμα τείνει προς την κορύφωσή του. Αυτό, ωστόσο, δεν αναμένεται να συμβεί σήμερα ή αύριο, αλλά στις 12 Μαρτίου, καθώς η Μέι έδωσε στον εαυτό της νέα πίστωση χρόνου, με το επιχείρημα ότι θέλει να διεξάγει περαιτέρω διαπραγματεύσεις.
Βεβαίως, καθώς δεν υπάρχει πρακτικά περίπτωση να πάρει κάτι ριζικά καλύτερο από τις Βρυξέλλες, η πρόθεσή της είναι προφανής: Να οδηγήσει την κατάσταση στο παρά πέντε και να υποβάλλει τα μέλη του κοινοβουλίου, τόσο της συμπολίτευσης όσο και της αντιπολίτευσης, σε ένα ωμό εκβιασμό, το δίλημμα του οποίου θα είναι παρόμοιο με αυτό που της έθεσε ο Τουσκ: Ή δέχεστε τη συμφωνία που σας έχω φέρει ή οδηγούμαστε σε «άτακτο» Brexit. Στην εκδοχή, δηλαδή, την οποία για μια ακόμη φορά απέρριψε ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Αγγλίας, προειδοποιώντας ότι πρόκειται για το πιο επικίνδυνο σενάριο για τις αγορές και το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Πρακτικά, λοιπόν, το μπαλάκι βρίσκεται στην πλευρά των μελών του βρετανικού κοινοβουλίου, που καλούνται να αποφασίσουν εάν, επιτέλους, θα πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους. Εάν, δηλαδή, θα ξεπεράσουν μαζικά τις κομματικές γραμμές και θα υιοθετήσουν μια απόφαση η οποία θα υποχρεώνει την Μέι να ζητήσει παράταση χρόνου από τις Βρυξέλλες στην περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία ως τις 12 Μαρτίου.
Εάν αυτό συμβεί -και όλα δείχνουν ότι θα συμβεί, καθώς η κινητικότητα ανάμεσα στους βουλευτές είναι πολύ μεγάλη και οι μετατοπίσεις εντείνονται- τότε οι Ευρωπαίοι είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αποδεχθούν το αίτημα και θα δώσουν την παράταση, η οποία σε πρώτη φάση πιθανότατα θα είναι ολίγων εβδομάδων. Οπότε, το ερώτημα που τίθεται ήδη είναι τι θα συμβεί μετά από αυτό.
Με τη Μέι να έχει απωλέσει πλέον κάθε ουσιαστική διαπραγματευτική δυνατότητα, εντός και εκτός συνόρων, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι οι «27» δεν θα σπεύσουν να την γλιτώσουν και να της δώσουν εκ των υστέρων μια νέα συμφωνία. Κάτι που σημαίνει, πρακτικά, ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει είτε να αποκτήσει νέα κυβέρνηση (με εκλογές ή κοινοβουλευτική «σύνθεση») είτε να προχωρήσει σε νέο δημοψήφισμα -το οποίο, σύμφωνα με τις πληροφορίες, από μέρα σε μέρα αναμένεται να ζητήσουν και επισήμως οι Εργατικοί.
Όπως και να εξελιχθούν τα πράγματα, πάντως, ουδόλως είναι σίγουρο ότι το Λονδίνο έχει μπροστά του ένα καθαρό δρόμο εξόδου από την κρίση. Για του λόγου το αληθές, άλλωστε, ένα δεύτερο δημοψήφισμα δεν αποκλείει την περίπτωση οι Βρετανοί να ταχθούν εκ νέου υπέρ του Brexit, τιμωρώντας έτσι τα κόμματα που θα θεωρήσουν ότι τους «πούλησαν» (σύμφωνα με ορισμένους, μάλιστα, αυτό εκτιμά η Μέι, η οποία θέλει να κρατήσει το... κούτελο καθαρό και να ισχυρίζεται ότι δεν υπαναχώρησε, ώστε να δικαιωθεί εκ των υστέρων).
Ούτως ή άλλως, πάντως, το σίγουρο είναι ότι μετά από τόσες υπαναχωρήσεις και τερτίπια, το κύρος του πάλαι ποτέ κραταιάς αυτοκρατορίας θα έχει τρωθεί ανεπανόρθωτα, κάτι για το οποίο ευθύνη δεν θα φέρει μόνο η Μέι, αλλά και ο Τζέρεμι Κόρμπιν και οι «σκληροί» των Τόρις και οι οπαδοί του Bremain. Φανταστείτε, άλλωστε, τι θα είχε γραφεί και ειπωθεί εάν γίνονταν σε άλλη χώρα αυτά που συμβαίνουν τους τελευταίους μήνες στη Βρετανία...
AP Photo/Alastair Grant