Αυτά δήλωσε στο ρωσικό πρακτορείο «ΡΙΑ-Νόβοστι» ο ειδικός εκπρόσωπος του προέδρου της Ρωσίας για τη διευθέτηση του Συριακού Αλεξάντρ Λαβρέντιεφ, συνοψίζοντας τα αποτελέσματα της πρόσφατης συνεδρίασης της «ομάδας της Αστανά» στο Καζακστάν, στο πλαίσιο της οποίας η Ρωσία, η Τουρκία και το Ιράν συζητούν τη συνεργασία τους στο Συριακό.
«Απόφαση δεν έχει ληφθεί, η Τουρκία μόνο ανακοίνωσε την ετοιμότητά της να διεξαγάγει την επιχείρηση για την κατοχύρωση της ασφάλειάς της με τη δημιουργία ζώνης 30 χιλιομέτρων και την απελευθέρωση των περιοχών Μανμπίτζ και Τελ-Ριφάτ», είπε ο Α.Λαβρέντιεφ, σημειώνοντας ότι «η ίδια η επιχείρηση δεν θα επιλύσει τα προβλήματα, αλλά θα οδηγήσει στη δημιουργία νέων απειλών για την ασφάλεια της Τουρκίας, διότι ούτε το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν ούτε οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις θα πάψουν να υπάρχουν και να ενεργούν κατά της Τουρκίας λόγω της διεξαγωγής αυτής της επιχείρησης».
Οι δυνάμεις αυτές κατά τον Ρώσο υψηλόβαθμο διπλωμάτη «έτσι κι αλλιώς θα ελέγχουν αρκετά μεγάλη έκταση στη βορειοανατολική Συρία», γι’ αυτό «πιο ορθή οδός είναι η αναζήτηση ειρηνικής επίλυσης του προβλήματος αυτού», καθώς η ρωσική πλευρά προειδοποίησε την τουρκική ότι διαφορετικά «μπορεί να προκληθεί ενίσχυση των αυτονομιστικών διαθέσεων των Κούρδων και να παρακινηθούν να αποκτήσουν κρατική υπόσταση, πράγμα που δεν είναι προς το συμφέρον ούτε της Συρίας ούτε της Τουρκίας ούτε του Ιράν ούτε του Ιράκ».
«Η ρωσική αντιπροσωπεία κατέβαλε όλες τις προσπάθειες ώστε να προσπαθήσει να πείσει την τουρκική για τον αντιπαραγωγικό χαρακτήρα αυτού του βήματος, το οποίο μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες», είπε ο Α. Λαβρέντιεφ, συμπληρώνοντας ότι η Τουρκία απορρίπτει κάθε είδους διαπραγματεύσεις με τους Κούρδους της περιοχής, τους οποίους όμως η Μόσχα προσπαθεί να πείσει «να έρθουν σε επαφή, να αναπτύξουν τις σχέσεις τους με τη Δαμασκό, να βρουν συμβιβαστικές λύσεις, να πετύχουν συμφωνίες για την αποκατάσταση της ενότητας της Συρίας, της ένταξης των συριακών δημοκρατικών δυνάμεων στον εθνικό συριακό στρατό», μια εξέλιξη, που η Μόσχα εκτιμά ότι θα μπορούσε «να αποτρέψει την εξέλιξη της κατάστασης βάσει του αρνητικού σεναρίου».
Ερωτηθείς εάν η Τουρκία θέτει κάποιους όρους για να μην πραγματοποιήσει την επιχείρησή της, ο κ. Λαβρέντιεφ δήλωσε ότι «ελπίζουμε πως ο πρόεδρος της Τουρκίας θα αποφύγει τη διεξαγωγή της λαμβάνοντας υπόψη και την αρνητική αντιμετώπισή της από όλα σχεδόν τα αραβικά κράτη.
Ο αραβικός κόσμος δεν έχει συμφέρον ώστε άλλο ένα κομμάτι αραβικής γης να περάσει υπό τον έλεγχο ουσιαστικά της Τουρκίας» και ως προς τη στάση της Ρωσίας σε περίπτωση που η επιχείρηση ξεκινήσει, είπε ότι «η Ρωσία δεν σκοπεύει να πολεμήσει με τον τουρκικό στρατό και τις συριακές δυνάμεις, που βρίσκονται υπό την προστασία της Άγκυρας. Δεν έχουμε εκεί στρατιωτικές μονάδες.
Η απάντησή μας είναι να προσπαθήσουμε να πείσουμε τους Τούρκους για τη μη σκοπιμότητα αυτού του βήματος. Να καταλάβουν τα εδάφη μπορούν, αλλά το ποιες θα είναι οι συνέπειες για την περαιτέρω εξέλιξη της κατάστασης, είναι δύσκολο να προβλεφθεί».
Ο Ρώσος διπλωμάτης δεν απέκλεισε μια απευθείας σύγκρουση τουρκικών και συριακών δυνάμεων, οι οποίες διαθέτουν στην περιοχή σχετικά μικρές οχυρώσεις και ενδεχομένως ο κυβερνητικός στρατός της Συρίας «να αναγκαστεί, εάν δεν αντισταθεί, να υποχωρήσει πίσω από τον αυτοκινητόδρομο Μ4».
Μάλιστα ο Α.Λαβρέντιεφ είπε ότι δεν προβλέπεται αύξηση των ρωσικών δυνάμεων της περιοχής, εκτιμώντας ότι το τελευταίο διάστημα στις περιοχές, που ελέγχει η συριακή αντιπολίτευση παρατηρείται «ορισμένη αποκατάσταση και σταθεροποίηση της κατάστασης και αντιμετώπιση των εξτρεμιστικών ομάδων», γι’ αυτό και η ρωσική αεροπορία έχει μειώσει τα χτυπήματά της, εκτιμώντας ότι «μοναδική προβληματική περιοχή είναι το Ιντλίμπ, όπου από τους 18.000 ενόπλους μπορούν να χαρακτηριστούν μετριοπαθείς περίπου 11.500, ενώ 6.500 παραμένουν ένοπλοι ασυμβίβαστοι εξτρεμιστές, οι οποίοι δεν έχουν σε κάθε περίπτωση θέση εκεί».
Ο Α. Λαβρέντιεφ διέψευσε ότι υπήρξε οποιαδήποτε μείωση των ρωσικών δυνάμεων ή των εξοπλιστικών συστημάτων, της αντιαεροπορικής άμυνας και του ραδιοηλεκτρονικού πολέμου στη Συρία, λόγω της ρωσικής πολεμικής επιχείρησης στην Ουκρανία, χαρακτηρίζοντας προβλεπόμενη την εναλλαγή του προσωπικού στη Συρία.
Ο Ρώσος διπλωμάτης διέψευσε επίσης τις πληροφορίες περί μεταφοράς ουκρανικών σιτηρών στη Συρία, λέγοντας ότι «τα βασικά αποθέματα βρίσκονται στις περιφέρειες Νικολάεφ και Οδησσού, στα λιμάνια των οποίων τα ρωσικά πλοία δεν έχουν πρόσβαση, διότι ελέγχονται από την Ουκρανία, στη Μαριούπολη δεν υπάρχουν αποθήκες σίτου» και «μόλις πριν από μία εβδομάδα αναχώρησε από το λιμάνι της Μαριούπολης το πρώτο πλοίο και μάλιστα τουρκικό, επομένως δεν μπορεί καν να γίνει λόγος για 100 χιλιάδες τόνους ουκρανικών σιτηρών».