Λίγες μέρες πριν τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου στις ΗΠΑ, όλες οι δημοσκοπήσεις εμφανίζουν τον Τζο Μπάιντεν τον υποψήφιο του Δημοκρατικού Κόμματος ως το μεγάλο φαβορί έναντι του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ελπίζει σε μια μεγάλη ανατροπή, όπως αυτή που έγινε το 2016 όταν ο σημερινός πρόεδρος είχε αντίπαλο την Χίλαρι Κλίντον.
Την ίδια ώρα, η δημοσκοπική εικόνα της προεδρικής κούρσας παραμένει σταθερή, καθώς ο Μπάιντεν προηγείται με περίπου 9,5% σε εθνικό επίπεδο, αποδεικνύοντας πως είναι μάλλον αδύνατο να μην κερδίσει σε απόλυτο αριθμό ψήφων. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Five Thirty Eight, ο Μπάιντεν έχει 87% πιθανότητα εκλογής σύμφωνα με και 91% σύμφωνα με το περιοδικό Economist.
Οι υποστηρικτές του Τραμπ καταγγέλλουν όμως τις δημοσκοπήσεις των “fake news” σε κάθε ευκαιρία, ελπίζοντας πως το σενάριο του 2016 θα επαναληφθεί. Ενδεικτικά, τη νύχτα των εκλογών πριν τέσσερα χρόνια, η εφημερίδα New York Times έδιναν 80% πιθανότητα νίκης στην Κλίντον λίγο πριν τα πρώτα exit polls, με το ποσοστό όμως να μειώνεται σχεδόν με πορεία ελεύθερης πτώσης.
Ήδη πάντως, περισσότεροι από 27 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν ήδη ψηφίσει σε εθνικό επίπεδο από την Κυριακή. σύμφωνα με στοιχεία που επικαλείται η ιστοσελίδα Politico. Ωστόσο, η μεγάλη προσέλευση στις κάλπες προκαλεί και ανησυχία στους κόλπους των Δημοκρατικών.
Αυτό γιατί, εδω και μερικές εβδομάδες οι εγγραφές στους εκλογικούς καταλόγους, λευκών χωρίς κολεγιακό απολυτήριο, μια βασική εκλογική ομάδα που ψηφίζει τον Ντόναλντ Τραμπ, έχει αυξηθεί κατά 10% σε πολιτείες όπως η Πενσυλβάνια, το Ουισκόνσιν και το Μίσιγκαν, σε σύγκριση με αντίστοιχο διάστημα Σεπτεμβρίου Οκτωβρίου 2016.
Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Βασερμαν της γνωστής ιστοσελίδας αναλύσεων Cook Political Report, οι εγγραφές Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων στις κρίσιμες πολιτείες ξεπερνούν αυτές των Δημοκρατικών. Συγκεκριμένα σε Φλόριντα, Πενσυλβάνια και Νότια Καρολίνα, τρεις από τις τέσσερις που κέρδισε ο Τραμπ με λιγότερο από 5% το 2016, οι νέοι ψηφοφόροι του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος ξεπερνούν αυτούς του Δημοκρατικού. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η Αριζόνα όπου οι Δημοκρατικοί υπερτερούν.
Εστία ανησυχίας για τους Δημοκρατικούς αποτελεί και η επιστολική ψήφος για πολλούς λόγους. Λόγω της πανδημίας, ένας δυσανάλογος αριθμός ψηφοφόρων αναμένεται να επιλέξει αυτή τη μέθοδο, σε επίπεδο που δεν έχει προηγούμενο στις Αμερικανικές εκλογές. Το παράδοξο είναι ότι κάποιες πολιτείες θα μετρήσουν μόνο τις ψήφους που θα έχουν παραληφθεί μέχρι τις 3/11 ενώ άλλες θα μετρήσουν και όσες έχουν σταλθεί μέχρι τότε, ακόμα και αν παραληφθούν αργότερα. Η Πενσυλβάνια, το Οχάιο, το Γουϊσκόνσιν και η Βόρεια Καρολίνα ανήκουν σε εκείνες που θα δώσουν νικητή αφού μετρήσουν και τις αργοπορημένες επιστολικές ψήφους, κάτι που σημαίνει ότι το τελικό αποτέλεσμα ενδεχομένως να αργήσει αρκετά.
Εντείνοντας τις ανησυχίες για την επιστολική ψήφο, το Ανώτατο Δικαστήριο της Πενσυλβανία αποφάσισε τον περασμένο μήνα ότι τα λεγόμενα "γυμνά" ψηφοδέλτια - εκείνα που ταχυδρομήθηκαν χωρίς κατάλληλο φάκελο - δεν μπορούν να καταμετρηθούν. Αυτή τη στιγμή τα ψηφοδέλτια αυτά υπολογίζονται σε 100,000 νούμερο διόλου ευκαταφρόνητο, δεδομένου ότι ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε την πολιτεία αυτή με λιγότερες από 40,000 ψήφους το 2016.
Για τα στελέχη της καμπάνιας Μπαιντεν, λοιπόν ο οποίος εφησυχασμός είναι τουλάχιστον ανησυχητικός. Για τον λόγο αυτό η διευθύντρια της εκστρατείας Τζεν Ο' Μάλι Ντίλον έγραψε σε σημείωμα προς τους υποστηρικτές το Σάββατο ότι "η πραγματικότητα είναι ότι αυτός ο αγώνας είναι πολύ πιο κοντά από ότι υποστηρίζουν κάποιοι από τους ειδήμονες που βλέπουμε στο Twitter και στην τηλεόραση".
Παρότι λοιπόν το ενδεχόμενο επανεκλογής του Τραμπ μοιάζει αυτή τη στιγμή τουλάχιστον δύσκολο, υπάρχει αποτελεί μια μικρή πιθανότητα η οποία αφήνει άγρυπνους τους ανθρώπους του Μπάιντεν.