Η είδηση είναι ότι στενότατος αν όχι ο στενότερος συνεργάτης του γενικού γραμματέα της Βορειατλαντικής Συμμαχίας, Γενς Στόλτενμπεργκ, είπε - και μάλιστα από δημόσιο βήμα - ότι «η Ουκρανία θα μπορούσε να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ εάν συμφωνήσει να παραχωρήσει εδάφη» στη Ρωσία, γεγονός που κατά τον ίδιον θα επέφερε και τη λήξη του πολέμου - που μετρά ήδη 539 ημέρες και ορατό τέλος στον ορίζοντα δεν έχει.
Ο Στιάν Γένσεν δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο. Διευθυντής του Γραφείου του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, βρίσκεται πολύ κοντά στον Γενς Στόλτενμπεργκ, με δεκαετή και πλέον θητεία στην Συμμαχία.
Είναι πολλά τα αναπάντητα ερωτήματα που αφήνει η επίμαχη δήλωση, η οποία και έρχεται μεσούσης μίας ουκρανικής αντεπίθεσης που χωλαίνει και σχεδόν έναν μήνα μετά την κρίσιμη ΝΑΤΟϊκή Σύνοδο Κορυφής του Βίλνιους, κατά την οποία η εμπόλεμη Ουκρανία δεν έλαβε (ως ήταν άλλωστε αναμενόμενο) αυτό που ο πρόεδρός της ζητούσε: «Ημερομηνία για την ημερομηνία» ένταξης στη Συμμαχία, κατά τη διπλωματική γλώσσα.
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι έφυγε, πάντως, από το Βίλνιους με νέα δυτικά όπλα και νέα πακέτα οικονομικής στήριξης, ένα νεοσυσταθέν Συμβούλιο ΝΑΤΟ-Ουκρανίας, τη δέσμευση για ένα ευκολότερο δρόμο ένταξης (αντί του πάγιου χρονοδιαγράμματος εισδοχής στους κόλπους της Συμμαχίας) όταν έλθει η ώρα -σαφώς μετά τη λήξη του πολέμου-, καθώς και με εγγυήσεις ασφαλείας που δόθηκαν εκ μέρους των κρατών-μελών της G7, δηλαδή εκτός των επίσημων δομών της Συμμαχίας.
Έκτοτε, η πολυθρύλητη εαρινή αντεπίθεση που έγινε θερινή ξεκίνησε, με το Κίεβο να δείχνει να πληρώνει ήδη το τίμημα από τις υπερβολικές έως μη ρεαλιστικές προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί για τι μπορεί και δεν μπορεί να επιτύχει η μάχη ανάκτησης ρωσοκρατούμενων εδαφών. Παρόλο που κατά τους στρατιωτικούς αναλυτές η εξαγωγή γενικευμένων συμπερασμάτων παραμένει πρώιμη, εντείνονται οι ανησυχίες ότι το διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ προσδοκιών και πραγματικότητας θα οδηγήσει όχι μόνο σε πιέσεις προς την κυβέρνηση Ζελένσκι να εισέλθει σε κάποιου είδους διαπραγμάτευση με τη Ρωσία, αλλά και σε μία διελκυστίνδα επίρριψης ευθυνών μεταξύ Κιέβου και Δύσης.
Καθώς όλοι αναρωτιούνται πότε και πώς μπορεί να τελειώσει αυτός ο πόλεμος και αν πράγματι η Κίνα θα μπορούσε να μεσολαβήσει ή ακόμη και χώρες της Αφρικής -και ενώ είναι παράλληλα σαφές ότι η «μοίρα» της Ουκρανίας «περνά» μέσα από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2024- ο Στιάν Γένσεν ήλθε να πει «πως μία λύση θα μπορούσε να είναι να παραχωρήσει εδάφη και να λάβει ως αντάλλαγμα την ιδιότητα του μέλους του ΝΑΤΟ». Είναι μία ομολογουμένως ρεαλιστικά ωμή δήλωση που βγήκε από τα χείλη υψηλόβαθμου αξιωματούχου της Συμμαχίας, που γεννά πολλά ερωτήματα.
Καταρχήν θα δεχόταν κάτι τέτοιο το Κίεβο; «Πάντα υποθέταμε ότι η Συμμαχία, όπως και η Ουκρανία, δεν διαπραγματεύεται παραχώρηση εδαφών», ήταν η πρώτη αντίδραση του εκπροσώπου του ουκρανικού υπουργείου Εξωτερικών Όλεγκ Νικολένκο. Ακολούθησε σε πιο σκληρό τόνο ο σύμβουλος του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, Μιχαήλ Ποντόλιακ, χαρακτηρίζοντας την επίμαχη δήλωση «γελοία» και «ήττα της δημοκρατίας». Η κυβέρνηση Ζελένσκι επισήμως αρνείται να εισέλθει σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με τη Μόσχα εάν δεν αποσυρθεί πρώτα ο στρατός της, και διακηρυγμένος στόχος (αν και ρεαλιστικά μάλλον αδύνατος) είναι η ανάκτηση πέραν των εδαφών στα νοτιοανατολικά και της παράνομα προσαρτημένης από το 2014 χερσονήσου της Κριμαίας.
Έτερο ερώτημα: Θα δεχόταν η Ρωσία την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, δηλαδή να φτάσει η Συμμαχία στα σύνορά της; Σημειωτέον ότι αυτός ήταν υποτίθεται ο λόγος -η επέκταση προς Ανατολάς- για τον οποίο κήρυξε την… «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» την 20ή Φεβρουαρίου 2022. Επίσης, πόσο έτοιμοι είναι πραγματικά Αμερικανοί και Ευρωπαίοι να εγγυηθούν τα σύνορα της Ουκρανίας, όπως πράττουν για τις χώρες της Βαλτικής; Η πλήρης ένταξη στο ΝΑΤΟ θέτει τα κράτη-μέλη υπό την «ομπρέλα» του Άρθρου 5, ακρογωνιαίου λίθου της συλλογικής άμυνας. «Όλοι για ένας και ένας για όλους»: Είναι το Άρθρο 5 που «καθοδήγησε» Σουηδία και Φινλανδία να αποτινάξουν δεκαετίες αμυντικής ουδετερότητας και να στραφούν στους κόλπους της Συμμαχίας μπροστά στο γεωπολιτικό σεισμό που πυροδότησε ο ρωσικός πόλεμος.
«Δεν λέω ότι αυτό πρέπει να συμβεί. Αλλά μπορεί να είναι μία πιθανή λύση», είπε ο διευθυντής του Γραφείου Στόλτενμπεργκ μιλώντας την Κυριακή σε πάνελ στη Νορβηγία για το μέλλον της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Ερωτηθείς από τη νορβηγική εφημερίδα VG εάν αυτή είναι επίσημη άποψη του ΝΑΤΟ, ο Γένσεν επισήμανε ότι η συζήτηση για το μεταπολεμικό καθεστώς βρίσκεται σε εξέλιξη και ότι το ζήτημα της παραχώρησης εδαφών στη Ρωσία έχει τεθεί ήδη από άλλους.
Ο ίδιος ο Γενς Στόλτενμπεργκ αποφεύγει τις ερωτήσεις σχετικά με το τι θα μπορούσε να πράξει η Ουκρανία για να τερματίσει τον πόλεμο. Έχει επισημάνει ότι προτεραιότητα είναι να επικρατήσει η Ουκρανία, καθώς τότε θα είναι δεδομένη η ένταξή της στη Συμμαχία και η ασφάλεια που θα της παρέχει το Άρθρο 5.
Σήμερα ο Στιάν Γένσεν μπορεί να λειτουργεί ως «λαγός» και το ΝΑΤΟ να επιχειρεί να «ζυγίσει» αντιδράσεις. Αν αυτή ήταν η πρόθεση εκ μέρους της Συμμαχίας, η απάντηση του Κιέβου ήταν ξεκάθαρη. Σύμβουλοι της ουκρανικής προεδρίας εξέδωσαν άμεσα ανακοινώσεις χαρακτηρίζοντας απαράδεκτη τη δήλωση, και διαμήνυσαν σε υψηλούς τόνους ότι παραχώρηση εδαφών με αντάλλαγμα το ΝΑΤΟ συνιστά -σκόπιμη- ήττα της Δημοκρατίας, διάβρωση του Διεθνούς Δικαίου και μεταφορά του πολέμου στις επόμενες γενεές.
Η συζήτηση ωστόσο για ενδεχόμενη εκχώρηση εδαφών από την Ουκρανία στην Ρωσία με αντάλλαγμα την ένταξη στο ΝΑΤΟ, έχει ανοίξει. Και ενώ δεν είναι η πρώτη φορά που έρχεται μία ανάλογη «σκέψη» στο προσκήνιο, η σχετική δήλωση Γένσεν το λιγότερο δείχνει να επιβεβαιώνει πως στους διαδρόμους της έδρας της Συμμαχίας στις Βρυξέλλες, ένας επώδυνος συμβιβασμός του Κιέβου απέναντι στη χώρα που εισέβαλε στην επικράτειά του έχει πάψει να αποτελεί «ταμπού».
Τον Μάιο του 2022 οι σχέσεις Κιέβου-Παρισιού είχαν ψυχρανθεί όταν ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, είχε αποκαλύψει ότι ο Γάλλος ομόλογός του, Εμανουέλ Μακρόν, τού πρότεινε η Ουκρανία να παραχωρήσει εδάφη στην Ρωσία, προκειμένου να τερματιστεί η σύγκρουση.
Τότε, ο πόλεμος βρισκόταν σε διαφορετική φάση, ο μεγάλος εξοπλισμός της Ουκρανίας με δυτικά όπλα δεν είχε λάβει τις σημερινές διαστάσεις, ούτε φυσικά το Κίεβο βρισκόταν σε θέση, όπως σήμερα, να διεξάγει επιχειρήσεις αντεπίθεσης κατά των ρωσικών θέσεων, οι οποίες όμως δεν φαίνεται να φέρνουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Εδώ και καιρό αντίθετα έχουν ενταθεί οι συζητήσεις στο παρασκήνιο και σε διεθνή φόρα ότι ο πόλεμος αυτός δεν θα έχει νικητή και πως μόνο με έναν συμβιβασμό θα μπορούσε να τελειώσει: Θα μπορούσε αυτός να περιλαμβάνει ένα «καρότο» για την Ουκρανία που δεν φαίνεται να είναι άλλο παρά η ένταξή της στο ΝΑΤΟ με αντάλλαγμα να δεχθεί πως όσα εδάφη έχει απωλέσει, δεν θα τα ξαναποκτήσει;
Από την Ουκρανία έως τη Δυτική Αφρική
Και ενώ αυτό προβάλει ως ερώτημα που αναμφίβολα γεννά σύγχυση για όσα μπορεί να επακολουθήσουν, όλο και πιο σαφές καθίσταται αντίθετα πως η παγκόσμια αντιπαράθεση μεταξύ της συλλογικής Δύσης και της Ρωσίας δεν έχει ως μόνο «θερμό» μέτωπο την Ουκρανία, αλλά εκτείνεται και στη Δυτική Αφρική ειδικά μετά το τέταρτο κατά σειρά πραξικόπημα που εκδηλώθηκε στην περιοχή εντός διετίας. Ο Νίγηρας «ακολούθησε» τη Γουϊνέα, το Μάλι, την Μπουρκίνα Φάσο και το Τσαντ.
Η κρίση στην οποία έχει βυθιστεί ο Νίγηρας -ουσιαστικά μόνη «ελπίδα» της Δύσης στην έκρυθμη ζώνη του Σαχέλ, που σβήνει και αυτή- ξεπερνά κατά πολύ το να είναι μια εσωτερική σύγκρουση ή ένα αποκλειστικά αφρικανικό ζήτημα. Παρόλο που ο πόλεμος στην Ουκρανία και τα γεγονότα στον Νίγηρα δεν σχετίζονται σε καμία περίπτωση, τα όσα εξελίσσονται σε αμφότερες τις χώρες αποτελούν μέρος μίας όλο και πιο διευρυμένης αντιπαράθεσης μεταξύ της συλλογικής Δύσης και των μη δυτικών χωρών.
Και αυτό που έχουν κοινό οι πρώην γαλλικές αποικίες της Αφρικής που έχουν πέσει στα χέρια πραξικοπηματιών είναι η... Ρωσία. Μία Ρωσία που συνδράμει τα δικτατορικά καθεστώτα τόσο σε πολιτικό επίπεδο -οι ηγέτες τους βρίσκονταν σε πρώτο πλάνο στην πρόσφατη σύνοδο που φιλοξένησε ο Βλαντιμίρ Πούτιν στην Αγία Πετρούπολη- όσο και διά των «υπηρεσιών» που προσφέρουν οι μισθοφόροι της Wagner. Ο Νίγηρας ήταν μέχρι πρότινος η μόνη εξαίρεση -η μόνη χώρα της περιοχής που ασκούσε φιλοδυτική πολιτική.
Οι συνέπειες της ανατροπής του δημοκρατικά εκλεγμένου προέδρου Μοχάμεντ Μπαζούμ δύναται να αγγίξουν από την υπονόμευση της ευρύτερης μάχης κατά των τζιχαντιστών και τη βαθύτερη διείσδυση της Ρωσίας στην Αφρική μέσω της Wagner, έως την αύξηση των ροών της παράτυπης μετανάστευσης στην Ευρώπη, αλλά και μία ενδεχόμενη άνοδο στις τιμές της ενέργειας εάν ανασταλούν οι προμήθειες ουρανίου από τον Νίγηρα.
Η Δύση είχε επενδύσει στον Νίγηρα και τον πρόεδρό του ως πολύτιμο σύμμαχο προς ανάσχεση της επιρροής της Ρωσίας στην Αφρική.
Πριν εκδηλωθεί το πραξικόπημα της 26ης Ιουλίου ο Μοχάμεντ Μπαζούμ είχε καταγγείλει «εκστρατείες παραπληροφόρησης» της Wagner κατά της κυβέρνησής του. Οι ρωσικές σημαίες που κρατούσαν στα χέρια υποστηρικτές των πραξικοπηματιών που βγήκαν προ ημερών στους δρόμους της Νιαμέι είναι απόδειξη ότι οι προσπάθειες έχουν αποδώσει καρπούς. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επισημάνει σχετικά ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι μισθοφόροι της Wagner είχαν άμεση εμπλοκή στην ανατροπή του προέδρου Μπαζούμ, αλλά ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Άντονι Μπλίνκεν, είναι σαφής πως Ρωσία και Wagner θα επιχειρήσουν να επωφεληθούν από την αστάθεια.