Σε συνταγματική κρίση τείνει να μετατραπεί η θεσμική σύγκρουση μεταξύ του Συνταγματικού Δικαστηρίου και του Ανώτατου Εφετείου στην Τουρκία, προσφέροντας το άλλοθι και το πολιτικό εργαλείο στον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την αναθεώρηση του Συντάγματος που διακαώς επιδιώκει.
Το έναυσμα για τη σύγκρουση των δύο κορυφαίων θεσμικών οργάνων του τουρκικού δικαστικού συστήματος έδωσε η πρόσφατη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου αναφορικά με τον φυλακισμένο βουλευτή του Εργατικού Κόμματος, Τζαν Αταλάι.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε ότι ο υπήρξε παραβίαση των δικαιωμάτων του Τζαν Αταλάι, ο οποίος καταδικάστηκε πέρυσι σε ποινή φυλάκισης 18 ετών για τη συμμετοχή του στις διαδηλώσεις του «Πάρκου Γκεζί» το 2013, και στις εκλογές του περασμένου Μαΐου εξελέγη βουλευτής.
Με παρέμβαση του 3ου Ποινικού Τμήματος του Ανώτατου Εφετείου, όχι μόνο δεν αποφυλακίστηκε -και ούτε του επετράπη να ορκιστεί βουλευτής- αλλά συνέβη το πρωτοφανές η εισαγγελία του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου να καταθέσει μηνυτήρια αναφορά κατά της πλειοψηφίας των 9 εκ των 15 δικαστών του Συνταγματικού Δικαστηρίου που ψήφισαν θετικά στην υπόθεση Αταλάι, υποστηρίζοντας ότι η απόφασή τους τον περασμένο μήνα υπέρ της αποφυλάκισης του βουλευτή ήταν αντισυνταγματική.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξέφρασε την υποστήριξή του προς το Ανώτατο Εφετείο στη διαμάχη του με το Συνταγματικό Δικαστήριο με δηλώσεις που έκανε κατά την επιστροφή του από την Τασκένδη, όπου παρέστη στη σύνοδο του Οργανισμού Οικονομικούς Συνεργασίας (CEO).
«Το Συνταγματικό Δικαστήριο έχει κάνει πολλά λάθη στη σειρά, γεγονός που μας λυπεί σοβαρά» είπε ο Τούρκος πρόεδρος για να προσθέσει ότι «δεν μπορεί [σ.σ. το Συνταγματικό Δικαστήριο] και δεν πρέπει να υποτιμήσει το βήμα που έκανε το Ανώτατο Εφετείο σε αυτό το θέμα». Κάλεσε επίσης βουλευτές του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) να ευθυγραμμιστούν μαζί του.
Εμφανώς εκνευρισμένος, ο Ερντογάν ζήτησε γρήγορη λύση μέσω νομικών παρεμβάσεων για να αποφευχθεί μια συνταγματική κρίση, και βρήκε επίσης την ευκαιρία να υποστηρίξει ότι η κρίση στο δικαστικό σύστημα υποδηλώνει ότι η Τουρκία χρειάζεται ένα νέο Σύνταγμα για να αντικαταστήσει αυτό που επεβλήθη μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980.
Στο ζήτημα επανήλθε και με αφορμή την ομιλία του για την 85η επέτειο του θανάτου του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας, Κεμάλ Ατατούρκ. «Κανένα όργανο ή θεσμός δεν είναι υπεράνω κριτικής» υπογράμμισε. Κατά τον ίδιο, το Σύνταγμα και οι νόμοι είναι ο τόπος επίλυσης των διαφορών για τις αρμοδιότητες των ανωτάτων δικαστηρίων, αλλά όπως έσπευσε να συμπληρώσει το «το Σύνταγμά μας είναι ανεπαρκές από την άποψη αυτή». Ήταν μία σαφή δήλωση των προθέσεών του να προχωρήσει σε συνταγματική αναθεώρηση.
«Επιδιώκουμε λύσεις. Αυτό που αντιμετωπίζουμε είναι η ανάγκη για ένα νέο Σύνταγμα για τη χώρα μας το συντομότερο δυνατό […] Θα κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο για να αποτρέψουμε την επανάληψη μιας τέτοιας διαμάχης» επισήμανε.
Ο Ερντογάν υποστηρίζει ότι το ισχύον Σύνταγμα του 1982 είναι προϊόν του πραξικοπήματος του στρατηγού Εβρέν, ωστόσο έχει τροποποιηθεί από τότε 19 φορές, οι δύο από τις οποίες αφορούσαν σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις που προωθήθηκαν από τον ίδιο τον Ερντογάν και κρίθηκαν με δύο δημοψηφίσματα το 2012 και το 2017. Θεωρητικά το Σύνταγμα έχει ήδη απαλλαγεί από το πνεύμα των πραξικοπηματιών.
Η ανησυχία για την συνταγματική αναθεώρηση έγκειται στο ότι μία τέτοια κίνηση θα μπορούσε να βοηθήσει τον Ερντογάν να εδραιώσει την εξουσία του επ' αόριστον και να κατοχυρώσει τις συντηρητικές κοινωνικές του αξίες σε έναν νέο συνταγματικό χάρτη.
Ωστόσο, ο κυβερνητικός του συνασπισμός δεν διαθέτει αρκετές ψήφους για να εγκρίνει ένα νέο Σύνταγμα χωρίς την υποστήριξη της αντιπολίτευσης. Η «Λαϊκή Συμμαχία» του Ερντογάν διαθέτει στην τουρκική Εθνοσυνέλευση 323 έδρες. Η συνταγματική αναθεώρηση μπορεί να εγκριθεί είτε απευθείας από τον λαό με δημοψήφισμα που θα αποφασιστεί από ενισχυμένη πλειοψηφία των 3/5 της Εθνοσυνέλευσης, δηλαδή με τη θετική ψήφο 360 βουλευτών, είτε χωρίς δημοψήφισμα από το Κοινοβούλιο, με πλειοψηφία 2/3, δηλαδή με την ψήφο 400 βουλευτών.
Καθώς η κοινοβουλευτική αριθμητική δεν επιτρέπει στον Ερντογάν να επιβάλει θεσμικές μεταβολές στις αρμοδιότητες του Συνταγματικού Δικαστηρίου μέσω συνταγματικών τροπολογιών, η συνεχιζόμενη δικαστική διαμάχη θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την περαιτέρω απονομιμοποίηση του δικαστηρίου και την αλλαγή της σύνθεσής του.
Ο κυβερνητικός εταίρος του Ερντογάν, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, αρχηγός του ακροδεξιού Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) και ηγέτης των Γκρίζων Λύκων, έχει ζητήσει τη διάλυση του Συνταγματικού Δικαστηρίου πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν, κατηγορώντας το ότι συμπράττει με όσους θέλουν να βλάψουν την Τουρκία.
Μετά και την τοποθέτηση υπέρ του Ανωτάτου Εφετείου, ορισμένοι από τους εννέα δικαστές του Συνταγματικού Δικαστηρίου, αν όχι όλοι που βρίσκονται στο στόχαστρο της μηνυτήριας αναφοράς από το Εφετείο, ενδέχεται να παραιτηθούν ή να δεχθούν έντονες πιέσεις να το πράξουν. Σε ένα τέτοιο σενάριο, οι νέοι ανώτεροι δικαστικοί θα διοριστούν από την Εθνοσυνέλευση με τις ψήφους του κυβερνώντος ΑΚΡ και του εταίρου του ΜΗΡ.