«Tell me how this ends ?» (Πες μου πως τελειώνει αυτό;), είπε το 2003 κατά το πρώιμο στάδιο της αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ, ο Διοικητής της 101 Αεροκίνητης Μεραρχίας, Υποστράτηγος Davind Petreus (μετέπειτα Διοικητής της Αμερικανικής Κεντρικής Διοικήσεως (CENTCOM) και Διευθυντής της CIA), στο δημοσιογράφο Rick Atkinson.
Το ίδιο ακριβώς ερώτημα, όσο ποτέ επίκαιρο και σήμερα, πλανάται πάνω από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τέσσερις και πλέον μήνες μετά την έναρξη του πολέμου οι «προφήτες» περί μη επιθέσεως της Ρωσίας, της ρωσικής κυριαρχίας σε πέντε ημέρες και της ρωσικής αποτυχίας, έχουν διαψευσθεί παταγωδώς. Ο μεγάλος πρώσος φιλόσοφος του πολέμου Carl von Clauzewitz από τον ουρανό χαμογέλα ειρωνικά και μας υπενθυμίζει ότι ο πόλεμος είναι ένας πραγματικός χαμαιλέων και ενδέχεται να έχει τη δική του γραμματική αλλά όχι τη δική του λογική.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνιστά τη μεγαλύτερη χερσαία σύγκρουση του 21ου αιώνα, ακόμη και από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε, μεταξύ δύο δυνάμεων με οργανωμένους στρατούς και συμβατικά οπλικά συστήματα υψηλής τεχνολογίας. Από πλευράς στρατιωτικών επιχειρήσεων η Ρωσία από τις αρχές Απριλίου εγκατέλειψε τα μεγαλεπήβολα σχέδια για κατάληψη του Κιέβου και έχει αντιμετωπίσει σε σημαντικό βαθμό τα αρχικά προβλήματα που πυροδότησαν τη ρωσική αναποτελεσματικότητα, στο σύστημα διοικήσεως και ελέγχου, στην ηγεσία, στη στελέχωση, στην αναπλήρωση απωλειών, στην υποστήριξη, στις πληροφορίες και στο τακτικό δόγμα.
Έχει επικεντρωθεί στην Ανατολική Ουκρανία και ειδικότερα στην περιοχή του Ντονμπάς, με βραδεία και σταδιακή κατάληψη εδάφους, διατηρώντας παράλληλα τις περιοχές που έχει κατακτήσει στο νότο της Ουκρανίας.
Η τακτική αυτή της Ρωσίας δεν φαίνεται να αποδίδει άμεσα και αποφασιστικά αποτελέσματα στο πεδίο, καθώς έχει παραβιάσει τον στοιχειώδη στρατιωτικό κανόνα ότι οι δυνάμεις του επιτιθεμένου πρέπει να κινούνται στο τριπλάσιο περίπου επίπεδο αυτών του αμυνομένου. Από την άλλη πλευρά η Ουκρανία, με φιλοδοξίες, τουλάχιστον ρητορικά, να αποκαταστήσει πλήρως την εθνική της κυριαρχία, συνεχίζει τον πεισματώδη αμυντικό της αγώνα, χωρίς όμως μέχρι τώρα να έχει δείξει δυνατότητες ικανές να ανατρέψουν τα δεδομένα στο πεδίο. Οι στρατιωτικές δυνατότητες της Ουκρανίας τώρα πλέον είναι πλήρως εξαρτημένες από την Δύση.
Η τελευταία την ενισχύει οικονομικά και την τροφοδοτεί με οπλικά συστήματα, υλικά και εφόδια για να αντιμετωπίσει της φθορά και τις απώλειές της, ώστε να συνεχίσει τον αγώνα της, με τα όποια προβλήματα του λογιστικού συστήματος και της συντηρήσεως, της διαλειτουργικότητας και της εναλλαξιμότητας. Επομένως η άμυνα της Ουκρανίας θα συνεχίσει να λειτουργεί ποσοτικά αλλά και ποιοτικά για όσο χρόνο η Δύση συνεχίζει να την υποστηρίζει. Συνοψίζοντας η στρατιωτική ισχύς των δύο εμπλεκομένων δεν διαφαίνεται ότι έχει τη δυνατότητα άμεσα η σε σύντομο χρονικό διάστημα να επιτύχει τους τεθέντες στρατηγικούς σκοπούς εκάστης πλευράς, οπότε η σύγκρουση είναι δυνατόν να παραταθεί για μήνες ίσως και για χρόνια.
Ο πόλεμος έχει υποχωρήσει στην προτεραιότητα προβολής μέσω των ΜΜΕ, επανερχόμενος περιοδικά στο προσκήνιο, συνήθως μετά από εντυπωσιακά ρωσικά πυραυλικά πλήγματα τα οποία προσβάλλουν και αστικούς στόχους. Η έκταση των επιπτώσεων του πολέμου σε ολόκληρο τον κόσμο είναι ωστόσο καταλυτικές που πολλοί λίγοι μπορούσαν να φαντασθούν την 23 Φεβρουαρίου 2022, ακόμη δε, λιγότεροι να την περιγράψουν.
Η οικονομική αστάθεια είναι ορατή με κίνδυνο παγκόσμιας υφέσεως με τις αρνητικότερες των επιδράσεων στις φτωχές χώρες. Μια επισιτιστική κρίση είναι προ οφθαλμών, ενώ η αύξηση των τιμών των τροφίμων δημιουργεί προβλήματα επιβιώσεως σε μεγάλες μάζες στον πλανήτη. Μεγάλα ρεύματα προσφύγων κατακλύζουν την Ευρώπη. Ο πόλεμος του οποίου πρωταγωνιστής είναι μια πυρηνική δύναμη οδηγεί αναμφίβολα σε γεωπολιτικούς κραδασμούς και ανακατατάξεις, με άμεσα ορατά αποτελέσματα καθώς χώρες με μακρά παράδοση ουδετερότητας εντάσσονται σε μια αμυντική συμμαχία (Σουηδία, Φιλανδία).
Η ενεργειακή κρίση που έχει ανακύψει σαρώνει τον πλανήτη και επηρεάζει αρνητικά τις οικονομίες, την παραγωγή αλλά και την καθημερινότητα των ανθρώπων. Τέλος το σύστημα αμύνης και ασφάλειας τόσο σε περιφερειακό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο επαναπροσδιορίζεται καθώς το «κλινικά νεκρό» ΝΑΤΟ αναστήθηκε, ο ΟΗΕ έλαβε απόφαση εναντίον της Ρωσίας, ενώ άλλες περιφερειακές συμμαχίες αλλά και κράτη επανεξετάζουν το ρόλο τους κάτω από νέο πρίσμα. Επομένως ενώ η σύγκρουση φαίνεται τοπική το παιχνίδι και οι επιπτώσεις του είναι παγκόσμιες.
Για να έλθουμε στο αρχικό ερώτημα, πως αυτό τελειώνει; Δηλαδή, ποια θα είναι η διεθνής κατάσταση που θα διαμορφωθεί σε ευρωπαϊκό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο μετά το πέρας του πολέμου; Πολλά σενάρια αναπτύσσονται. Ενδεικτικά αναφέρεται, ότι ο πόλεμος θα μεταπέσει σε μια κατάσταση παρατεταμένης σύγκρουσης χαμηλής εντάσεως, ότι η Ρωσία θα ενσωματώσει τα τμήματα της Ουκρανίας που έχει καταλάβει, ότι θα ανακύψει ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος, άλλοι μιλούν για παγκόσμιο πόλεμο και άλλοι για πυρηνικό Αρμαγεδδώνα, ενώ κάποιοι για μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων με τη συμμετοχή της μετά-Πούτιν εποχής Ρωσίας, συνδυασμός αυτών και άλλα πολλά.
Όμως όλα είναι αβέβαια και ρευστά. Ένα είναι δεδομένο, ότι ζούμε και βιώνουμε μια ιστορική εποχή. Η απόφαση του Πούτιν να επιτεθεί η Ρωσία στην Ουκρανία, αποτελεί κομβικό ιστορικό γεγονός. Ανεξαρτήτως της εκτάσεως του αποτελέσματος στο πεδίο, τερμάτισε το μεταψυχροπολεμικό status και εισήγαγε τον κόσμο σε μια νέα εποχή, η οποία είναι σε εξέλιξη και υπό διαμόρφωση, τα αποτελέσματα της οποίας θα γίνουν ορατά τα προσεχή έτη. Κλείνοντας, η μοναδική σταθερά αυτού του πολέμου είναι ότι έχει θρυμματίσει όλες τις ισχύουσες βεβαιότητες και σίγουρα αλλάζει τον κόσμο.
* Ο Κωνστανtίνος Γκίνης είναι Στρατηγός ε.α. – Επίτιμος Α/ΓΕΣ