Ο Τραμπ υποχώρησε, ο τραμπισμός προελαύνει
AP
AP
ΗΠΑ

Ο Τραμπ υποχώρησε, ο τραμπισμός προελαύνει

Ο δημοκρατικός κόσμος έβγαλε έναν μικρό στεναγμό ανακούφισης από το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων αμερικανικών εκλογών. Θρίαμβος του ακραίου, πλέον, Ρεπουμπλικανικού κόμματος δεν υπήρξε.

Οι Δημοκρατικοί κρατούν τον έλεγχο της Γερουσίας και δεν σαρώθηκαν στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Πολλοί από τους υποψήφιους που υποστηρίχτηκαν προσωπικά από τον Τραμπ έχασαν κι ο ίδιος ο αρχάγγελος της αντιδημοκρατίας μάλλον σα βαρίδι παρά σα σωτήρας εμφανίζεται την επαύριον των εκλογών.

Αυτά όλα είναι πράγματι ανακουφιστικά, κυρίως επειδή δεν αναμένονταν: από έναν συνδυασμό δημοσκοπήσεων, γνώσης των τάσεων της εποχής και της ιδιαιτερότητας των εκλογών στο μέσο της θητείας των Αμερικανικών Προέδρων (από τις αρχές του 20ου αιώνα, δεν ηττήθηκαν μόνο οι δυο Ρούζβελτ, ο «υπερκομματικός» Τέντι το 1902 κι ο Φράκλιν εν μέσω «Νιού Ντιλ» το 1934, ο Κλίντον της «economy stupid» το 1998 κι ο μικρός σε όλα Μπους υπό το σοκ των Δίδυμων Πύργων το 2002), αλλά και μοιρολατρίας -αυτού του δολιοφθορέα της συνείδησης- περιμέναμε τα χειρότερα, για τις ΗΠΑ και για την παγκόσμια δημοκρατία. Το ότι δεν ήρθαν, δεν σημαίνει ωστόσο ότι η κατάσταση «γύρισε» -κάθε άλλο.

Πρώτον, γιατί αυτή η σχετική και ίσως προσωρινή απόκρουση μπορεί να δράσει αποπροσανατολιστικά. Αλίμονο αν οι υποστηρικτές της Δημοκρατίας αρκούνται, εν μέσω υπαρξιακής απειλής, σε «μικρές ήττες» (γιατί, συνολικά, η παράταξη του νυν Προέδρου Μπάιντεν υποχώρησε στις συγκεκριμένες εκλογές και η παράταξη του πρώην Προέδρου Τραμπ βελτίωσε την επίδοση της), ή σε «μικρές νίκες», όπως έγινε πρόσφατα στη Βραζιλία (Λούλα-Μπολσονάρο 51-49%).

Αλίμονο, ακόμα περισσότερο, αν συνηθίσουμε να ανακουφιζόμαστε από το μόνο γεγονός ότι κατάφεραν να διεξαχθούν εκλογές, ότι δεν μπήκε ο όχλος στο Λευκό Οίκο ή στο μεταμοντέρνο μέγαρο στη Μπραζίλια (αν και στις λεωφόρους της υπόλοιπης Βραζιλίας έγιναν μπλόκα που δεν έχουν ακόμα όλα διαλυθεί), ότι δεν έλαβε χώρα μαζική νοθεία (αν και πολλοί μαύροι ψηφοφόροι δεν κατάφεραν να ψηφίσουν και πολλές νίκες Ρεπουμπλικανών οφείλονται στην κομματικού χαρακτήρα «χαρτοκοπτική»/gerrymandering του εκλογικού χάρτη).

Η Δημοκρατία, αν θέλει να ξαναπάρει τη μοίρα της στα χέρια της, δεν μπορεί να αρκεστεί στο «δεν έχασα τελείως» και οι υποστηρικτές της δεν επιτρέπεται να σκεφτούν ότι «τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν πολύ χειρότερα».

Ο δεύτερος και πιο ουσιαστικός λόγος μη εφησυχασμού συνδέεται με τη διαρκή πρόοδο των αυταρχικών «ιδεών» -δεν πρόκειται για πραγματικές ιδέες αλλά για ιδεολογήματα, διαστρεβλώσεις και κραυγές υπέρ του μίσους και της καταστροφής- εντός των πολιτικών συστημάτων κι εντός των κοινωνιών.

Η «ανακουφισμένη» Αμερική ξύπνησε, μετά τις ενδιάμεσες εκλογές και την ετικέτα του «λούζερ» που κόλλησε για πρώτη φορά στον Τραμπ, με έναν δυνητικά πιο επικίνδυνο «τραμπιστή», τον Ρον ντε Σάντις. Ο εκ Φλώριδας ορμώμενος υπερσυντηρητικός, είναι πιο «πιστός» πολέμιος της ελευθερίας, των μειονοτήτων, των αμβλώσεων, του περιορισμού της οπλοκατοχής.

Χωρίς την παράνοια, αλλά και την ελκτικότητα του Τραμπ, αλλά και με πιο φρέσκια και λιγότερο διχαστική εικόνα, για αυτά τα «αγαθά» -δηλητήρια της δημοκρατίας ετοιμάζεται να αγωνιστεί. Κι υπάρχει ανατριχιαστικά πολύς λαός έτοιμος να τον ακούσει και πιθανώς να τον ακολουθήσει.

Γιατί μπορεί ο Τραμπ να ηττήθηκε στις κάλπες πριν από δυο χρόνια, κι ίσως να ξαναηττηθεί, ο ίδιος ή κάποιος κλώνος του, σε άλλα δύο, αλλά ο τραμπισμός, αυτό το μίγμα μισαλλοδοξίας, ψεμμάτων, βίας και γαργαλήματος των χαμηλών ενστίκτων ρίζωσε βαθιά στην αμερικανική κοινωνία. Και δεν νικιέται με προσευχές, με προσκόλληση στον ελάχιστο παρονομαστή ή με τη βεβαιότητα μιας «ηθικής υπεροχής» που μένει να αποδειχτεί.

Ο «τραμπισμός» δεν είναι απλώς πολιτικό επιφαινόμενο, αλλά πολιτιστική εξέλιξη. Το αποδεικνύει ο «Τραμπ των αγορών», ο Έλον Μασκ. Το φανερώνει η στάση των ανθρώπων, η βαθιά διαίρεσή τους, όχι με βάση ιδέες, απόψεις, προτιμήσεις, αλλά με βάση τη σχέση τους με την αλήθεια ή το ψέμα, τη δημοκρατία ή τη βία, την ειρήνη ή τον πόλεμο. Το θυμίζει κάθε μέρα ο πόλεμος στην Ουκρανία, η άσκηση της εξουσίας από τον Πούτιν μέσα στον πόλεμο και παρά τον πόλεμο, η μη εξέγερση του ρωσικού λαού και η «αδυναμία» να βρει η διεθνής κοινότητα τρόπο να σταματήσει τον πόλεμο.

Αλλά και στην Ευρώπη τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα. Ο ευρωπαικός «τραμπισμός» παίρνει είτε τη μορφή της «αντιφιλελεύθερης δημοκρατίας» του Όρμπαν και του Κατζίνσκι, είτε του «μεταφασισμού», που ενσαρκώνει, και μάλιστα στην εξουσία, η Μελόνι, είτε των κομμάτων-κινημάτων-προσώπων της «φυλετικής καθαρότητας», που βρίσκουμε σε όλες τις χώρες.

Τα αβγά του φιδιού δεν λείπουν, αντίθετα αναζωογονούνται μέσα από το κλίμα της εποχής κι ετοιμάζονται να ξεμυτίσουν, ακόμα κι εκεί, όπως στη χώρα μας, που υποτίθεται ότι ηττήθηκαν οριστικά. Η διάχυση του αυταρχισμού παίρνει επίσης τη μορφή της εκτεταμένης αποχής, της απομάκρυνσης των νέων από την πολιτική, της διαγραφής του παράγοντα "ήθος" από πρόσωπα και καταστάσεις.

Ποιος διαβάζει σήμερα Καστοριάδη ή Χάβελ για να ξαναθυμηθεί τον ύπουλο τρόπο με τον οποίο ο αυταρχισμός -ενός καθεστώτος, αλλά και μιας κοινωνίας και μιας εποχής- περνάει στις φλέβες πολιτών που δεν ενδιαφέρονται ή περί άλλων τυρβάζουν;