Καθώς το καθεστώς του Ερντογάν θεωρεί την Τουρκία ως μία μεγάλη δύναμη, της οποίας οι επιταγές πρέπει να εισακούγονται, κάθε παρέκκλιση από τη γραμμή που χαράσσει, του προκαλεί εκνευρισμό. Ιδιαίτερα, η σύγκλιση των στοχεύσεων και η ενίσχυση των σχέσεων της Ελλάδας με τις χώρες της Δύσης και ιδιαίτερα των Ηνωμένων Πολιτειών, ωθεί την Άγκυρα εκτός ορίων για να δείξει τη δυσαρέσκεια της.
Τέσσερις είναι οι αιτίες πίσω από την απόφαση Ερντογάν να οξύνει την ένταση.
Πρώτον, στην Άγκυρα πιστεύουν πως κάθε μεγάλη δύναμη έχει το δικαίωμα να επιβάλει τις βασικές αρχές στις διεθνείς σχέσεις. Ιδιαίτερα αφού στο ερντογανικό καθεστώς εκλαμβάνουν τη σημερινή Τουρκία ως κληρονόμο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσπαθούν να διαπραγματευθούν και να αλληλεπιδρούν με την κάθε χώρα κατά μόνας. Με αυτό τον τρόπο πιστεύουν πως θα τους αναγκάσουν να πειθαρχήσουν σε κάθε απαίτηση. Η Ελλάδα είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Εδώ έρχεται και «κουμπωνει» η κατάσταση στο εσωτερικό της Τουρκίας, η ακρίβεια, οι δημοσκοπήσεις και το γεγονός ότι τόσο ο Ερντογάν, όσο και ένα μεγάλο μέρος του τουρκικού πολιτικού συστήματος έχει συνολικά μετακινηθεί προς την εθνικιστική ακροδεξιά.
Δεύτερον, όσο η Ελλάδα ενισχύει τις σχέσεις της με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσο περισσότερο αντιδρά η Τουρκία. Αυτό είχε φανεί ειδικά τελευταία, όταν η Γαλλία είχε ρίξει το ειδικό βάρος της στην Ανατολική Μεσόγειο στο πλευρό των ελληνικών στοχεύσεων και η Άγκυρα έδειχνε τη δυσαρέσκεια της με κάθε δυνατό τρόπο. Τώρα ωστόσο η ενίσχυση των ελληνοαμερικανικών δεσμών κάνει την Τουρκία να νιώθει όλο και μεγαλύτερη την απειλή.
Τρίτον, όσο και αν η ομιλία του Έλληνα πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον δεν εστιάστηκε στην Τουρκία, οι αναφορές του Μητσοτάκη για τη διατήρηση των αμερικανικών κυρώσεων στα F-16 άγγιξε ένα ευαίσθητο νεύρο του τουρκικού καθεστώτος. Ο Ερντογάν έχει αναγάγει το ζήτημα της προμήθειας των εξοπλιστικών ως συστατικό στοιχείο της σχέσης του με την Ουάσιγκτον.
Τέταρτον, λίγο μετά από την υποδοχή του Μητσοτάκη στον Λευκό Οίκο, όπου ο Ερντογάν δεν έχει λάβει πρόσκληση ακόμα, ο Μπάιντεν δήλωσε πως δεν είναι στο πρόγραμμα του κάποια επίσκεψη στην Άγκυρα, για να μεταπείσει τον Ερντογάν, να αλλάξει την αρνητική στάση για την είσοδο Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Είναι δύσκολο για την Τουρκία να δεχθεί πως την ίδια στιγμή οι επαφές της δεν γίνονται στο ανώτατο επίπεδο, όπως για παράδειγμα στη χθεσινή τηλεφωνική συνομιλία του εκπροσώπου της Προεδρίας Ιμπραχίμ Καλίν με τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Τζέικ Σάλιβαν.
Καθώς δηλαδή στην Άγκυρα πίστευαν πως η λίστα των πιθανών ανταλλαγμάτων που θα ζητούσαν για την άρση του μπλόκου στο ΝΑΤΟ για τις σκανδιναβικές χώρες θα γινόταν δεκτή, οι Ηνωμένες Πολιτείες κινούνταν πιο κοντά στην Ελλάδα. Έτι περαιτέρω, από την Αθήνα φαίνεται να υπήρχαν σοβαρές προτάσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες για την αντιμετώπιση των κατάφωρων τουρκικών παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου στο Κυπριακό.
Στην Τουρκία έχουν θέσει ως στόχο να προσπαθούν να διαπραγματευτούν με την Ελλάδα μονομερώς, δίχως την παρουσία της διεθνούς κοινότητας, εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου, ώστε να υπάρχουν λιγότερες δεσμεύσεις. Όσο βλέπουν στην Τουρκία τον διεθνή παράγοντα να εμπλέκεται στις σχέσεις της με την Ελλάδα, τόσο θα εντείνεται η σημερινή συμπεριφορά, σε ακραίο επίπεδο. Ο εκπρόσωπος του κόμματος Ερντογάν, Ομέρ Τσελίκ, αφού χαρακτήρισε την Ελλάδα κακομαθημένο παιδί της ΕΕ, δήλωσε πως είναι ανοιχτοί για διαβουλεύσεις αλλά μόνοι, χωρίς διαμεσολαβητές.
Πως απαντά σε όλα αυτά η Αθήνα;
Επίσης με κλιμάκωση, δηλαδή με διεθνοποίηση σε όλα τα φόρα, σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, αυτής της «αδιέξοδης και παράλογης» τακτικής της Τουρκίας, όπως είπε χθες ο πρωθυπουργός, αξιοποιώντας κάθε ευκαιρία συνάντησης με ξένους ηγέτες. Την από εδώ και πέρα στρατηγική της ελληνικής πλευράς δείχνουν ξεκάθαρα τα μηνύματα που έστειλε προς κάθε κατεύθυνση χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από Βρυξέλλες και Ρότερνταμ. Δύο φόρα καθόλου τυχαία.
Ο πρωθυπουργός έχει πλέον επιλέξει να καθιστά απόλυτα σαφές ότι «κάθε αίσθηση απειλής της κυριαρχίας μας θα τιμωρηθεί με πολύ αυστηρό τρόπο». Ταυτόχρονα όμως η Αθήνα απαιτεί και οι σύμμαχοι να γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να ανεχθεί προσπάθειες δημιουργίας τετελεσμένων και να είναι σίγουροι για την αντίδρασή της. Χαρακτηριστική η αναφορά ότι «δεν χωρούν ίσες αποστάσεις» προς τον Όλαφ Σολτς κατά την χθεσινή τους συνάντηση, έπειτα και από τις δηλώσεις ίσων αποστάσεων που είχαν γίνει την προηγούμενη μέρα από τους εκπροσώπους της γερμανικής κυβέρνησης και του υπουργείου Εξωτερικών.