Ένα διάγγελμα από το Οβάλ Γραφείο που έχει περάσει ήδη στην Ιστορία ήταν το πρώιμο «αντίο» του Τζο Μπάιντεν και το επιστέγασμα της αποστολής διαφύλαξης της ενότητας, της Δημοκρατίας, της ψυχής και της ιδέας της Αμερικής. Με αυτή την αποστολή πέρασε τις πύλες του Λευκού Οίκου ο 46ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και την ίδια αποστολή υπηρετεί κάνοντας ένα προσωπικά σκληρό, αλλά επιτακτικό βήμα πίσω.
«Η υπεράσπιση της Δημοκρατίας, η οποία διακυβεύεται, είναι πιο σημαντική από οποιονδήποτε τίτλο», δήλωσε ο Τζο Μπάιντεν σε ένα διάγγελμα που φέρει τη βαρύτητα ενός αποχαιρετιστήριου προεδρικού λόγου. Η προσωπική φιλοδοξία, την οποία και αναγνώρισε, δεν μπορεί να είναι υπέρτερη της ανάγκης να σώσουμε τη Δημοκρατία, είπε σε δέκα λεπτά ομιλίας με το βλέμμα στραμμένο στην προσωπική του διαδρομή, τα επιτεύγματα της προεδρίας του και στο πώς θα τον κρίνει η Ιστορία, αλλά πρωτίστως στο «εσείς» και όχι το «εγώ».
«Το σπουδαίο με την Αμερική είναι ότι εδώ δεν κυβερνούν βασιλιάδες και δικτάτορες. Ο λαός κυβερνά. Η Ιστορία βρίσκεται στα χέρια σας. Η δύναμη βρίσκεται στα χέρια σας. Η ιδέα της Αμερικής βρίσκεται στα χέρια σας» ανέφερε ο Μπάιντεν. «Αποφάσισα ότι ο καλύτερος δρόμος προς τα εμπρός είναι να παραδώσω τη σκυτάλη σε μία νέα γενιά. Είναι ο καλύτερος τρόπος για να ενώσουμε το έθνος μας» συνέχισε δίχως να «αγγίξει» το ηλικιακό ζήτημα και να επεκταθεί στα γεγονότα που τον οδήγησαν στα βήματα του Λίντον Τζόνσον την 31 Μαρτίου 1968.
Ήταν γλυκόπικρη η γεύση το διαγγέλματος Μπάιντεν· ένα μείγμα επαίνων, συγκίνησης και ανακούφισης άφησε σε ψηφοφόρους, στο κόμμα, το επιτελείο του Λευκού Οίκου και την προεκλογική εκστρατεία του η απόσυρση από την προεδρική κούρσα και η εικόνα της Αμερικής που πρόβαλε μέσα από τα λόγια του. Ο Μπάιντεν έχει μπροστά τους άλλους έξι μήνες στην προεδρία, τονίζει ότι θα ηγηθεί σε όλα τα μέτωπα και θα συνεχίσει να πολεμά για την ενότητα του κόμματος και της χώρας. Είναι σαφές, ωστόσο, και από τις αναφορές στους προκατόχους του Ουάσινγκτον, Τζέφερσον, Λίνκολντ και Ρούζβελτ, πως ενώ δεν ήταν έτοιμος να παραδώσει, πλέον «κοιτά» προς την Ιστορία.
Η απόσυρση από την κούρσα επανεκλογής ήταν πολιτικά γενναία και το διάγγελμα της 24ης Ιουλίου ιστορικής βαρύτητας. Αρκεί να μην ήλθαν τελικά πολύ αργά. Η κληρονομιά Μπάιντεν θα κριθεί την 5η Νοεμβρίου, μαζί της και το μέλλον των Ηνωμένων Πολιτειών. Εάν η Κάμαλα Χάρις ηττηθεί δεν τίθεται «απλά» ζήτημα να βυθιστούν οι Δημοκρατικοί σε εσωστρέφεια και έριδες, και να δυναμώσουν οι φωνές, που τώρα σιγούν προς χάριν της ενότητας και μπροστά στην απειλή επανόδου Τραμπ, ότι το κόμμα έμεινε δίχως περιθώρια χρόνου να διοργανώσει προκριματικές προς επιλογή υποψηφίου με τις βέλτιστες πιθανότητες νίκης.
Εάν η Κάμαλα Χάρις ηττηθεί τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα κυβερνήσει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα του Λίνκολν. Αυτό έχει πάψει να υπάρχει. Στην εξουσία θα έλθει το τραμπικό μόρφωμα, ένας πρόεδρος της «εκδίκησης» και του ρατσισμού που υποδαύλισε την 6η Ιανουαρίου, ένας αντιπρόεδρος που κουβαλά τον εθνικισμό και ακούει στο όνομα Τζέι Ντι Βανς, και στο… βάθος θα βρίσκεται το περίφημο Project 25.
Στο διάγγελμά του ο Μπάιντεν δεν αναφέρθηκε ονομαστικά στον Ντόναλντ Τραμπ, αν και σαφώς η απειλή που συνιστά για τη Δημοκρατία ήταν ο άξονας της ομιλίας και των αποφάσεών του. Για να αποκρούσει την επιστροφή Τραμπ έχει δηλώσει ότι διεκδίκησε εκ νέου την προεδρία ο Μπάιντεν, και μέχρι την τελευταία στιγμή θεωρούσε, ίσως και ακόμη να το πιστεύει αλλά δεν υπήρχαν πια περιθώρια, ότι ήταν εκείνος στην καλύτερη θέση για να τον κερδίσει ξανά. Χρησιμοποίησε, ωστόσο, μία γνωστή «γραμμή» επίθεσης: «Έχει ακόμη σημασία ο χαρακτήρας στη δημόσια ζωή;» ρώτησε σε ένα σημείο, εκφράζοντας την πίστη πως ναι. Και επανέφερε τα λόγια του Μπέντζαμιν Φράνκλιν από το μακρινό 1787 όταν ρωτήθηκε: «Τελικά έχουμε μοναρχία ή Δημοκρατία; - Δημοκρατία, αν μπορούμε να την κρατήσουμε».
Οι δύο δρόμοι και οι δύο κόσμοι των Ηνωμένων Πολιτειών δεν μπορούσαν να αποτυπωθούν πιο ξεκάθαρα. Λίγο πριν το διάγγελμα Μπάιντεν, νοτιότερα της Ουάσινγκτον ο Ντόναλντ Τραμπ μιλούσε στην πρώτη προεκλογική συγκέντρωση κατόπιν της ανακοίνωσης του νυν προέδρου ότι παραδίδει τη σκυτάλη στην Κάμαλα Χάρις, κίνηση που εκτίναξε την ενέργεια, τις δωρεές και τη δυναμική στην εκστρατεία των Δημοκρατικών υποχρεώνοντας το επιτελείο Τραμπ σε αναπροσαρμογή στρατηγικής.
Στο Σάρλοτ στη Βόρεια Καρολίνα, ο Τραμπ έδωσε μία ικανή πρόγευση του τι θα επακολουθήσει όχι μόνο σε επίπεδο επιθέσεων κατά της Χάρις, αλλά πιθανώς και εάν έλθει την 5η Νοεμβρίου απέναντι σε μία εκλογική έκβαση που δεν του αρέσει, πολλώ δε μάλλον εάν το αποτέλεσμα είναι άκρως οριακό. Χωρίς να προφέρει ούτε μία φορά σωστά το όνομα της αντιπροέδρου -την αποκαλεί διαρκώς Καμάλα για να την υποτιμήσει- ενημέρωσε τους παριστάμενους στη συγκέντρωση ότι παύει να είναι… καλός και επιδόθηκε στο γνωστό ρεπερτόριο χαρακτηρίζοντας την Κάμαλα Χάρις «ριζοσπαστική αριστερή παράφρων», «πιο φιλελεύθερη από τον Μπέρνι Σάντερς», ακατάλληλη να κυβερνήσει και πολλά ακόμη.
Την συνέδεσε ως είναι αναμενόμενο με όλες τις πολιτικές της κυβέρνησης Μπάιντεν, πρωτίστως το μεταναστευτικό, λέγοντας ότι έλεγε ψέμματα για την πνευματική διαύγεια Μπάιντεν, συνεπώς λέει ψέματα και στους ψηφοφόρους -αυτή είναι μία γραμμή στην οποία θα επιμείνουν πολύ οι Ρεπουμπλικανοί κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, προωθώντας παράλληλα το αφήγημα πως οι Δημοκρατικοί πιέζοντας τον Μπάιντεν να παραιτηθεί παρέκαμψαν τους ψηφοφόρους που τον επέλεξαν στις προκριματικές, υπαινισσόμενοι υποτιθέμενη νομική παραβίαση ή παραβίαση του καταστατικού του κόμματος, γεγονός που ουδεμία βάση έχει.
Επανέλαβε, όμως, και άλλα πολύ πιο επικίνδυνα ο Ντόναλντ Τραμπ. Τους ψευδείς ισχυρισμούς περί νοθείας στις προεδρικές εκλογές του 2020. «Το 2016 κερδίσαμε, το 2020 πήγαμε καλύτερα αλλά οι εκλογές ήταν στημένες», είπε. Ο πρώην πρόεδρος που ούτε έχει δικαστεί ακόμη για την απόπειρα ανατροπής της εκλογικής έκβασης και τα ψεύδη που οδήγησαν στην μαύρη σελίδα της εισβολής στο Καπιτώλιο, ούτε και έχει ανακαλέσει, όχι μόνο δεν έχει δεσμευτεί ότι θα αναγνωρίσει την έκβαση των επικείμενων εκλογών αλλά μεθοδικά καλλιεργεί το έδαφος και προετοιμάζει τους «στρατούς» του MAGA για νέες επικίνδυνες ημέρες.
«Λένε ότι κάτι μου συνέβη όταν με πυροβόλησαν, έγινα καλός», είπε ο Τραμπ στο Σάρλοτ, αναφερόμενος στην απόπειρα δολοφονίας του στην Πενσιλβάνια. Οι αντίπαλοί του είναι πολύ επικίνδυνοι, απεφάνθη και συνέχισε: «Αν δεν σας πειράζει, δεν θα είμαι καλός, είστε εντάξει;». Το πλήθος τον αποθέωσε.