Η δολοφονία της Ντάριας Ντούγκινα (1992), κόρης του Αλεξάντρ Ντούγκιν, γνωστού θεωρητικού της Ευρασιανικής προοπτικής της Ρωσίας, όπως ήταν φυσικό, ήταν μία πρώτης μεγέθους έκπληξη όχι μόνο για εκείνους που παρακολουθούν από κοντά τις πολιτικές εξελίξεις στην αχανή αυτή χώρα, μα και για εκείνους που πιστεύουν πως όλα βαίνουν καλώς στην ανατολική αυτή δεσποτεία.
Με σπουδές στη Φιλοσοφία και διδακτορικό στον Νεοπλατωνισμό στη Γαλλία, η Ντάρια Ντούγκινα από νεαρή ηλικία εντάχθηκε στο κίνημα του «Ρωσικού κόσμου», μία επινόηση του πατέρα της και ένα από βασικά προπαγανδιστικά εργαλεία του Κρεμλίνου τα τελευταία είκοσι χρόνια.
Συμμετείχε ενεργά είτε στις δυναμικές εκδηλώσεις των Ρώσων εθνικιστών, είτε με διαλέξεις, άρθρα στην ακραία συντηρητική εφημερίδα «Τσάργκραντ» («Βασιλεύουσα»), εμφανίσεις σε προπαγανδιστικές εκπομπές του Russia1 (Βλ. Σολοβιόφ). Με την πάροδο του χρόνου, απέκτησε δικό της κανάλι στο Youtube, όπου διέδιδε τις ιδεολογικές προσταγές του πατέρα της και, γενικά, πολλοί τη θεωρούσαν ανερχόμενο αστέρι της ακραίας συντηρητικής παράταξης ή του «κόμματος του πολέμου», όπου μετονομάστηκε μετά την 24η Φεβρουαρίου 2022.
Σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών προσκείμενων στον Αλεξάντρ Ντούγκιν, ο ίδιος τελευταία στιγμή, μετά από κάποια εκδήλωσε, αποφάσισε να επιστρέψει σπίτι του με ένα άλλο αυτοκίνητο, απόφαση μοιραία για την κόρη του, η οποία αφού οδήγησε λίγα λεπτά ανατινάχθηκε καθ’ οδόν.
Προφανώς, ο στόχος ήταν ο ίδιος ο Ντούγκιν, ισχυρίζονται τα ίδια στελέχη με δηλώσεις τους σε διάφορα κανάλια του ρωσικού Telegram. Σύμφωνα με δηλώσεις του στενού του συνεργάτης, του πολιτικού αναλυτή και στελέχους του κινήματος «Ρωσικοί ορίζοντες», η περιπτωση της Ντάριας Ντούγκινα, έχει όλα τα χαρακτηριστικά της «κατ’ ανάθεση» δολοφονίας και κατονόμασε ως πιθανούς «παραγγελιδόχους» την Στρατιωτική Κατασκοπία της Ουκρανίας, την Υπηρεσία Ασφαλείας της Ουκρανίας και κάποιες αόριστες αντιτουρκικές δυνάμεις. Η Ουκρανία, με τη σειρά της, αρνήθηκε κάθε συμμετοχή.
Στη χώρα μας, ο Αλεξάντρ Ντούγκιν έγινε γνωστός χάρη σε μία επίσκεψή του στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς στις αρχές της δεκαετίας του 2010. Πολλοί τον θεωρούν, εσφαλμένα, ως πατέρα του Ευρασιανισμού. Ωστόσο, ο Ντούγκιν με τις θεωρητικές του κατασκευές, ελάχιστα συνέβαλε στην ανάπτυξη ή εξέλιξη της θεωρίας του Ευρασιανισμού, η οποία πρωτοδιατυπώθηκε συστηματικά στις αρχές του 20ού αιώνα, αν και οι ρίζες της βρίσκονται βαθύτερα στην ιστορία και συγκεκριμένα στην πρώτη γενιά των στοχαστών της σχολής των Σλαβόφιλων, στις αρχές του 19ου αιώνα.
Ως ηγέτης του Διεθνούς Ευρασιανικού Κινήματος και θεωρητικός, διατύπωσε τις απόψεις του μέσω της «Τέταρτης πολιτικής θεωρίας». Τέταρτης μετά τον Φιλελευθερισμό, τον Σοσιαλισμό και τον Φασισμό, η οποία θα αποτελέσει το εργαλείο για τη δημιουργία μίας Ευρασιανικής Υπερδύναμης, μέσω της ολοκλήρωσης της Ρωσίας με τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Στη Δύση, οι απόψεις του χαρακτηρίζονται ως φασιστικές και ο ίδιος θεωρείται ως ο βασικός πολιτικός και ιδεολογικός εκπρόσωπος του Ρωσισμού, ενός όρου που γνωρίζει ιδιαίτερη διάδοση μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Στο ερώτημα: Eπηρέασε η σκέψη του Αλεξάντρ Ντούγκιν τη διαμόρφωση της ιδεολογίας της νέας, μετακομμουνιστικής, ρωσικής ελίτ, η απάντηση είναι καταφατική με την επιφύλαξη πως αφενός μεν ο ίδιος δεν ήταν ποτέ μέλος της κλειστής ομάδας που παίρνει αποφάσεις και, αφετέρου, παρόμοιες απόψεις διατύπωσαν και άλλοι σύγχρονοι Ρώσοι διανοητές, όπως ο Βλαντισλάβ Σουρκόφ με τη θεωρία του περί «Βαθέως ρωσικού λαού», ο Αλεξάντρ Προχάνοφ, η Λέσχη Ιζμπόρσκ, ο αρχιμανδρίτης Τίχων Σεβκουνόφ (γνωστός ως πνευματικός της FSB), ο Κωνσταντίν Μαλοφέγιεφ, (γνωστός στην Ελλάδα από την απόπειρα δημιουργίας δικτύου τηλεοπτικών σταθμών), για να αναφερθούμε μόνο σε ορισμένους τα ονόματα των οποίων είναι λίγο πολύ γνωστά στη Δύση, μα και στην Ελλάδα.
Για ιστορικούς και μόνο λόγους, αξίζει να αναφέρουμε πως μεγαλύτερη επιρροή άσκηση το έργο του Λεβ Νικολάγιεβιτς Γκουμιλιόφ (1912-1992) γιου του αδικοχαμένου ποιητή Νικολάι Γκουμιλιόφ και της ποιήτριας Άννας Αχμάτοβα «Η εθνογένεση και η βιοσφαίρα της γης». Πρόκειται για ένα μεγάλο opus, στο οποίο ο Γκουμιλιόφ διατυπώνει την άποψη πως ο ρωσικός πολιτισμός είναι κατά πολύ νεότερος του δυτικού και ως εκ τούτου έχει μεγαλύτερες και καλύτερες προοπτικές ηγεμονίας, υπό την προϋπόθεση πως θα καταφέρει να συνενώσει τα διάφορα ασιατικά έθνη υπό την κυριαρχία του.
Ακόμη μεγαλύτερη επιρροή, όμως, άσκησε το άρθρο «Ρωσία-νησί» του Βαντίμ Τσιμπούρσκι (1957-2007), το οποίο τη χρονιά που δημοσιεύτηκε, το 1993, αποτέλεσε την ιδεολογική σκευή της νέας γενιάς Σλαφόβιλων, η οποία αναδύθηκε στη Ρωσία μετά το σοκ της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ και των πρώτων χρόνων της οικονομίας της αγοράς.
Η Ευρασιανική θεωρία, αποτελεί έναν από τους θεμέλιους λίθους της σύγχρονης ρωσικής, κρατικής ιδεολογίας. Άλλοι πυλώνες της είναι ο ρωσικός εθνικισμός, η ρωσική απολυταρχία και η εθνοφυλετική διαστρέβλωση της ανατολικής Ορθοδοξίας.
Η πολιτική δράση του Αλεξάντρ Ντούγκιν, μετά την εκδίωξή του από το Πανεπιστήμιο της Μόσχας, περιορίστηκε στα πλαίσια του Διεθνούς Ευρασιανικού κινήματος, στα ταξίδια στο εξωτερικό και στις συναντήσεις με ακροδεξιές οργανώσεις σε διάφορες χώρες (έχει συναντηθεί μέχρι και με την ΚΚΚ στις ΗΠΑ) και στην προσπάθεια δημιουργίας μίας Μαύρης Διεθνούς, χωρίς ιδιαίτερα αποτελέσματα.
Μετά τη συμπερίληψή του στις κυρώσεις της ΕΕ το 2014 και των ΗΠΑ και Καναδά το 2015, περιορίστηκε στο εσωτερικό της Ρωσίας, ταξιδεύοντας σε διάφορες περιφέρειες, ιδρύοντας λέσχες, οργανώνοντας εκδηλώσεις και φεστιβάλ με άκρως συντηρητικό περιεχόμενο και σαφή διαστρέβλωση της ιστορίας.
Ποτέ, ωστόσο, δεν κατάφερε να ενταχθεί στο mainstream της ρωσικής πολιτικής σκηνής, η δε ηλεκτρονική εφημερίδα στην οποία διετέλεσε για ένα διάστημα διευθυντής, η «Τσαργκράντ» δεν κατέφερε ποτέ να ασκήσει επιρροή στα ευρύτερα στρώματα της ρωσικής κοινωνίας, ακόμη και στην ενδοχώρα.
Οι επιπτώσεις της δολοφονίας
Σύμφωνα με την Τατιάνα Στανοβάγια, πολιτικό αναλυτή και αρθρογράφο σε εφημερίδες όπως η ρωσική Vedomosti, οι αμερικανικές Washington Post, The Wall Street Journal, η βρετανική The Guardian, η γαλλική Le Figaro, η δολοφονία της Ντάριας Ντούγκινα θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στη ρωσική πολιτική.
Και αυτό γιατί:
«Πρώτον, θα προκαλέσει τη ριζοσπαστικοποίηση του συντηρητικού στρατοπέδου, το οποίο έχασε ένα δικό του άνθρωπο και θα διψάει για εκδίκηση και επιδεικτική δήλωση της σκληρότητάς του απέναντι στους εχθρούς. Δεν είναι σίγουρο πως θα καταφέρει να ενταθούν οι διώξεις, οι οποίες ακολουθούν τη δική τους λογική, μα η σκληρότητα και η συχνότητα των ιδεολογικών συγκρούσεων θα αυξηθεί. Δεν είναι σίγουρο πως η εξουσία θα καταφέρει να ελέγξει αυτή η διαδικασία.
Δεύτερον, η δολοφονία λειτουργεί υπέρ της ενίσχυσης της δυσαρέσκειας κατά της εξουσίας στους συντηρητικούς κύκλους, οι οποίοι θεωρούν πως το Κρεμλίνο δεν θέτει εκεί που πρέπει τις κόκκινες γραμμές και δεν αντιμετωπίζει με αποφασιστικότητα τις παραβιάσεις του. Τρίτον, ορισμένοι περιμένουν από τον Πούτιν να σκληρύνει την πολιτική του, πράγμα που δεν πιστεύω ότι θα συμβεί. Προς το παρόν δεν είναι ξεκάθαρα τα μοτίβα της δολοφονίας και όσο προφανής κι αν ακούγεται η βασική εκδοχή, θα πρέπει να περιμένουμε τα αποτελέσματα της έρευνα, τα οποία μπορεί να μας εκπλήξουν. Σε κάθε περίπτωση, όμως, στην παρούσα συγκυρία είναι σημαντικό πως οι μελλοντικές αποφάσεις του Πούτιν θα δείχνουν αδύναμες και δεν θα έχουν νομιμοποίηση για τη συγκλονισμένη συντηρητική μερίδα της ελίτ και της κοινωνίας. Η δολοφονία της Ντούγκινα δημιουργεί τις προϋποθέσεις, στις οποίες διαμορφώνεται πολιτική ανάγκη για μία πιο ριζοσπαστική πολιτική ηγεσία από τον Πούτιν. Και την ανάγκη αυτή, δεν μπορεί να την ικανοποιήσει το Κρεμλίνο».
Ωστόσο τέλος, η δολοφονία της Ντάρια Ντούγκινα, κατά τις εκτιμήσεις του καναλιού VCK-ΟGPU, του ρωσικού Telegram, το οποίο φέρεται να έχει σχέσεις με ρωσικές μυστικές υπηρεσίες και συχνά αποκαλύπτει «καυτό υλικό», θέτει δύο ζητήματα:
1) Είτε οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες έχουν μετατραπεί ουσιαστικά σε υπηρεσίες δημοσίων σχέσεων, οι οποίες διαρρέουν υλικό για τις συλλήψεις κάποιων ήσσονων φιγούρων του οργανωμένου εγκλήματος ή μελών «τρομοκρατικών οργανώσεων» και δεν είναι ικανές να αποτρέψουν απόπειρες δολοφονίας ενός εκ των ιδεολόγων της σημερινής εξουσίας, είτε
2) τα γεράκια των μυστικών υπηρεσιών χρησιμοποιούν αντιγράφοντας από το βιβλίο του Λιτβινένκο τις μεθόδους για την άσκηση πίεσης στα αδύναμα σημεία του ανώτατου στρατιωτικού διοικητή με στόχο να τον πείσουν για την αναγκαιότητα λήψης πιο ριζοσπαστικών μέτρων.
Δεν θα ήταν αδόκιμο να υποθέσουμε πως η δολοφονία της Ντάριας Ντούγκινα, θα πυροδοτήσει διεργασίες στους κλειστούς κύκλους της κυρίαρχης ελίτ της Ρωσίας, τα αποτελέσματα της οποίας θα τα δούμε πολύ σύντομα.