Δεν είναι η «πρώτη φορά ακροδεξιά» μετά από 50 χρόνια, όπως αρέσκονται να γράφουν σήμερα μετά την νίκη της Μελόνι στις ιταλικές εκλογές. Είναι η 3η φορά που κόμματα της ακροδεξιάς συμμετέχουν σε κυβερνήσεις συνεργασίας (μια με τον Τζιανφράνκο Φίνι σε κυβέρνηση Μπερλουσκόνι, παλιότερα, και η τελευταία με την Λέγκα και τα 5 Αστέρια).
Άλλωστε το ποσοστό της Μελόνι, του Σαλβίνι και του Μπερλοσκούνι μαζί είναι μόλις λίγο μεγαλύτερο από το ποσοστό που είχαν και στις προηγούμενές εκλογές. Η διαφορά είναι πως τότε ο Σαλβίνι προηγούνταν κατά πολύ και η Μελόνι μόλις που είχε προσεγγίσει το 5% και υπήρχε η ισχυρή παρουσία των «5 Αστέρων . Άλλωστε τα τρία κόμματα δεν είχαν κατέβει ως συνασπισμός, που τους επιτρέπει σήμερα να πλειοψηφούν σε έδρες με λίγο πάνω από το 40% των ψήφων ενώ οι αντίπαλοί τους είναι κομμένοι στα τρία. Και για πρώτη φορά το 35% των Ιταλών δεν πήγαν να ψηφίσουν.
Τι πέτυχαν όμως οι δύο σχηματισμοί, του Φίνι και του Σαλβίνι που άφησαν τα ήσυχα λιμάνια της αντιπολίτευσης για να ξανοιχτούν στις φουρτούνες της διακυβέρνησης; Καταποντίστηκαν γιατί έχασαν την ταυτότητά τους, δηλαδή, απομακρύνθηκαν από τον «καθημερινό άνθρωπο» στο όνομα του οποίου εκτόξευσαν τα ποσοστά τους.
Θα πάθει το ίδιο η Μελόνι; Πολύ νωρίς για να πει κανείς.
Κοινός τόπος όλων των εγχειρημάτων, ήταν και είναι το συγκεχυμένο τους πρόγραμμα. Αυτό ακριβώς τους διαφοροποιεί και από τα αυθεντικά μορφώματα της μεσοπολεμικής ολοκληρωτικής δεξιάς: ο Φασισμός και ναζισμός θέλησαν να αυτοσυστηθούν ως πολιτικές ιδεολογίες, εναλλακτικές κοσμοθεωρίες και απαντήσεις στον κομμουνισμό. Κινητοποιός τους δύναμη, ωστόσο, υπήρξε το αίτημα της επέκτασης: Να ανασυστήσει ο Μουσολίνι το Ρωμαϊκό Μεγαλείο, την τρίτη εκδοχή της Αγίας Γερμανικής Αυτοκρατορίας, ο Χίτλερ, από τις στάχτες της ταπείνωσης του Α ΠΠ’. Ιταλία και Γερμανία, υπήρξαν δυνάμεις που κατέφθασαν «αργοπορημένες» στην αποικιακή κούρσα, ο ολοκληρωτισμός τους διατυπώθηκε για να τους ανοίξει ένας πλάγιος δρόμος προς την αυτοκρατορική παλινόρθωση.
Από αυτή τη σκοπιά, στενότερος σύγχρονος συγγενής του Μουσολίνι και του Χίτλερ, είναι ο Πούτιν και ο Ερντογάν, όχι η Μελόνι και η Λεπέν.
Μπορεί οι τελευταίες περιπτώσεις να έλκουν την καταγωγή τους από τις ιδεολογίες τους, που τους έχουν κληροδοτήσει εξ άλλου μια ροπή προς τον αντιφιλελευθερισμό και το πατερναλιστικό κράτος, Ωστόσο η σύγχρονη ευρωπαϊκή ακροδεξιά δεν εκφράζει κάποιο αίτημα επέκτασης, αλλά ένα αίτημα αμυντικού χαρακτήρα.
Κυρίως εξ αιτίας του μεταναστευτικού αδιεξόδου, και της πολυπολιτισμικής αποσύνθεσης των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Όπως συνέβη λίγες μέρες πριν και στη Σουηδία. Αυτά τα κόμματα ψηφίζονται μάλλον ως προειδοποίηση και αίτημα σωφρονισμού των κεντροδεξιών και κεντροαριστερών κομμάτων που είναι όντως σε θέση να διαχειριστούν την εξουσία!
Και οι προειδοποιήσεις, ως γνωστόν, δεν κυβερνούν επί μακρόν. Όπως εξάλλου είχε συμβεί από άλλη κατεύθυνση και με τα 5 αστέρια. Κατ’ εξοχήν διότι τα κόμματα που ανήκουν στο ρεύμα της Μελόνι και της Λεπέν πιστεύουν ότι η εθνική αυτοδυναμία εξασφαλίζεται στο παγκόσμιο σύστημα του 21ου αιώνα, με μια ριζική εθνοκρατική αναδίπλωση. Πρεσβεύουν, θα λέγαμε, τη γραμμή της «συντηρητικής επανάστασης σε μια μόνο χώρα».
Σε μια εποχή, όμως, που συγκρούονται μεγάλα γεωπολιτικά– συμμαχίες πολιτισμικών– μπλοκ, και η παγκοσμιοποίηση αποδυναμώνεται μετεξελισσόμενη σε περιφερειοποίηση, η γραμμή της εθνοκρατικής αναδίπλωσης (που στην ουσία είναι μια νοσταλγία για τον προ του 1989 κόσμο), οδηγεί σε εθνική απομόνωση και αποδυνάμωση, όχι ενδυνάμωση.
Η αντίφαση διαπιστώνεται στην ίδια την τοποθέτηση της Μελόνι. Από τη μία, αντιτάχθηκε σφοδρά στην ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, από την άλλη, η ατζέντα της πολιτικής της μέσα στην ΕΕ δεν λαμβάνει υπόψη της ότι η τελευταία πρέπει να συσπειρωθεί, όχι να αποσυσπειρωθεί ενώπιον της νέας πολυπολικότητας που αναδύεται.
Και βέβαια, είναι και η οικονομία. Αν πιστεύει η κυρία Μελόνι, ότι θα βρει τους απαραίτητους πόρους για να αντιμετωπίσει δημοσιονομικά την επερχόμενη ενεργειακή και κοινωνική κρίση, αρκεί να ρίξει μια ματιά στην βρετανική οικονομία, πόσο διέψευσε τους ισχυρισμούς των μπρέξιτερς, για την μετά το δημοψήφισμα πορεία της, και σε τι χρέος ετοιμάζεται να την βυθίσει η Λιζ Τρας προκειμένου να στηρίξει τα νοικοκυριά της Γηραίας Αλβιώνας.
Και άραγε τι θα γίνουν τα 150;-200 δισεκατομμύρια ευρώ που πρόκειται να εισπράξει η Ιταλία από το ταμείο Ανάκαμψης Θα τα χαρίσει η Μελόνι στις Βρυξέλλες; Δύσκολο!
Σε οποιαδήποτε περίπτωση: Δεν αρκεί πλέον να λέμε πως «η άνοδος των κομμάτων του τύπου της Μελόνι εκφράζει μια ‘εξέγερση ψήφου’ των καταφρονεμένων κατώτερων και μεσαίων γηγενών στρωμάτων από την παγκοσμιοποίηση». Αυτό ήταν είδηση το 2002 με την πρώτη επιτυχία του πατρός Λεπέν, με την άνοδο του Όρμπαν και την απόρριψη του Ευρωσυντάγματος το 2007, το 2016 με το μπρέξιτ και τη νίκη του Τραμπ.
Το ερώτημα είναι εάν θα μπορέσουν να διαμορφωθούν πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη οι οποίες να επιτύχουν τη σύζευξη της εθνοκρατικής με την ευρωπαϊκή κυριαρχία· ώστε να μη κατισχύσουν διαλυτικές και φυγόκεντρες τάσεις σε μια εποχή όπου τα υπόλοιπα μπλοκ του πλανήτη συσπειρώνονται. Και αυτό το αίτημα δεν μπορεί να το εκφράσει ο Σαλβίνι ή η Μελόνι καθώς προϋποθέτει:
Πρώτον, να ξεκαθαρίσει η ΕΕ ότι θα απηχεί τις αξίες και τις αρχές του Ευρωπαϊκού πολιτισμού, και όχι της αποδόμησής του.
Δεύτερον, να διαμορφωθούν συγκεκριμένες πολιτικές στα πεδία αντιμετώπισης της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης, επαναβιομηχάνισης μέσω της αντικατάστασης των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων με ευρωπαϊκές, ανασυγκρότησης της παιδείας που έχει αποτύχει στις βασικές αποστολές της, όπως, να προάγει το πνεύμα και τον πολιτισμό καθώς και την κοινωνική και πολιτική συνείδηση, να λειτουργεί ως φορέας μαζικής κοινωνικής κινητικότητας για τις κατώτερες και μεσαίες τάξεις κ.λπ.
Τρίτον, να κατανικηθεί η αποσχιστική ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης που δημιουργεί τεράστιο χάσμα ανάμεσα στις ηγεσίες και τις μεσαίες και τις κατώτερες τάξεις της κοινωνίας στις ευρωπαϊκές χώρες, παραδίδοντάς τις στο έλεος ανορθολογισμών, τυχοδιωκτισμών, και προσπαθειών χειραγώγησης τους από δυνάμεις όπως είναι οι Ρωσία/Τουρκία.
Γράφουν οι Γιώργος Καραμπελιάς και Γιώργος Ρακκάς.