Όλοι εναντίον όλων στην «πυριτιδαποθήκη» της Μ. Ανατολής και η αποκάλυψη των επιδιώξεων της Τουρκίας
Shutterstock
Shutterstock

Όλοι εναντίον όλων στην «πυριτιδαποθήκη» της Μ. Ανατολής και η αποκάλυψη των επιδιώξεων της Τουρκίας

Σε έναν αγώνα «όλων εναντίον όλων» εξελίσσεται η νέα και πιθανόν τελική φάση του 14χρονου δράματος της Συρίας, καθώς η προέλαση ενός ετερόκλητου κύματος, από τζιχαντιστές, φιλοτουρκικές σουνιτικές ομάδες και αντιπολιτευόμενους στον πρόεδρο Άσαντ έχει αποκαλύψει ότι το καθεστώς Άσαντ χωρίς την εξωτερική στήριξη είναι «γυμνό» και πλέον είναι ορατός ο κίνδυνος για μια ακόμη εστία σοβαρής αποσταθεροποίησης με την εμπλοκή και ξένων δυνάμεων.

Η δήλωση του Τ.Ερντογάν την Παρασκευή μετά την προσευχή, αποκαλύπτει τους μέχρι τώρα συγκαλυμμένους στόχους της Άγκυρας, καθώς ο Τούρκος ηγέτης έδειξε στους προελαύνοντες «αντάρτες» στη Δαμασκό και την ανατροπή του Ασαντ…

Ο αιφνιδιασμός των τζιχαντιστών και των σουνιτικών ένοπλων δυνάμεων ήταν πλήρης και οδήγησε στην πτώση του Χαλεπίου μέσα σε τρία 24ωρα. Ελέγχοντας μεγάλο τμήμα της Βόρειας Συρίας, οι δυνάμεις αυτές εισήλθαν στη Χομς και απειλούν πλέον τη Χάμα, δύο μεγάλες πόλεις στρατηγικής σημασίας καθώς δεσπόζουν στον δρόμο που συνδέει τη Δαμασκό με τη Βόρεια Συρία και με τα παράλια στη Μεσόγειο.

Το καθεστώς Άσαντ, αποδυναμωμένο πλήρως μετά τα πλήγματα που έχει δεχθεί η ιρανική παρουσία στην περιοχή και με τον περιορισμό της Χεζμπολάχ, και με τη Μόσχα να τηρεί μια εντελώς «προσεκτική» στάση, λόγω και των υποχρεώσεων στον πόλεμο της Ουκρανίας, παρακολουθεί την επέλαση των δυνάμεων που στοχεύουν την ανατροπή του και δείχνει να συγκεντρώνει τις δυνάμεις του, που είναι πλέον αποθαρρυμένες και με ηττοπάθεια, στη Νότια Συρία και βόρεια της Δαμασκού.

Η κατάσταση αυτή δημιουργεί μεγάλη αβεβαιότητα για το τι θα συμβεί στο εσωτερικό της Συρίας και συγχρόνως ανοίγει την «όρεξη» σε ξένες δυνάμεις, είτε να διατηρήσουν τα ερείσματά τους στη χώρα είτε να επεκτείνουν την επιρροή τους και να επιτύχουν και τους «ιδιοτελείς» στόχους τους, με πρώτη την Τουρκία.

Η περαιτέρω αποσταθεροποίηση της Συρίας θα πυροδοτήσει και τις τάσεις απόσχισης και την απειλή για την ίδια την εδαφική ακεραιότητα της Συρίας.

Το Ιράν δηλώνει ότι θα στηρίξει το καθεστώς Άσαντ, η Ρωσία στηρίζει τον Άσαντ αλλά προς το παρόν αποφεύγει άμεση εμπλοκή με προσβολή των θέσεων των επιτιθέμενων, το Ισραήλ εξετάζει το ενδεχόμενο παρέμβασης στη Νοτιοδυτική Συρία, εάν οι αντικαθεστωτικές δυνάμεις στραφούν προς τη Δαμασκό και η Τουρκία παρακολουθεί τις εξελίξεις κινώντας τα νήματα από το παρασκήνιο για να επιτύχει τους στόχους της.

Η Ρωσία δείχνει αρκετά απρόθυμη να εμπλακεί σοβαρά σε μια στρατιωτική εμπλοκή και είναι χαρακτηριστικό ότι περιορίστηκε μόνο σε ορισμένους συμβολικούς βομβαρδισμούς εναντίον των ανταρτών και δεν επέκτεινε το πεδίο δράσης, ώστε να ανακόψει την πορεία των ανταρτών και τζιχαντιστών προς τον νότο. Η Χομς και η Χάμα είναι κρίσιμες καθώς βρίσκονται στον δρόμο που συνδέει τη Δαμασκό με την Ταρσό όπου φθάνουν τα εφόδια από τη Ρωσία και αποτελεί συγχρόνως τη μεγάλη ναυτική βάση της Ρωσίας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Επίσης, στην ίδια περιοχή που απειλείται από τους τζιχαντιστές βρίσκεται και η μεγάλη ρωσική αεροπορική βάση Khmeimim, που κατασκευάστηκε στα μέσα του 2015 δίπλα στην Ταρσό. Η απόφαση της Μόσχας να δώσει εντολή να αποπλεύσει η ναυτική δύναμη από την Ταρσό για ασκήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο δεν είναι γνωστό αν πρόκειται για δείγμα φόβου από επικείμενα πλήγματα των τζιχαντιστών ή αν ήταν μια επίδειξη δύναμης της Μόσχας.

Η Ρωσία σταθερά επιδιώκει την ομαλοποίηση της κατάστασης και νομιμοποίηση του καθεστώτος Άσαντ, αλλά με ανοιχτό το μέτωπο στην Ουκρανία δεν έχει πολλά περιθώρια για ισχυρή στρατιωτική εμπλοκή και έτσι θα τη βόλευε ένα modus vivendi Τουρκίας – Συρίας που θα οδηγούσε στην επιβίωση του Άσαντ.

Έτσι, θα μπορούσε να διατηρήσει τη στρατιωτική παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο με τη βάση που ήδη διαθέτει και να έχει ένα ισχυρό προγεφύρωμα στη Μέση Ανατολή. Συγχρόνως, εάν αποκατασταθεί η στοιχειώδης ομαλότητα στη Συρία και υπάρξει χαλάρωση των κυρώσεων, θα ανοίξει ο δρόμος και για ρωσικές εταιρίες να συμμετάσχουν στην ανοικοδόμηση της Συρίας.

Το Ιράν βρίσκεται σε ακόμη σε πιο δύσκολη θέση, καθώς βλέπει να κόβονται οι δρόμοι άσκησης επιρροής στη Συρία και στον Λίβανο, μετά τα μεγάλα πλήγματα που έχουν δεχθεί τα ιρανικά προγεφυρώματα στη Συρία και η ίδια η Χεζμπολάχ. Θέλει τη διάσωση του Άσαντ χωρίς όμως αυτή να στηρίζεται αποκλειστικά στην Τουρκία. Θεωρούν, εξάλλου, ότι αυτό θα είναι κάτι που θα «πουλήσει» ο Τ. Ερντογάν στους Αμερικανούς, ότι με την πολιτική της δηλαδή, αποδυναμώνει την επιρροή του Ιράν στη Συρία.

Για πολλούς Ισραηλινούς σχολιαστές η διατήρηση του Άσαντ στην εξουσία είναι το μη χείρον… και είναι προτιμότερο να έχεις στη Δαμασκό αποδυναμωμένο τον «διάβολο» που γνωρίζεις.

Γιατί το ενδεχόμενο κατάρρευσης του Άσαντ θα ανοίξει μια πολύ επικίνδυνη σελίδα, με την αντιπολίτευση να μην είναι σε θέση να καλύψει άμεσα το κενό εξουσίας και τις δεκάδες τζιχαντιστικές και ισλαμικές ένοπλες ομάδες που καραδοκούν. Το Ισραήλ που έχει δεσμούς με την κουρδική οντότητα δεν επιθυμεί μια υπερβολική ενίσχυση της επιρροής της Τουρκίας στη Συρία που θα οδηγήσει και στην κατάλυση της αυτόνομης κουρδικής περιοχής.

Πάντως, ήδη στο Ισραήλ συζητείται ανοιχτά ότι στον σχεδιασμό της κυβέρνησης είναι και η περιορισμένη στρατιωτική παρέμβαση για δημιουργία buffer zone στη νοτιοδυτική Συρία, εφόσον η προέλαση των τζιχαντιστών συνεχιστεί προς νότο.

Για την Ουάσιγκτον τα διλήμματα είναι μεγάλα, καθώς αφενός θα πρέπει να δώσει δείγμα γραφής για το εάν θα εμποδίσει την Τουρκία να στραφεί εναντίον της κουρδικής οντότητας στη βορειοανατολική Συρία που αποτελεί τον μοναδικό σύμμαχό της στην περιοχή.

Από την άλλη πλευρά, θέλει να περιοριστεί η επιρροή του Ιράν στη Συρία αλλά και η εδραίωση της επιρροής της Μόσχας. Αν και ο Άσαντ βρίσκεται στο στόχαστρο της αμερικανικής πολιτικής, η ανατροπή του χωρίς να υπάρχει ομαλή μετάβαση σε ένα νέο δημοκρατικό αντιπροσωπευτικό σύστημα και το ενδεχόμενο να κυλήσει η Συρία στον έλεγχο τζιχαντιστών και φανατικών σουνιτικών ομάδων αποτελεί ένα εφιαλτικό σενάριο. Ενόψει και της ανάληψης καθηκόντων από τον Ν. Τραμπ, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για τη στάση των ΗΠΑ, πολύ περισσότερο, όταν το θέμα των Κούρδων μπορεί να την οδηγήσει σε αντιπαράθεση με την Άγκυρα.

Οι εξελίξεις στη Συρία δίνουν την ευκαιρία για ένα νέο μεγάλο παιχνίδι της Τουρκίας, το οποίο όμως δεν είναι χωρίς υψηλό ρίσκο. Ο βασικός στόχος του Ερντογάν ήταν χωρίς να αναμειχθεί ευθέως σε σύγκρουση να πιέσει τον Άσαντ, ώστε να καθίσει στο τραπέζι χωρίς προϋποθέσεις.

Έτσι, να επιτύχει ότι ο Άσαντ θα πειστεί και θα υποχρεωθεί σε συναίνεση, ώστε να ξεκινήσει η ομαλοποίηση στο εσωτερικό της Συρίας και να επιτραπεί έτσι η επιστροφή των 4,5 εκατομμυρίων προσφύγων που βρίσκονται στην Τουρκία και αποτελούν μείζον πρόβλημα για τον Ερντογάν.

Συγχρόνως να εξασφαλίσει, προσφέροντας και στρατιωτική συνδρομή γι' αυτό, την κατάλυση της αυτόνομης διοίκησης των Κούρδων του SDF στη βορειοανατολική Συρία που θεωρεί ότι είναι το μακρύ χέρι του PKK και αποτελεί απειλή εθνικής ασφάλειας για την Τουρκία.

Επίσης, με το κλείσιμο του μετώπου της Συρίας η Τουρκία θα μπορούσε να εξασφαλίσει τη διατήρηση για ένα διάστημα της ζώνης ασφαλείας την οποία έχει καταλάβει με δύο στρατιωτικές επιχειρήσεις στη βόρεια Συρία.

Όμως η δήλωση Ερντογάν την Παρασκευή δείχνει αλλαγή τακτικής: «Ιντλίμπ, Χάμα, Χομς είναι οι στόχοι και φυσικά η Δαμασκός. Η επέλαση της αντιπολίτευσης συνεχίζεται. Τα παρακολουθούμε τόσο μέσα από τις μυστικές υπηρεσίες όσο και από όλα τα μέσα ενημέρωσης. Ελπίζουμε αυτή η προέλαση στη Συρία να συνεχιστεί χωρίς ατυχήματα και χωρίς μπελάδες».

Το μήνυμα του Τούρκου ηγέτη είναι ότι πλέον επενδύει ανοικτά σε ανατροπή η χειραγώγηση του Άσαντ και τη διαμόρφωση ενός νέου καθεστώτος, το οποίο θα είναι φιλικό και ελεγχόμενο από την Άγκυρα…

Η Τουρκία ελπίζει ότι θα μπορέσει να αναδειχθεί σε ρυθμιστή των εξελίξεων στην περιοχή, να επιτύχει τους δικούς της εθνικούς στόχους και συγχρόνως να αποκτήσει έναν ακόμη μοχλό πίεσης προς το Ισραήλ.

Το παιχνίδι αυτό όμως μπορεί να τη φέρει σε αντιπαράθεση όχι μόνο με το Ιράν και τη Ρωσία που επιδιώκουν τη στήριξη του Άσαντ, αλλά και με τις ΗΠΑ. Και φυσικά το πρόβλημα του Τ. Ερντογάν είναι ότι οι τζιχαντιστές της HTS συνεργάζονται με τις φιλοτουρκικές οργανώσεις, αλλά δεν ελέγχονται πλήρως από την Τουρκία.