Tου Γιώργου Παυλόπουλου
«Άμα θες να φύγεις φύγε κι άμα θες να κλάψεις κλάψε, να γκρινιάζεις μόνο πάψε, δεν μπορώ να σ''ανεχθώ!». Δεν θα μπορούσε να υπάρχει περιγραφή πιο ταιριαστή από αυτήν που δίνει ο παραπάνω στίχος, του πολύ γνωστού και αγαπημένου λαϊκού άσματος, για τα όσα άκουσε και βίωσε η Τερέζα Μέι στις Βρυξέλλες την Πέμπτη, όπου πραγματοποιήθηκε μία ακόμη σύνοδος κορυφής της ΕΕ για το Brexit.
Άλλωστε, όπως μεταδίδουν όλα σχεδόν τα βρετανικά και ευρωπαϊκά ΜΜΕ, ο εκνευρισμός στις τάξεις όσων συμμετείχαν στη σύνοδο ήταν κάτι παραπανω από εμφανής, με τους περισσότερους από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων των «27» να έχουν χάσει την υπομονή τους με τα καμώματα των Βρετανών και της πρωθυπουργού τους και να μην έχουν καμία διάθεση να ασχοληθούν με το συγκεκριμένο θέμα. Έτσι, της είπαν δύο πράγματα: Πρώτον, «πες μας επιτέλους τι ακριβώς θέλετε» και δεύτερον, «βρες πλειοψηφία στη βρετανική βουλή και μετά έλα να το συζητήσουμε». Μάλιστα, ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, φέρεται να χαρακτήρισε την έκκληση της Μέι προς τους εταίρους της για βοήθεια ως «νεφελώδη» και «αόριστη» -προκαλώντας την έντονη δυσφορία και τη διαμαρτυρία της, που καταγράφηκαν και σε βίντεο.
Ακριβώς, όμως, επειδή η Μέι δεν είχε απαντήσεις στα ερωτήματα που δέχθηκε, οι συνομιλητές της δεν έκαναν καν τον κόπο να μπουν στη συζήτηση για αλλαγές στην υπάρχουσα συμφωνία. Ούτως ή άλλως δε, ήταν εξαρχής απίθανο να δεχθούν να αναιρέσουν όσα οι ίδιοι είχαν υπογράψει πριν από 20 ημέρες, απλώς και μόνο για να κάνουν το χατήρι της απελπισμένης Μέι, η οποία δεν βρίσκει πουθενά μια σανίδα πολιτικής σωτηρίας. Και γι'' αυτό, περιορίστηκαν σε μια δήλωση καλών προθέσεων αναφορικά με το πιο «καυτό» θέμα, που είναι το καθεστώς στα σύνορα της Βόρειας Ιρλανδίας και το «φρένο ασφαλείας» (backstop) που προβλέπει η συμφωνία -και σε αυτό θα μείνουν μέχρι τέλους, όπως όλα δείχνουν.
Βαρύ κλίμα
Ακόμη χειρότερο ήταν το κλίμα για την Μέι στο εσωτερικό της χώρας της. Οι πολιτικοί της αντίπαλοι -Εργατικοί, Σκοτσέζοι εθνικιστές, Φιλελεύθεροι, Βορειοϊρλανδοί του DUP, Ουαλοί και Πράσινοι- και οι «αντάρτες» του κόμματός της εξαπέλυσαν νέα σφοδρά πυρά εναντίον της, ζητώντας της είτε να φέρει άμεσα τη συμφωνία προς (κατα)ψήφιση στη βουλή είτε να παραιτηθεί. Όσο για τα ΜΜΕ, ο ειρωνικός τόνος στα πρωτοσέλιδα πολλών χθεσινών εφημερίδων ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής.
Βεβαίως, ουδείς ανέμενε ότι η υπόθεση του Brexit, δηλαδή της διαδικασίας εξόδου της πρώτης χώρας από την ΕΕ μετά από 60 χρόνια, θα ήταν μια απλή υπόθεση. Ωστόσο, η σύγχυση που επικράτησε βορείως της Μάγχης μετά το αποτέλεσμα-σοκ στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016 περιέπλεξε τόσο πολύ τα πράγματα, ώστε η πάλαι ποτέ κραταιά υπερδύναμη να κινδυνεύει να βγει ταπεινωμένη από την όλη διαδικασία, όποια και αν είναι η κατάληξή της -σε βαθμό που ορισμένοι ήδη να κάνουν λόγο για... μπανανία!
Διότι το πρόβλημα είναι ακριβώς αυτό που έχουν διαπιστώσει οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι: Οι Βρετανοί δεν ξέρουν τι θέλουν στο συγκεκριμένο θέμα, που είναι το μάλλον το πρώτο σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής στο οποίο τα κόμματα και οι παράγοντες της οικονομικής και επιχειρηματικής ζωής της χώρας έχουν βγάλει τα μαχαίρια από τα θηκάρια και έχουν επιδοθεί σε μια ανελέητη δημόσια σύγκρουση.
Η Μέι και οι άλλοι
Η Μέι, έχοντας αρχικά και πριν το δημοψήφισμα του 2016 ταχθεί υπέρ της παραμονής στην ΕΕ, αλλά και δεχόμενη τις πιέσεις της πλειοψηφίας του επιχειρηματικού κόσμου και του City για διατήρηση στενών δεσμών με την ΕΕ ακόμη και μετά την έξοδο, είναι υποχρεωμένη να βαδίζει επί ξυρού ακμής, προσπαθώντας να... τετραγωνίσει τον κύκλο -δηλαδή, να τους ικανοποιήσει όλους εξίσου.
Οι «σκληροί» των Συντηρητικών, από την πλευρά τους, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν ουσιαστικά την ακροδεξιά, ξενόφοβη και ακραία αντιευρωπαϊκή πτέρυγα του κυβερνώντος κόμματος, θέλουν με κάθε τρόπο να αποτύχει η παρούσα συμφωνία της Μέι, για την οποία θεωρούν ότι κάνει απαράδεκτες παραχωρήσεις στην ΕΕ. Έτσι και με δεδομένο ότι οι αντίπαλοί τους δεν έχουν παρουσιάσει μια πλειοψηφική εναλλακτική πρόταση, ελπίζουν ότι οι εξελίξεις θα οδηγηθούν αναγκαστικά προς το «άτακτο» Brexit, από το οποίο τελικά το Ηνωμένο Βασίλειο θα βγει κερδισμένο, κάνοντας επίδειξη δύναμης.
Οι δε φιλοευρωπαϊστές των Τόρις, που πλειοψηφούν και χάρισαν τη νίκη στη Μέι κατά την ψηφοφορία για την πρόταση μομφής, θα ήθελαν να απαλλαγούν από την πίεση (ίσως και την παρουσία) των «σκληρών, όμως αυτό θα σήμαινε αφενός ότι θα έλεγαν αντίο στην κυβέρνηση και, αφετέρου, ότι θα άνοιγαν τον δρόμο για τον Τζέρεμι Κόρμπιν, τον οποίο κάθε άλλο παρά συμπαθούν, καθώς τον θεωρούν... ακροαριστερό.
Οι Εργατικοί και ο Κόρμπιν, τέλος, πελαγοδρομούν ανάμεσα στις διάφορες «ερμηνείες» του Brexit και επιδίδονται σε πολιτικούς ακροβατισμούς. Αν και οι Φιλελεύθεροι με τους Σκοτσέζους τους ζητούν να ηγηθούν ενός συνασπισμού που θα διεκδικήσει τη μη έξοδο από την ΕΕ, πιθανότατα μέσω ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, η ηγεσία τους φοβάται ότι έτσι μπορεί να χαθεί η επαφή με εκείνο το (μη αμελητέο) κομμάτι της βάσης και της κοινωνίας που συνεχίζει να στηρίζει το Brexit -προφανώς, από διαφορετικά σκοπιά από τον Νάιτζελ Φάρατζ και τον Μπόρις Τζόνσον- και είναι απολύτως απαραίτητο για τη νίκη στις επόμενες εκλογές.
Με βάση όλα τα παραπάνω, χωρίς μια νωπή λαϊκή ετυμηγορία, είτε με εκλογές είτε με δημοψήφισμα είτε και με τα δύο μαζί, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να ξεκαθαρίσει η κατάσταση και το ποιος έχει το πάνω χέρι. Αν και, για να λέμε την αλήθεια, ούτε σε αυτή την περίπτωση μπορεί κανείς να... κόψει το χέρι του πως το αδιέξοδο θα ξεπεραστεί.
AP Photo/Francisco Seco