Ο 69χρονος επικεφαλής της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU), Φρίντριχ Μερτς, υπόσχεται θεμελιώδεις αλλαγές στην πολιτική, συμπεριλαμβανομένων αυστηρότερων ελέγχων στη μετανάστευση και φιλικών προς την αγορά μεταρρυθμίσεων για την αναζωογόνηση της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, αναφέρουν σε δημοσιεύματά τους, Guardian και Anadolu.
Ανέλαβε το τιμόνι της κεντροδεξιάς Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) το 2022, δύο χρόνια μετά την αποχώρηση της μακροχρόνιας συντηρητικής ηγέτιδας και πρώην καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ από την ενεργό πολιτική
«Σε αντίθεση με το ήρεμο στυλ και την πολιτική συναίνεσης της Μέρκελ, που της επέτρεψαν να κερδίσει ευρεία υποστήριξη και να γεφυρώσει κοινωνικές διαφορές, η συγκρουσιακή προσέγγιση και οι πολωτικές δηλώσεις του Μερτς τον έχουν καταστήσει έναν από τους λιγότερο δημοφιλείς υποψήφιους καγκελάριους της Γερμανίας.
«Επίσης, σε αντίθεση με τις κεντρώες πολιτικές της Μέρκελ, ο Μερτς οδήγησε το κόμμα προς τα δεξιά, ενώ η προσωπική του δημοτικότητα παραμένει αισθητά χαμηλότερη από εκείνη του πρώην καγκελαρίου. Επιπλέον, αντιμετώπισε χαμηλά ποσοστά αποδοχής μεταξύ των ψηφοφόρων στα ομοσπονδιακά κρατίδια της Ανατολικής Γερμανίας, όπου η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) διατηρεί τη μεγαλύτερη εκλογική της βάση.
Επαναφορά των οικονομικών πολιτικών της Γερμανίας
Στην εκστρατεία του, ο Μερτς επέκρινε έντονα την κυβέρνηση συνασπισμού του Σολτς, υποστηρίζοντας ότι οι πολιτικές της έχουν οδηγήσει σε σοβαρή οικονομική στασιμότητα, αναγκάζοντας πολλές εταιρείες να κλείσουν εργοστάσια και να περικόψουν χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Για την αναζωογόνηση της δοκιμαζόμενης οικονομίας, ο συντηρητικός ηγέτης προτείνει φιλικές προς τις επιχειρήσεις πολιτικές, όπως μείωση των εταιρικών φορολογικών συντελεστών, διασφάλιση προσιτής ενέργειας, μείωση της γραφειοκρατίας, αύξηση των επενδύσεων και ίδρυση ψηφιακού υπουργείου για την προώθηση της επαναβιομηχάνισης της Γερμανίας μέσω της ψηφιοποίησης.
Επέκρινε την επιμονή των Πρασίνων σε δαπανηρά και αναποτελεσματικά ενεργειακά έργα και υποστήριξε ότι η Γερμανία πρέπει να διατηρήσει την επιλογή της πυρηνικής ενέργειας, δίνοντας έμφαση στην έρευνα πυρηνικής τεχνολογίας τέταρτης και πέμπτης γενιάς.
Οι υποστηρικτές του τον θεωρούν έναν πολλά υποσχόμενο υποψήφιο καγκελάριο, ικανό να κατανοήσει τις οικονομικές προκλήσεις και να προσφέρει πρακτικές λύσεις, καθώς διαθέτει πολυετή εμπειρία ως εταιρικός δικηγόρος και μέλος διοικητικών συμβουλίων κορυφαίων γερμανικών και πολυεθνικών εταιρειών.
Ωστόσο, οι επικριτές επισημαίνουν ότι, παρά την εκτεταμένη πολιτική του σταδιοδρομία και την επιχειρηματική του εμπειρία, δεν έχει ποτέ διατελέσει σε εκτελεστικό αξίωμα, είτε σε κρατικό επίπεδο είτε ως μέλος ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Οι πολιτικοί της αριστεράς αμφισβητούν ιδιαίτερα τους δεσμούς του με πολυεθνικές εταιρείες και τον χρηματοπιστωτικό τομέα, επικεντρώνοντας στον ρόλο του ως προέδρου του γερμανικού τμήματος της αμερικανικής επενδυτικής πολυεθνικής BlackRock (2016-2020), υποστηρίζοντας ότι θα έδινε προτεραιότητα στα συμφέροντα των ομάδων λόμπι εις βάρος της δημόσιας ευημερίας.
Αναμόρφωση της μεταναστευτικής πολιτικής
Ο Μερτς έχει θέσει τη μαζική μετανάστευση στο επίκεντρο της προεκλογικής του εκστρατείας, ζητώντας πλήρη αναθεώρηση των μεταναστευτικών πολιτικών της Γερμανίας.
Έχει δεσμευτεί να καθιερώσει μόνιμους συνοριακούς ελέγχους με τις γειτονικές χώρες, με στόχο τη σημαντική μείωση της παράτυπης μετανάστευσης, ενώ σχεδιάζει την επιτάχυνση των διαδικασιών απέλασης για τους απορριφθέντες αιτούντες άσυλο.
Δήλωσε επίσης ότι Σύροι και Αφγανοί χωρίς νομικό καθεστώς, καθώς και όσοι μετανάστες έχουν διαπράξει σοβαρά εγκλήματα στη Γερμανία, θα υπόκεινται σε άμεση απέλαση στις χώρες καταγωγής τους.
Οι Χριστιανοδημοκράτες έχουν δεσμευτεί να αναστείλουν τα προγράμματα οικογενειακής επανένωσης για όσους διαθέτουν καθεστώς επικουρικής προστασίας, καθώς και να τερματίσουν όλα τα προγράμματα εθελοντικής εισδοχής.
Η αυστηρή μεταναστευτική πολιτική του Μερτς έχει πυροδοτήσει έντονες αντιδράσεις, με οργανώσεις μεταναστών να τον επικρίνουν ιδιαίτερα για την πρόθεσή του να ανατρέψει τις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης Σολτς σχετικά με την απόκτηση γερμανικής υπηκοότητας και τη δυνατότητα διπλής υπηκοότητας.
Μπούμερανγκ οι ακροδεξιές πολιτικές
Ο συντηρητικός πολιτικός προκάλεσε σάλο πριν από μερικές εβδομάδες, καταθέτοντας στο κοινοβούλιο αντιμεταναστευτικό νομοσχέδιο και επιδιώκοντας να το περάσει με την υποστήριξη του AfD.
Ο Σολτς επέκρινε δριμύτατα τον Μερτς, κατηγορώντας τον για παραβίαση μιας πάγιας αρχής της γερμανικής πολιτικής: τη διατήρηση ενός «τείχους προστασίας» ενάντια στα ακροδεξιά κόμματα και την άρνηση συνεργασίας με εξτρεμιστές.
Η πρωτοβουλία απέτυχε, καθώς το αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο απορρίφθηκε μετά από έντονη κοινοβουλευτική συζήτηση. Σχεδόν δώδεκα βουλευτές του CDU/CSU αρνήθηκαν να το στηρίξουν.
Η κίνηση αυτή προκάλεσε μαζικές διαμαρτυρίες σε όλη τη Γερμανία, με δεκάδες χιλιάδες πολίτες να κατεβαίνουν στους δρόμους, κατηγορώντας τον Μερτς ότι εξομαλύνει την ακροδεξιά πολιτική και παραβιάζει τη μεταπολεμική συναίνεση κατά της συνεργασίας με εξτρεμιστικά κόμματα.
Υπό το βάρος της κριτικής, ο Μερτς αναγκάστηκε να αλλάξει στάση, δηλώνοντας επανειλημμένα αυτή την εβδομάδα ότι οι Χριστιανοδημοκράτες δεν πρόκειται να συνεργαστούν ούτε να διαπραγματευτούν με το AfD μετά τις εκλογές.
Τόνισε, μάλιστα, τις θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ των δύο κομμάτων, επισημαίνοντας ότι, σε αντίθεση με τους Χριστιανοδημοκράτες, το AfD αντιτίθεται τόσο στην ένταξη της Γερμανίας στην ΕΕ όσο και στη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ.
Ο Μετς υποστηρίζει τους δεσμούς με ΗΠΑ και Ισραήλ
Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, ο Μερτς έχει υιοθετήσει μια ρεαλιστική προσέγγιση, δίνοντας έμφαση στους διατλαντικούς δεσμούς και τη στενή συνεργασία με τις ΗΠΑ.
«Αυτός ο δεσμός πέρα από τον Ατλαντικό έχει διατηρηθεί μέχρι στιγμής, ανεξάρτητα από το ποια διοίκηση βρίσκεται στον Λευκό Οίκο», δήλωσε πρόσφατα σε μια σημαντική ομιλία για την εξωτερική πολιτική στο Βερολίνο.
Αν και αναγνώρισε τις αυξανόμενες εντάσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ κατά την κυβέρνηση Τραμπ, υποστήριξε ότι «αυτή είναι επίσης μια ευκαιρία που θα μπορούσε να ενισχύσει την Ευρώπη».
Κάλεσε τα ευρωπαϊκά κράτη να διαμορφώσουν μια ενιαία στρατηγική και να προωθήσουν τα κοινά ευρωπαϊκά συμφέροντα στις διαπραγματεύσεις με τον Τραμπ.
Ο ηγέτης του CDU επέκρινε την αμφιλεγόμενη ομιλία του αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, όπου ο Βανς κατηγόρησε την Ευρώπη ότι εγκατέλειψε τις δημοκρατικές αξίες. Ωστόσο, ο Μερτς διατήρησε μετριοπαθή τόνο, αποφεύγοντας την όξυνση των σχέσεων ενόψει πιθανών συνομιλιών με τον Τραμπ.
Ως ηγέτης της αντιπολίτευσης, έχει επικρίνει επανειλημμένα τη συγκρατημένη πολιτική του Σολτς έναντι της Ουκρανίας τους τελευταίους μήνες. Πιέζει για την αποστολή προηγμένων όπλων, ιδιαίτερα πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς Taurus, ικανών να πλήξουν στόχους εντός ρωσικού εδάφους.
Ο Μερτς υποστηρίζει ότι η στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας θα ενδυναμώσει τη διαπραγματευτική της θέση σε πιθανές ειρηνευτικές συνομιλίες με τη Μόσχα.
Παράλληλα, έχει ταχθεί σθεναρά υπέρ του Ισραήλ, δηλώνοντας επανειλημμένα ότι η ασφάλειά του αποτελεί «λόγο ύπαρξης» για τη Γερμανία. Έχει δεσμευτεί για αυξημένη υποστήριξη σε περίπτωση εκλογικής νίκης των Χριστιανοδημοκρατών.
«Μια κυβέρνηση υπό την ηγεσία μου θα ενισχύσει τις σχέσεις μας με το Ισραήλ. Θα τερματίσω αμέσως το de facto εμπάργκο εξαγωγών της σημερινής κυβέρνησης», τόνισε στην πρόσφατη ομιλία του στο Βερολίνο.
Ο Μερτς επέκρινε επίσης την απόφαση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου να εκδώσει ένταλμα σύλληψης για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου.