Του Γιώργου Παυλόπουλου
Ο Ταγίπ Ερντογάν δείχνει αποφασισμένος να αποδείξει ότι κάθε άλλο παρά απομονωμένος είναι στην παρτίδα η οποία παίζεται στη γεωπολιτική σκακιέρα της περιοχής – και ταυτόχρονα ότι ο Φαγέζ αλ-Σάρατζ δεν είναι ο μοναδικός του σύμμαχος. Το επιχειρεί δε πότε με την επίδειξη στρατιωτικής ισχύος (όπως έχει κάνει στη Συρία, το Ιράκ και τη Λιβύη), πότε με την επιθετική, πολιτική και οικονομική, διπλωματία την οποία έχει υιοθετήσει ως τακτική και πότε με ένα συνδυασμό των δύο.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η τριήμερη περιοδεία την οποία πραγματοποίησε ο πρόεδρος της Τουρκίας σε τρεις χώρες της Αφρικής αυτή την εβδομάδα – κατά σειρά την Αλγερία, την Γκάμπια (για πρώτη φορά) και τη Σενεγάλη – ανεβάζοντας έτσι σε 28 τον αριθμό των χωρών της συγκεκριμένης ηπείρου τις οποίες έχει επισκεφθεί συνολικά, είτε ως πρωθυπουργός είτε ως πρόεδρος. Υπό το ίδιο πρίσμα πρέπει να ερμηνευθεί και η πρόσφατη παρουσία του στην Τυνησία, όπως και η αντίστοιχη της υπουργού Εμπορίου της Τουρκίας στις πρωτεύουσες του Μαρόκου και της Νιγηρίας πριν από 15 ημέρες.
Ένας «έρωτας» με παρελθόν
Η αλήθεια, βεβαίως, είναι πως το έντονο ενδιαφέρον της Άγκυρας για την Αφρική δεν είναι κάτι καινούριο, ούτε δύσκολα ερμηνεύσιμο. Άλλωστε, οι σχέσεις μεταξύ τους έχουν... ανέβει κατηγορία μετά την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας από το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και ειδικά μετά τον Ιανουάριο του 2008, όταν η Αφρικανική Ένωση ανακήρυξε την Τουρκία σε στρατηγικό της εταίρο.
Το αποτέλεσμα είναι, ανάμεσα στα άλλα, η αξία των διμερών εμπορικών συναλλαγών να ανέλθει πέρυσι σε 26 δισ. δολάρια, καταγράφοντας μια αύξηση της τάξης του 381% σε σύγκριση με το 2003, όπως σημείωσε και ο ίδιος ο Ερντογάν – ενώ όλα δείχνουν ότι θα αυξηθεί περαιτέρω ενόψει και του Οικονομικού και Επιχειρηματικού Φόρουμ Τουρκίας-Αφρικής που προγραμματίζεται για τον Οκτώβριο του 2020.
Παράλληλα, η Τουρκία έχει υπογράψει συμφωνίες για ζώνες ελεύθερου εμπορίου με 5 αφρικανικές χώρες, για προστασία των επενδύσεων με 30 και για την αποφυγή της διπλής φορολόγησης με 13. Επίσης, διαθέτει πλέον πρεσβείες σε 42 χώρες και επιτετραμμένους για την οικονομία και το εμπόριο σε 26 από αυτές, ενώ οι κρατικές αερογραμμές Turkish Airlines πραγματοποιούν απευθείας πτήσεις προς 38 προορισμούς στην Αφρική.
Η παραπάνω σχέση θα είχε, μάλιστα, αποκτήσει σαφώς πιο βαθιά και ουσιαστική διάσταση στην περίπτωση που δεν είχε «στραβώσει» η προσπάθεια του Ερντογάν να συγκροτήσει έναν «άξονα» με τον πιο ισχυρό «παίκτη», την Αίγυπτο. Υπενθυμίζεται ότι το φιλόδοξο σχέδιό του – που είχε τη δυναμική να αλλάξει ριζικά τις ισορροπίες – έδειχνε να παίρνει σάρκα και οστά το 2012, με την εκλογή του ισλαμιστή Μοχάμεντ Μόρσι στην προεδρία, κατέρρευσε όμως σαν χάρτινος πύργος περίπου ένα χρόνο αργότερα, όταν τον ανέτρεψε ο τότε αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και νυν πρόεδρος, Αμπντελφατάχ αλ-Σίσι.
Ακόμη κι έτσι, όμως, παρά το γεγονός ότι ο Ερντογάν αναγκάζεται να καταβάλλει πολλαπλές προσπάθειες για να καλύψει το κενό, ο αντικειμενικός του στόχος δεν αλλάζει, όπως αποδεικνύει και η σύνθεση της πολυπληθούς συνοδείας που τον συνόδευσε στην τελευταία περιοδεία, στην οποία συμμετείχαν οι υπουργοί Εξωτερικών, Άμυνας, Ενέργειας, Τεχνολογίας και Βιομηχανίας, ο επικεφαλής της ΜΙΤ και άλλοι κορυφαίοι αξιωματούχοι. Παράλληλα, σε ένα άλλο επίπεδο, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι εκτός από τη Λιβύη, η Τουρκία διαθέτει στρατιωτική παρουσία στην Σομαλία, ενώ βρίσκεται σε συζητήσεις με το Σουδάν για την ανακατασκευή και αναβάθμιση μιας ναυτικής βάση στη χώρα.
Ο Ερντογάν χρησιμοποιεί όλα τα όπλα
Προφανώς, για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, ο δρόμος του Ερντογάν δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Στην Τύνιδα, για παράδειγμα, όπου πραγματοποίησε ταξίδι-αστραπή στις 25 Δεκεμβρίου, δεν κατάφερε να αποσπάσει τη συμφωνία της εκεί πολιτικής ηγεσίας ούτε για την ανάμιξή του στις εξελίξεις στη Λιβύη ούτε για τα μνημόνια που είχε υπογράψει με τον αλ-Σάρατζ. Αλλά και στο Αλγέρι, αυτή την εβδομάδα, συνάντησε κλίμα άρνησης όσον αφορά στην αποστολή Τούρκων στρατιωτικών στη Λιβύη.
Η ερμηνεία γι' αυτό δεν έγκειται μόνο στις – δικαιολογημένες – επιφυλάξεις και τους φόβους που έχουν οι Αφρικανοί για τους πραγματικούς στόχους του Ερντογάν. Έχει να κάνει και με την ύπαρξη μιας ευθέως ανταγωνιστικής δύναμης με μεγάλη και παραδοσιακή ισχύ στην περιοχή. Δηλαδή της Γαλλίας, η οποία ποτέ δεν έπαψε να διατηρεί μεγάλη επιρροή ακόμη και μετά το τέλος της αποικιοκρατίας.
Ίσως αυτός είναι και ο λόγος που ο «σουλτάνος» επιχειρεί να ανακινήσει θέμα γενοκτονίας από τους Γάλλους στην Αφρική κατά την εκεί παρουσία τους ως κατακτητών ελπίζοντας πως θα καταστεί πιο αποδεκτός στους λαούς και τις ελίτ της «Μαύρης Ηπείρου» – επιχειρώντας ταυτόχρονα και ρελάνς για την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από το Παρίσι...
Αυτή η κόντρα θα συνεχιστεί και θα βαθύνει, προσθέτοντας ένα ακόμη κομμάτι στο περίπλοκο παζλ των εξελίξεων στην Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.