Πρόσφατη δημοσκόπηση της USA Today τοποθετεί τις θετικές γνώμες για το κυβερνητικό έργο του Προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν μόλις στο 39%, με το 71% να θεωρεί πως η χώρα βαδίζει προς τη λάθος κατεύθυνση. Πρόκειται για το χαμηλότερο ποσοστό που έχει λάβει κατά τη διάρκεια της θητείας του. Την ίδια στιγμή, η μέση τιμή στη χώρα για ένα γαλόνι (που ισοδυναμεί με κάτι λιγότερο από 4 λίτρα) βενζίνης βρίσκεται στα 4,96 δολάρια, ποσό που για τις ΗΠΑ είναι πρωτοφανές. Είναι σαφέστατο πως ανάμεσα σε αυτά τα νούμερα υπάρχει άμεση συσχέτιση αφού στις ΗΠΑ το ζήτημα των φθηνών καυσίμων ανέκαθεν κατείχε κεντρική θέση στο δημόσιο διάλογο.
Ανεξαρτήτως των ποικίλων παραγόντων που έχουν οδηγήσει σε αυτή την αύξηση, η οποία φυσικά αφορά όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο και όχι μόνο τις ΗΠΑ, ο Πρόεδρος και το Δημοκρατικό Κόμμα βρίσκονται σε μία εξαιρετικά δυσχερή πολιτική θέση, λίγους μήνες πριν τις ενδιάμεσες εκλογές. Πολλοί Αμερικανοί έχουν την αίσθηση πως για τον Λευκό Οίκο αυτή η αύξηση είναι- κατά κάποιο τρόπο- ένα αναγκαίο κακό, δευτερεύουσας σημασίας σε σχέση με την αναγκαιότητα μετάβασης στην πράσινη ενέργεια, ενώ στον Μπάιντεν αποδίδονται και ευθύνες για την γενικότερη ραγδαία άνοδο του πληθωρισμού λόγω των αυξημένων κρατικών δαπανών που προώθησε στο πλαίσιο των προγραμμάτων στήριξης και αναθέρμανσης της οικονομίας. Η Ρεπουμπλικανική αντιπολίτευση έχει φυσικά σπεύσει να εκμεταλλευθεί αυτό το κύμα δυσαρέσκειας.
Προσπαθώντας να βγει από την δύσκολη αυτή θέση, ο Πρόεδρος ζήτησε χθες από το Κογκρέσο να αναστείλει τον ομοσπονδιακό φόρο των 18 cents ανά γαλόνι για ένα τρίμηνο, προκειμένου να μειωθεί το κόστος των καυσίμων. Φυσικά, δεδομένου του ήδη πολύ χαμηλού επιπέδου του φόρου αυτού, ο οποίος- σε πλήρη αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα- δεν αντιπροσωπεύει παρά ένα ποσοστό γύρω στο 3% του συνολικού κόστους, κάτι τέτοιο δεν αναμένεται να βελτιώσει δραματικά την κατάσταση.
Πέραν αυτού όμως, η απόφαση τελικά εναπόκειται στο Κογκρέσο, όπου στη Γερουσία οι Ρεπουμπλικάνοι μπορούν εύκολα να την μπλοκάρουν ασκώντας το δικαίωμα της κωλυσιεργίας (filibustering) που για να προσπεραστεί απαιτεί αυξημένη πλειοψηφία, την οποία οι Δημοκρατικοί δεν διαθέτουν. Σε μία πρώτη ανάγνωση, αυτό καθιστά την αναγγελία του Τζο Μπάιντεν ουσιαστικά συμβολική αλλά εν όψει των εκλογών, υπάρχει και η αμιγώς πολιτική πτυχή της.
Οι Ρεπουμπλικάνοι είναι το κόμμα που παραδοσιακά τάσσεται υπέρ της όσο το δυνατόν μεγαλύτερης μείωσης των φόρων, οπότε θα είναι παράδοξο και πιθανόν δύσκολο πολιτικά για αυτούς να εμποδίσουν την αναστολή του ομοσπονδιακού φόρου επί των καυσίμων. Αν το κάνουν, τότε αυτό σίγουρα θα είναι ένα επικοινωνιακό όπλο για τους Δημοκρατικούς ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών αλλά με αμφίβολη απήχηση ενώ ταυτόχρονα ο Πρόεδρος θα φανεί αδύναμος. Αντιθέτως, αν συναινέσουν, όχι μόνο θα φανούν συνεπείς ιδεολογικά αλλά είναι σχεδόν απίθανο ο Πρόεδρος να ωφεληθεί ιδιαιτέρως από μία απόφαση που για τον μέσο Αμερικανό θα σημάνει ότι το κόστος για 10 γαλόνια βενζίνης θα μειωθεί από τα σχεδόν 50 δολάρια σε κάτι παραπάνω από 48 δολάρια.
Προκειμένου λοιπόν να αντιστρέψει το εξαιρετικά αρνητικό κλίμα, ο Λευκός Οίκος πρέπει να βρει έναν τρόπο αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης, με την ελπίδα η βελτίωση του οικονομικού κλίματος να οδηγήσει και σε πολιτική ανάκαμψη για μία Κυβέρνηση η οποία συχνά δίνει την εικόνα πως η ίδια ξεμένει από βενζίνη..
*Νικόλας Νικολαϊδης, Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών ΕΚΠΑ, Δικηγόρος