Το αντιιικό φάρμακο remdesivir δεν συνιστάται σε ασθενείς που εισάγονται στο νοσοκομείο με covid-19, ανεξάρτητα από το πόσο σοβαρά είναι, επειδή δεν υπάρχουν προς το παρόν ενδείξεις ότι βελτιώνει την επιβίωση ή την ανάγκη αερισμού, ανέφερε σήμερα στο BMJ η ομάδα ανάπτυξης κατευθυντήριων γραμμών του ΠΟΥ (GDG), που αποτελείται από διεθνείς εμπειρογνώμονες.
Η σύσταση, που περιλαμβάνεται πλέον στις κατευθυντήριες οδηγίες του ΠΟΥ για τη διαχείριση της νόσου, επισημαίνει ότι το φάρμακο, ενώ θεωρήθηκε ως δυνητικά αποτελεσματική θεραπεία για τη σοβαρή νόσηση από covid-19, ο ρόλος του στην κλινική πρακτική παρέμεινε αβέβαιος.
Η νέα σύσταση, βασίσθηκε σε ανασκόπηση νέων στοιχείων που συγκρίνει τα αποτελέσματα μεταξύ πολλών φαρμακευτικών αγωγών για το covid-19. Περιλαμβάνει δεδομένα από τέσσερις διεθνείς τυχαιοποιημένες δοκιμές στις οποίες συμμετείχαν περισσότεροι από 7.000 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν για covid-19.
Αφού εξέτασε διεξοδικά αυτά τα στοιχεία, η ομάδα εμπειρογνωμόνων του ΠΟΥ στην οποία μετείχαν και τέσσερις εμπειρογνώμονες που ασθένησαν από τη νόσο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το remdesivir δεν βελτιώνει τις πιθανότητες επιβίωσης των ασθενών και δεν έχει σημαντική επίδραση στη μείωση της θνησιμότητας ή σε άλλα σημαντικά αποτελέσματα για τους ασθενείς, όπως η ανάγκη για μηχανικό αερισμό (διασωλήνωση) ή για κλινική βελτίωση.
Η ομάδα διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία βάσει των διαθέσιμων δεδομένων που να δείχνουν βελτίωση σημαντική στα αποτελέσματα των ασθενών.
Ωστόσο, δεδομένης της υπολειπόμενης πιθανότητας σημαντικής βλάβης, καθώς και του σχετικά υψηλού κόστους και των επιπτώσεων των πόρων που σχετίζονται με το remdesivir (πρέπει να δοθεί ενδοφλεβίως), έκριναν ότι αυτή ήταν η κατάλληλη σύσταση.
Υποστηρίζουν όμως, τη συνεχιζόμενη εγγραφή σε κλινικές μελέτες του remdesivir, ειδικά για την παροχή μεγαλύτερης βεβαιότητας στοιχείων για συγκεκριμένες ομάδες ασθενών.