Με αντιαρματικά βλήματα απεμπλουτισμένου ουρανίου «συνδράμουν» οι Ηνωμένες Πολιτείες την Ουκρανία όπως ανακοίνωσε επίσημα ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, Άντονι Μπλίνκεν, με την κυβέρνηση Μπάιντεν να ακολουθεί τα βήματα της Βρετανίας που έστειλε πρώτη τα αμφιλεγόμενα πυρομαχικά στο Κίεβο για να ανακόψει ο στρατός του την πορεία των ρωσικών τεθωρακισμένων.
Τα βλήματα των 120 χιλιοστών θα χρησιμοποιηθούν ως πυρομαχικά από τα 31 άρματα μάχης M1A1 Abrams που οι ΗΠΑ πρόκειται να παραδώσουν στην Ουκρανία τους επόμενους μήνες.
Η ρωσική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον χαρακτήρισε την απόφαση «ένδειξη απανθρωπιάς», προσθέτοντας ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες αυταπατώνται αρνούμενες να αποδεχθούν την αποτυχία της λεγόμενης αντεπίθεσης του ουκρανικού στρατού».
Τον περασμένο Μάρτιο, όταν η Βρετανία ανακοίνωσε ότι θα προμηθεύσει με βλήματα απεμπλουτισμένου ουρανίου την Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, προειδοποίησε ότι η Μόσχα θα «απαντήσει αναλόγως», σχολιάζοντας ότι η Δύση άρχισε να χρησιμοποιεί όπλα με «πυρηνικό στοιχείο».
Τα ενισχυμένα βλήματα αυτού του τύπου, με την υψηλή διατρητική ικανότητα, αναπτύχθηκαν από τις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για την καταστροφή σοβιετικών αρμάτων μάχης, μεταξύ των οποίων και τα Τ-72 που η Ρωσία χρησιμοποιεί τώρα εναντίον της Ουκρανίας.
Το απεμπλουτισμένο ουράνιο είναι ένα υποπροϊόν της διαδικασίας παραγωγής του εμπλουτισμένου, άκρως ραδιενεργού, ουρανίου που χρησιμοποιείται ως καύσιμο στους πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και στα πυρηνικά όπλα. Αν και πολύ λιγότερο ισχυρό από το εμπλουτισμένο ουράνιο και ανίκανο να προκαλέσει έκρηξη λόγω ατομικής σχάσης, το απεμπλουτισμένο ουράνιο έχει υψηλό δείκτη σκληρότητας -πολύ πιο μεγάλο από τα μέταλλα που χρησιμοποιούνται στα συμβατικά βλήματα- μια ιδιότητα που το καθιστά ιδιαίτερα «ελκυστικό» για τη χρήση του σε βλήματα αντιαρματικού πολέμου, καθώς μπορεί και διαπερνά τη θωράκιση.
«Είναι τόσο πυκνό και έχει τόση ορμή που διαπερνά τη θωράκιση και τη θερμαίνει τόσο πολύ που πιάνει φωτιά» λέει στον Guardian o Έντουαρντ Γκάιστ, ειδικός σε θέματα πυρηνικής ενέργειας και ερευνητής στο αμερικανικό Ίδρυμα Rand.
Όταν ένα βλήμα απεμπλουτισμένου ουρανίου χτυπήσει τη θωράκιση ενός άρματος μάχης, τη διαπερνάει εν ριπή οφθαλμού πριν εκραγεί, δημιουργώντας ένα φλεγόμενο σύννεφο σκόνης και μετάλλων, ενώ οι υψηλές θερμοκρασίες ανατινάζουν τα καύσιμα και τα πυρομαχικά του άρματος.
Τα πυρομαχικά απεμπλουτισμένου ουρανίου συνιστούν ωστόσο κίνδυνο για την υγεία. Δεν θεωρούνται πυρηνικά όπλα και η εκπομπή ραδιενέργειας είναι σε χαμηλά επίπεδα. Ωστόσο, η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) καλεί όσους χειρίζονται τέτοια όπλα να περιορίζουν την εργασία τους στο ελάχιστο και να φορούν προστατευτική ενδυμασία.
Η ΙΑΕΑ επισημαίνει ότι το απεμπλουτισμένο ουράνιο είναι κυρίως μια τοξική χημική ουσία, σε αντίθεση με τον κίνδυνο ακτινοβολίας. Τα σωματίδια στα αερολύματα μπορούν να εισπνευστούν ή να καταποθούν, και ενώ τα περισσότερα θα αποβληθούν από το σώμα, ορισμένα μπορούν να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος και να προκαλέσουν νεφρική βλάβη. «Υψηλές συγκεντρώσεις στους νεφρούς μπορεί να προκαλέσουν βλάβη και, σε ακραίες περιπτώσεις, νεφρική ανεπάρκεια», αναφέρει.
Τα πυρομαχικά απεμπλουτισμένου ουρανίου, καθώς και οι ενισχυμένοι με απεμπλουτισμένο ουράνιο θώρακες αρμάτων, χρησιμοποιήθηκαν από τις ΗΠΑ στον Πόλεμο του Κόλπου το 1991 εναντίον των ιρακινών αρμάτων Τ-72 και ξανά στην εισβολή στο Ιράκ το 2003, καθώς και στη Σερβία και στο Κοσσυφοπέδιο.