Η πλέον προβεβλημένη, όσο και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα της Αριστεράς, πολιτικό τέκνο της Ανατολικής Γερμανίας, εξελίσσεται σε ρυθμιστικό παράγοντα της γερμανικής πολιτικής σκηνής, με την άνοδό της να καταδεικνύει τα αδιέξοδα των κυρίαρχων κομμάτων. Έχοντας υπογράψει χαρτιά «διαζυγίου» έπειτα από έναν ταραγμένο βίο την Linke, η Σάρα Βάγκενκνεχτ ήλθε με το «καλημέρα» να πετύχει διψήφια ποσοστά στις πρόσφατες κάλπες στη Θουριγγία και τη Σαξονία, και έπεται το Βρανδεμβούργο.
Οι εκλογές στα κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας σηματοδότησαν μία εντυπωσιακή πρεμιέρα για ένα κόμμα που ιδρύθηκε μόλις πριν από οκτώ μήνες και το οποίο έχει τις αναφορές του σε ένα ασυνήθιστο μείγμα αριστερών οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών, σε συνδυασμό με μια ρητορική, που είθισται να εκφράζεται από τη δεξιά, κατά της μετανάστευσης και του «πράσινου εξτρεμισμού».
Η Ζάρα Βάγκενκνεχτ αποχώρησε πέρυσι από την Linke, το κόμμα της Αριστεράς, διάδοχο του κομμουνιστικού κόμματος της πρώην Ανατολικής Γερμανίας και τον Ιανουάριο του 2024 ίδρυσε τη «Συμμαχία Σάρα Βάγκενκνεχτ» (BSW). Σε λιγότερο από έξι μήνες, απέσπασε στις ευρωεκλογές ποσοστό 6,17% και έξι έδρες στο Στρασβούργο, ενώ στις κρατιδιακές εκλογές στη Σαξονία και τη Θουριγγία, την 1η Σεπτεμβρίου, αναδείχθηκε τρίτη δύναμη, με ποσοστά 11,8% και 15,8% των ψήφων αντίστοιχα -πολύ πιο πάνω από τα τρία κόμματα της συγκυβέρνησης σε ομοσπονδιακό επίπεδο, τους Σοσιαλδημοκράτες του SPD, τους Φιλελεύθερους του FDP και τους Πράσινους.
Με τα αποτελέσματα αυτά το BSW αναδεικνύεται σε ρυθμιστικό παράγοντα για το σχηματισμό των κρατιδιακών κυβερνήσεων συνασπισμού, καθώς η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) βρίσκεται απομονωμένη από τα κυρίαρχα κόμματα σε μία «υγειονομική ζώνη», γνωστή ως «Brandmauer».
Η άνοδος της λαϊκιστικής πλατφόρμας της Βάγκενκνεχτ έρχεται σε εποχή που η πολιτική στη Γερμανία πολώνεται όλο και περισσότερο και οι ψηφοφόροι στα ανατολικά προτιμούν όλο και περισσότερο τα κόμματα που αμφισβητούν το status quo. Η εξέλιξη αυτή έχει προκαλέσει ταραχή και διλήμματα, ιδίως στη συντηρητική Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU), καθώς παλεύει με το δύσκολο έργο του σχηματισμού κυβέρνησης στα δύο κρατίδια.
Στη Θουριγγία, όπου η Αριστερά ηγείται κυβέρνησης μειοψηφίας από το 2019, θεωρητικά ο μόνος κυβερνητικός συνασπισμός που θα μπορούσε να έχει πλειοψηφία στο τοπικό Κοινοβούλιο χωρίς της συμμετοχή της AfD είναι εκείνος μεταξύ CDU, BSW και Linke. Το ζήτημα είναι ότι εκτός από την AfD, το CDU ως πάγια και κεντρική γραμμή αποκλείει κάθε συνεργασία και με ακροαριστερές δυνάμεις, ωστόσο σε τοπικό επίπεδο ίσως κινηθεί διαφορετικά, παρά τις αντιρρήσεις που εκφράζονται στο εσωτερικό του κόμματος.
Σημαντικά στελέχη του κόμματος, όπως ο Ρόντερικ Κιζεβέτερ και Ντένις Ράντκε, αντιτάσσονται σθεναρά στο ενδεχόμενο συμμαχίας με την BSW, επικαλούμενοι τις δηλώσεις της Σάρα Βάγκενκνεχτ στο παρελθόν και τη συμπάθειά της προς τη Ρωσία. Ο Κιζεβέτερ έφτασε στο σημείο να κατηγορήσει την πλατφόρμα BSW ότι λειτουργεί ως «προέκταση του Κρεμλίνου», ενώ ο Ράντκε προειδοποίησε ότι οι θέσεις της Βάγκενκνεχτ είναι ριζικά αντίθετες με τις βασικές αρχές της χριστιανοδημοκρατικής ιδεολογίας, όπως η ευθυγράμμιση της Γερμανίας με τη Δύση, η υποστήριξη της φιλελεύθερης Δημοκρατίας και η δέσμευση στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Υπάρχουν όμως και τομείς πολιτικής επικάλυψης μεταξύ του CDU και της BSW: Και τα δύο κόμματα υποστηρίζουν μια πιο παραδοσιακή προσέγγιση στην εκπαίδευση, αυστηρότερες πολιτικές απέλασης για τους αλλοδαπούς εγκληματίες και αντιτίθενται στην woke κουλτούρα.
Το επόμενο πεδίο αναμέτρησης της BSW είναι οι εκλογές στο κρατίδιο του Βρανδεμβούργου, στις 22 Σεπτεμβρίου, όπου οι Σοσιαλδημοκράτες συγκυβερνούν σήμερα με τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Πράσινους. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις το SPD φαίνεται να χάνει την πρωτιά και να ανταγωνίζεται για τη δεύτερη θέση με το CDU, με την AfD να προηγείται. Η BSW εκτιμάται ότι θα λάβει ένα ποσοστό γύρω στο 15% και από την τέταρτη θέση θα αναδειχθεί και εκεί σε ρυθμιστικό παράγοντα για το σχηματισμό κυβέρνησης χωρίς την Ακροδεξιά, ειδικά αν μείνουν σε χαμηλά ποσοστά οι Πράσινοι.
Η πλατφόρμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ, ένα προσωποπαγές κόμμα, αν και επισήμως με αναφορές στην Αριστερά, κινείται σε θολές γραμμές και σε αρκετά ζητήματα απευθύνεται σε ένα κοινό που θα μπορούσε να ψηφίζει και την AfD. Το κόμμα ασκεί δριμεία κριτική στην εξωτερική πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης, κινείται στο φάσμα του ευρωσκεπτικισμού, είναι ενάντια στο ΝΑΤΟ και απαιτεί να σταματήσουν οι πωλήσεις όπλων στο Ισραήλ. Θέλει να διακοπεί «εδώ και τώρα» η γερμανική στρατιωτική στήριξη προς την εμπόλεμη Ουκρανία, να αποκατασταθούν οι σχέσεις με τη Ρωσία, να αρθούν οι κυρώσεις εις βάρος της και να επανέλθει η φθηνή ρωσική ενέργεια.
Τα οικονομικά σχέδια είναι πασπαλισμένα με συνωμοτικές αναφορές στα ξένα μονοπώλια και δεν βρίσκει σύμφωνη την Ζάρα Βάγκενχκνεχτ η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια. Αν και σε θέματα όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού και η κοινωνική πρόνοια η BSW παίρνει αποστάσεις από την AfD, η λαϊκιστική, αντιμεταναστευτική ρητορική της νομιμοποιεί σε μεγάλο βαθμό τη στρατηγική της AfD, καθώς οι σκληρές θέσεις και των δύο πλευρών στο θέμα αυτό αλληλοεπικαλύπτονται σε πολλά σημεία.
Ερωτηθείσα από τη γερμανική εφημερίδα ΤΑΖ για το πολιτικό της προφίλ, η ίδια η Σάρα Βάγκενκνεχτ, απάντησε με έναν πολιτικό νεολογισμό που δύσκολα θα μπορούσε να οριστεί και σαφώς κινείται μακριά από τις ιδεολογικές καταβολές της Αριστεράς: «Πεφωτισμένος συντηρητισμός».
Συγκεκριμένα, δήλωσε η Βάγκενκνεχτ: «Πιστεύω ότι εκπροσωπούμε και ενσαρκώνουμε απλά αυτό που πολλά κόμματα δεν εκπροσωπούν πλέον, τον πεφωτισμένο συντηρητισμό με την έννοια της διατήρησης των παραδόσεων, της ασφάλειας, στους δρόμους και στους δημόσιους χώρους, αλλά και των θέσεων εργασίας, της υγειονομικής περίθαλψης και των συντάξεων. Η ανάγκη για ασφάλεια, ειρήνη και δικαιοσύνη έχει βρει μια νέα πολιτική στέγη σε εμάς».
Πολιτικό τέκνο της Ανατολικής Γερμανίας
Η Σάρα Βάγκενκνεχτ γεννήθηκε το 1969 στην Ανατολική Γερμανία. Ο πατέρας της ήταν Ιρανός που είχε έρθει στο Δυτικό Βερολίνο για σπουδές και η μητέρα της Γερμανίδα που εργαζόταν ως έμπορος τέχνης και ζούσε στην άλλη πλευρά του Τείχους, γεγονός που καθιστούσε αδύνατη την τακτική επαφή του ζευγαριού.
Όταν η Βάγκενκνεχτ ήταν μόλις τριών ετών, ο πατέρας της έφυγε για το Ιράν και δεν επέστρεψε ποτέ. Μεγάλωσε με τους παππούδες της σε ένα μικρό χωριό στη Θουριγγία, όπου τα άλλα παιδιά την πείραζαν για τα μαύρα μαλλιά και τα σκούρα μάτια της. Το 1989 και στην ηλικία των 19 ετών, λίγο πριν από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, εντάχθηκε στο Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Γερμανίας (SED) -το κομμουνιστικό κόμμα της τότε Ανατολικής Γερμανίας- από την επιθυμία της να βοηθήσει στην αποτροπή της κατάρρευσης του κράτους, εξαιτίας αυτών που θεωρούσε «αντεπαναστατικές δυνάμεις».
Σπούδασε νέα γερμανική λογοτεχνία και φιλοσοφία και έλαβε μεταπτυχιακό τίτλο με θέμα την ερμηνεία του Χέγκελ από τον Καρλ Μαρξ, ενώ συνέχισε με διδακτορική διατριβή για τις οικονομίες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών.
Μετά την πτώση του Τείχους και την επανένωση της Γερμανίας, εντάχθηκε στο διάδοχο Κόμμα του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού (PDS), όπου συμπαρατάχθηκε με την «παλαιά φρουρά» του κόμματος που ήταν φορέας των απόψεων της πρώην ηγεσίας της Ανατολικής Γερμανίας. Καθώς το κόμμα της προσπαθούσε να απομακρυνθεί από τις ανατολικογερμανικές ρίζες του, εκείνη συνέχισε να υπερασπίζεται το παλιό καθεστώς, διατηρώντας την αντίθεσή της στη Δύση, το ΝΑΤΟ και τον καπιταλισμό. «Καλύτερα η Ανατολική Γερμανία με το Τείχος παρά οι κοινωνικές συνθήκες που έχουμε σήμερα» είχε πει σε συνέντευξή της στη δημόσια τηλεόραση το 1996.
Οι σκληροπυρηνικές απόψεις της άρχισαν να αμβλύνονται όταν γνώρισε ένα εμβληματικό στέλεχος της γερμανικής Αριστεράς, τον Όσκαρ Λαφοντέν, με τον οποίο παντρεύτηκε αργότερα. Ο Λαφοντέν αποχώρησε από το SPD, έπειτα από έντονη διαφωνία με τον τότε καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ, ίδρυσε δικό του κόμμα, το οποίο το 2007 συγχωνεύθηκε με το PDS για να σχηματίσει τη Die Linke, με την Βάγκενκνεχτ να συμμετέχει στην εκτελεστική επιτροπή. Αφού ο Λαφοντέν αναγκάστηκε από το 2009 να περιορίσει την πολιτική του δράση για λόγους υγείας, η Βάγκενκνεχτ αναδείχθηκε σε μία από τις ηγετικές φωνές του κόμματος, συχνά αμφιλεγόμενη. Εν μέσω της προσφυγικής κρίσης του 2015, άσκησε δριμεία κριτική στην καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, επειδή επέτρεψε την είσοδο στη χώρα εκατοντάδων χιλιάδων αιτούντων άσυλο, ενώ σύντροφοί της στο κόμμα την επέκριναν τότε, υποστηρίζοντας ότι κανένας αληθινός αριστερός δεν θα μπορούσε να επιτεθεί στην Μέρκελ από τα δεξιά για το μεταναστευτικό.
Τα τελευταία χρόνια, η ιδεολογική σύγκρουση της τάσης που εκπροσωπούσε εντός της Die Linke κλιμακώθηκε και πολλά μέλη του κόμματος ζητούσαν τη διαγραφή της. Από το 2021 υπήρχαν φήμες ότι θα επέρχετο η διάσπαση στο κόμμα. Τελικά, αυτό συνέβη στις αρχές του 2024, όταν η ίδια και μία ομάδα μελών, μεταξύ των οποίων και δέκα βουλευτές, που την ακολούθησαν αποχώρησαν και ίδρυσαν τη BSW.
Στο μεταβαλλόμενο πολιτικό τοπίο της Γερμανίας, η άνοδος της Ζάρα Βάγκενκνεχτ καταδεικνύει την πολυπλοκότητα και τις αντιφάσεις που αντιμετωπίζουν τα κυρίαρχα κόμματα της χώρας.
Η πολιτική διαδρομή της Βάγκενκνεχτ από μια ιδιάζουσα μορφή της Αριστεράς σε κεντρικό παράγοντα του σημερινού πολιτικού λόγου αποκαλύπτει την ασταθή φύση της γερμανικής πολιτικής. Ο ρόλος της Βάγκενκνεχτ στους μελλοντικούς συνασπισμούς θα μπορούσε να διαμορφώσει σημαντικά την προσέγγιση της Γερμανίας τόσο στις εσωτερικές όσο και στις διεθνείς υποθέσεις, με πιθανές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στον πολιτικό προσανατολισμό της χώρας. Οι επόμενοι μήνες, έως τις εκλογές του 2025, θα είναι κρίσιμοι για να διαπιστωθεί αν η Βάγκενκνεχτ μπορεί να μεταφέρει τη δυναμική από τις πρόσφατες επιτυχίες σε ομοσπονδιακό επίπεδο, σε ένα πολιτικό περιβάλλον όπου οι κεντρικές κατεστημένες δυνάμεις του χάνουν έδαφος.