Ο αριθμός των Ουκρανών που περνούν σε χώρες της ΕΕ έχει επιστρέψει σε επίπεδα που ίσχυαν πριν από τη ρωσική εισβολή ενώ περισσότεροι άνθρωποι θα μετακινούνται προς τις χώρες αυτές και θα επιστρέφουν μέχρι την έναρξη του νέου σχολικού έτους, ανακοίνωσε σήμερα η επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων υπεύθυνη για τη μετανάστευση Ίλβα Γιόχανσον.
Από τον Φεβρουάριο που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, μια γειτονική χώρα τόσο της Ρωσίας προς ανατολάς όσο και χωρών της ΕΕ προς τα δυτικά, πάνω από έξι εκατομμύρια Ουκρανοί έχουν καταφύγει σε χώρες της Ένωσης, όπως ανακοίνωσε στο τέλος του Ιουνίου ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής Frontex. Σχεδόν 3,1 εκατομμύρια από αυτούς έχουν ήδη επιστρέψει στην πατρίδα τους, σύμφωνα με την ίδια πηγή.
"Σε ό,τι αφορά τις μεταναστευτικές ροές, η κατάσταση σήμερα είναι σταθερή. Οι μετακινήσεις ανάμεσα στην ΕΕ και στην Ουκρανία, οι αριθμοί είναι όπως πριν από τον πόλεμο, στο επίπεδο πριν από την πανδημία, επομένως έχουμε επιστρέψει σε έναν σχεδόν φυσιολογικό αριθμό ανθρώπων που πηγαίνουν στην ΕΕ από την Ουκρανία", είπε η ίδια στους δημοσιογράφους.
Αυτή τη στιγμή σχεδόν ο ίδιος αριθμός ανθρώπων εισέρχεται στην ΕΕ επιστρέφοντας από την Ουκρανία, είπε η Γιόχανσον προσερχόμενη στην Πράγα για το πρώτο Συμβούλιο Υπουργών Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ υπό την τσέχικη προεδρία. "Προβλέπω ότι πολλοί Ουκρανοί στην ΕΕ θα πάρουν μια απόφαση πριν ανοίξουν τα σχολεία πού να στείλουν τα παιδιά τους σχολείο, σε μια χώρα μέλος της ΕΕ ή πίσω στην Ουκρανία", εκτίμησε. "Νομίζω ότι τον επόμενο μήνα πολλοί άνθρωποι θα λάβουν μια απόφαση αν θα επιστρέψουν τώρα ή αν θα παραμείνουν και άλλο εδώ", κατέληξε η ίδια.
Όπως είπε η Γιόχανσον, η Δημοκρατία της Τσεχίας είναι η χώρα με τον υψηλότερο κατά κεφαλήν αριθμό Ουκρανών προσφύγων, ακολουθούμενη από την Πολωνία, την Εσθονία, τη Λιθουανία, τη Βουλγαρία και τη Λετονία. Κατά το Συμβούλιο στην Πράγα οι υπουργοί Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ θα συζητήσουν για τις επιπτώσεις ασφαλείας για το μπλοκ από τον πόλεμο στην Ουκρανία, μεταξύ των οποίων και σε σχέση με την διακίνηση όπλων, διακίνηση ανθρώπων και ναρκωτικών καθώς και για το ξέπλυμα χρήματος και την πλαστογραφία.