Τρεις φορές πρωθυπουργός, ιδιοκτήτης της Mediaset και πρώην πρόεδρος της Μίλαν, χρησιμοποίησε τη συνταγή της επιχειρηματικής του επιτυχίας για να πρωταγωνιστήσει στην πολιτική ζωή της Ιταλίας, σπέρνοντας τους σπόρους του ιταλικού λαϊκισμού.
Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, τρεις φορές πρωθυπουργός της Ιταλίας και ιδιοκτήτης της μιντιακής αυτοκρατορίας Mediaset, ήταν ο άνθρωπος που έφερε επανάσταση στις τηλεπικοινωνίες και ξεπέρασε πάμπολλες φορές αλώβητος εκατοντάδες σκάνδαλα. Πέθανε τη Δευτέρα στο νοσοκομείο Σαν Ραφαέλε του Μιλάνου από καρδιακές επιπλοκές.
Ο 86χρονος επιχειρηματίας με καταγωγή από το Μιλάνο είχε εισαχθεί αρκετές φορές στο νοσοκομείο το τελευταίο διάστημα. Την περασμένη Παρασκευή εισήχθη εκ νέου. Αυτή τη φορά, όμως, δεν κατάφερε να ξεπεράσει τη χρόνια λευχαιμία από την οποία έπασχε και να συντηρήσει τον μύθο που διέδιδε ο οικογενειακός του γιατρός περί «αθανασίας».
Ένας ακόμη από τους πολλούς μύθους που δημιούργησε ο αρχιτέκτονας της «λαϊκής Ιταλίας» του τέλους της δεκαετίας του '90 και των αρχών του αιώνα που διανύουμε.
Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος είχε πέντε παιδιά και ήταν παντρεμένος με την 33χρονη Μάρτα Φασίνα, ήταν αναμφίβολα η πιο επιδραστική προσωπικότητα του τελευταίου τέταρτου του αιώνα στην Ιταλία. Για να πετύχει, γνώριζε ότι έπρεπε να διευρύνει τον έλεγχο και την επίδρασή του στην επικοινωνία, στην ψυχαγωγία και στη διασκέδαση, στοχεύοντας στη μεγάλη και αναπτυσσόμενη μεσαία τάξη.
Κομμουνισμός ή ελευθερία
Ήταν ο επιχειρηματίας που έφερε την επανάσταση στην επικοινωνία και τον εκσυγχρονισμό - καλώς ή κακώς - της τηλεόρασης και ίδρυσε το πρώτο κόμμα-επιχείρηση που βασίστηκε περισσότερο στους νόμους της αγοράς παρά στις παλιές ιδεολογίες.
Εφηύρε το σύνθημα Κομμουνισμός ή ελευθερία και καθιέρωσε μια κουλτούρα «προώθησης» και κηνυγιού της επιτυχίας, πελατειακών σχέσεων και νεποτισμού, που επηρέασε τόσο βαθιά την Ιταλία, ώστε ο σκηνοθέτης, Πάολο Σορεντίνο, να την περιγράφει ως μία χώρα ανίκανη να αντισταθεί στον πειρασμό να τεθεί στην υπηρεσία του, κερδίζοντας κάποιο αντάλλαγμα. Είχε σχεδόν μία ολόκληρη χώρα στα πόδια του...
Ο Μπερλουσκόνι ανακάτεψε την πολιτική, τον αθλητισμό και τη διαφήμιση στο σέικερ, δημιουργώντας ένα κοκτέιλ το οποίο έδωσε τον τόνο και προετοίμασε πολιτικά το έδαφος για τόσα πολλά φαινόμενα που θα ακολουθούσαν σχεδόν δύο δεκαετίες αργότερα, όπως ο Τραμπισμός. Η κεντρική ιδέα ήταν πως κάποιος πλούσιος και αυτοδημιούργητος χρησιμοποιεί τη συνταγή της προσωπικής επιτυχίας του για δημόσιο όφελος. Ακόμα και αν επρόκειτο για ψέμα.
Το μακρύ κατηγορητήριο
Στην πορεία, του απαγγέλθηκαν πολλές φορές κατηγορίες σχετικές με πορνεία ανηλίκων και παράνομες υποκλοπές, για σχέσεις του με τη Μαφία, καθώς και για την προέλευση της περιουσίας του, η οποία φέρεται να συνδέεται με την Κόζα Νόστρα.
Διατυμπάνιζε τις φιλίες του με δικτάτορες, ενθάρρυνε τον τρανσεξουαλισμό που τον έκανε modus vivendi, έλεγε αστεία απαράδεκτα υπό το πρίσμα της σημερινής πολιτικής ορθότητας και διαστρέβλωνε το ιταλικό Σύνταγμα και τους νόμους όπως έκρινε σκόπιμο κάθε φορά.
Πολιτικός αποκλεισμός
Τελικά, όμως, καταδικάστηκε μόνο για φορολογική απάτη, ποινή που του κόστισε, καθώς προκάλεσε τον πολιτικό του αποκλεισμό και σηματοδότησε την αρχή της παρακμής του.
Όμως, μέχρι την τελευταία ημέρα της ζωής του, μη μπορώντας να υποδείξει διάδοχο σε ένα κόμμα καταδικασμένο να εκλείψει μαζί του, έπαιξε ρόλο σε πολιτικούς μετασχηματισμούς όπως η πρόσφατη ανάδειξη του Μάριο Ντράγκι στην προεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου της Ιταλίας.
Ο Μπερλουσκόνι, γόνος μεσοαστικής οικογένειας από το Μιλάνο, είχε πάντα τη σημαία του αυτοδημιούργητου επιχειρηματία: η μητέρα του ήταν νοικοκυρά και ο πατέρας του υπάλληλος στην Banca Rasini. Γρήγορος, συμπαθής και με τεράστιες ρητορικές και κοινωνικές ικανότητες κατάφερε να γίνει γνωστός ως τραγουδιστής σε κρουαζιερόπλοια τη δεκαετία του 1950 και ως επιδέξιος πωλητής στο κατ' οίκον εμπόριο (door to door). Και έτσι, χτυπώντας πόρτες στα σπίτια των Ιταλών και γνωρίζοντας τις φιλοδοξίες τους, έχτισε την αυτοκρατορία του στο μπετόν των μεγάλων αστικών συγκροτημάτων του Μιλάνου.
Σαγηνευτικός στην επικοινωνία, ο Μπερλουσκόνι απέκτησε αρκετά χρήματα ώστε να αγοράσει το πρώτο του οικόπεδο με δάνειο από τον ιδιοκτήτη της τράπεζας όπου εργαζόταν ο πατέρας του. Ωστόσο, η αβέβαιη προέλευση του μεγάλου ποσού που διέθεσε έχει αποτελέσει αντικείμενο πολυετών ερευνών από την Εισαγγελία κατά της Μαφίας που συνδέονται με τις αποδεδειγμένες σχέσεις του με μέλη της Κόζα Νόστρα (ο Βιτόριο Μανγκάνο, πολυισοβίτης της Μαφίας, φρόντιζε για χρόνια τα άλογα στην έπαυλή του στο Άρκορε).
Οι κορυφαίοι δικαστές κατά της Μαφίας στην Ιταλία, όπως ο Νίνο Ντι Ματέο, δεν αμφισβήτησαν ποτέ αυτή τη σχέση. «Ο Μπερλουσκόνι επιδοτούσε τη Μαφία για χρόνια», είχε δηλώσει σε πρόσφατη συνέντευξή του.
Λιγότερη ιδεολογία και περισσότερη άνεση
Το Milano Due, αυτό το οικιστικό όνειρο που έγινε πραγματικότητα στον δήμο Σεγκράτε (στα περίχωρα του Μιλάνου), έδωσε το έναυσμα για την ανάπτυξη των εταιρειών Edilnord και Edilnord 2 και την οικιστική ανάπτυξη που εξέφρασε με τούβλα την ιδεολογική βάση του πολιτικού του σχεδίου: την άνοδο μιας μεσαίας τάξης που διέφυγε από το μακροχρόνιο πολιτικό δίπολο της Χριστιανοδημοκρατίας (DC) και του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (PCI).
Εξέφρασε μια Ιταλία που ήθελε να ζει καλά, να κολυμπάει ελεύθερα και ταυτόχρονα να διατηρεί τη χριστιανική της ηθική και να συνεχίσει να αναπτύσσει σχέσεις με τις μεγάλες διεθνείς δυνάμεις. Λιγότερη ιδεολογία και περισσότερη άνεση. Η ίδρυση της Fininvest το 1978 επέτρεψε στον Μπερλουσκόνι να δημιουργήσει ελεύθερο πεδίο δράσης για την ανάπτυξη όλων των σχεδίων του.
Παράλληλα, άρχισε να συνδέει τις επιχειρηματικές περιπέτειές του με τον κλάδο των μέσων ενημέρωσης. Ένα χρόνο νωρίτερα είχε εξαγοράσει την Il Giornale, εφημερίδα που είχε ιδρύσει ο θρυλικός δημοσιογράφος Ίντρο Μοντανέλι, ο οποίος τότε αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες.
Αυτό το πέρασμα σε έναν κόσμο που του ήταν τότε εντελώς ξένος, την ώρα που η Ιταλία απελευθέρωνε την τηλεοπτική αγορά, ακολουθήθηκε από την εξαγορά του Telemilano, τοπικού καναλιού που τον βοήθησε να αρχίσει να συνθέτει ένα επίπονο παζλ βασισμένο στην εξαγορά μικρών σταθμών, το οποίο, χάρη στις κρατικές άδειες εκπομπής, θα κατέληγε τελικά στο Canale 5: την αιχμή του δόρατος της επέκτασης ενός πολιτικού και πολιτιστικού αφηγήματος που έφτασε να διαχυθεί μέχρι και την Ισπανία μέσω του Tele5.
Η κατάκτηση της εξουσίας
Αρχικά ο Μπερλουσκόνι χλευάστηκε. Όπως συνέβη με τα περισσότερα λαϊκιστικά φαινόμενα που θα ενέπνεε άθελά του χρόνια αργότερα, ο κόσμος του έμοιαζε με καρικατούρα. Και αυτό ήταν το λάθος των επικριτών του που του άφησαν ανοιχτή μία πολιτική λεωφόρο για να προχωρήσει.
Σιγά-σιγά δημιούργησε ένα εκπληκτικό δίκτυο μέσων ενημέρωσης (συμπεριλαμβανομένων εκδοτικών οίκων, όπως ο Mondadori, και μεγάλων εφημερίδων, όπως η Il Corriere della Sera για ένα διάστημα) που κανείς δεν ήταν τότε σε θέση να συσχετίσει με τις δραστηριότητές του. Η επανάσταση του Μπερλουσκόνι, η οποία είχε ξεκινήσει με γέλια στο παρασκήνιο των άλλων κομμάτων, σε αντίθεση με ό,τι τραγουδούσε ο ποιητής Γκιλ Σκοτ-Χέρον το 1974, επρόκειτο πράγματι να μεταδοθεί τηλεοπτικά.
Ένα μέσο που τον βοήθησε να κατακτήσει την εξουσία και να διατηρήσει την πολιτιστική ηγεμονία για 25 χρόνια. Μέχρι την τελευταία ημέρα καυχιόταν ότι ο σύζυγος της σημερινής πρωθυπουργού της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, δούλευε για αυτόν σε ένα από τα κανάλια του.
Η μαγνητική λάμψη του Μπερλουσκόνι, ο καθρέφτης στον οποίο χιλιάδες Ιταλοί κοίταζαν επί χρόνια για να δώσουν λευκή πολιτική επιταγή σε αυτόν τον πολιτικό γυρολόγο που είχε αναδυθεί από το πουθενά, προερχόταν από ένα άλλο μεγάλο όχημα που είναι ικανό να σαγηνεύσει τις μάζες.
Επιρροή μέσω του ποδοσφαίρου
Ο Μπερλουσκόνι επεδίωξε να αυξήσει την επιρροή του μέσω της «κοσμικής θρησκείας» της Ιταλίας, του ποδοσφαίρου, και αγόρασε τη Μίλαν το 1986. Ο σύλλογος αντιμετώπιζε δυσκολίες μετά από κάποιες επιτυχίες στο παρελθόν. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της θητείας του ως πρόεδρος - από το 1986 έως το 2017 - η Μίλαν κατάφερε να γίνει μία από τις καλύτερες ομάδες στην ιστορία του ιταλικού ποδοσφαίρου κατακτώντας πέντε ευρωπαϊκά κύπελλα και οκτώ πρωταθλήματα.
Και αυτή η γέφυρα μεταξύ των γηπέδων και της πολιτικής ήταν επίσης ένα από τα έργα που διαμορφώνουν την κληρονομιά του.
Ο Μπερλουσκόνι ήταν ήδη κορυφαίος επιχειρηματίας και ο άνθρωπος τον οποίο θαύμαζε μια γενιά Ιταλών που ξαφνικά έμπαινε στη σύγχρονη εποχή.
Όλες οι γνώσεις που είχε αποκτήσει μέχρι τότε στους τομείς της διαφήμισης, του αθλητισμού, των επιχειρήσεων και της επικοινωνίας ήταν πολύτιμες για να τις διοχετεύσει στο μεγάλο έργο του: εκείνο που θα τον έκανε διάσημο και, στην πραγματικότητα, θα ήταν απαραίτητο για να σώσει όλα όσα είχε χτίσει μέχρι τότε.
Το κόμμα που γεννήθηκε από ένα ποδοσφαιρικό σύνθημα
Το Forza Italia, πολιτικό κόμμα που γεννήθηκε το 1993 από ποδοσφαιρικό σύνθημα υπέρ της εθνικής ομάδας της Ιταλίας στελεχώθηκε από μία ετερόκλητη στρατιά υπαλλήλων της Fininvest, καιροσκόπων, ευφυών ανθρώπων, παλαιών εκφραστών της χριστιανοδημοκρατίας, καμπαρετζήδων και παρουσιαστών του Canale 5. Κέρδισε τις εκλογές τον αμέσως επόμενο χρόνο από την ίδρυσή του.
Ο Μπερλουσκόνι εξελέγη πρωθυπουργός άλλες τρεις φορές (τέσσερις, αν συνυπολογιστεί ο ανασχηματισμός του 2005) στα επόμενα 17 χρόνια. Έγινε ο άνθρωπος που θα καταλάμβανε το Palazzo Chigi για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, με 3.291 ημέρες, ξεπερνώντας κατά πολύ τον Τζούλιο Αντρεότι, την άλλη μορφή-κλειδί της σύγχρονης Ιταλίας.
Η επανάσταση που πραγματοποίησε η Forza Italia ήταν άνευ προηγουμένου. Το κόμμα του Μπερλουσκόνι δυναμίτισε την παλιά πολιτική και έσπειρε τον σιωπηλό σπόρο για όλα τα φαινόμενα που θα «άνθιζαν» χρόνια αργότερα: από τον Ματέο Ρέντσι στο Κίνημα των 5 Αστέρων, μέσω του Ματέο Σαλβίνι.
Είναι όλα τους νόθα παιδιά του δικού του τρόπου κατανόησης της εξουσίας. Η επιτυχία του πολιτικού του σχεδίου, ωστόσο, έφτασε στο τέλος της το 2011, μετά από μια μακρά ιστορία υπερβολών, αγένειας προς Ευρωπαίους ηγέτες όπως η Άνγκελα Μέρκελ και μια καταστροφική διαχείριση της ιταλικής οικονομίας - θεωρητικά το φόρτε του - που έστειλε το ασφάλιστρο κινδύνου στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών (574 μονάδες) και εξάντλησε την υπομονή της τρόικας κατά τη διάρκεια της κρίσης εκείνης της περιόδου.
Ο φίλος του Πούτιν
Ο Μπερλουσκόνι, ο οποίος εκείνη την περίοδο σφυρηλάτησε βαθιά φιλία με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, αναγκάστηκε να παραιτηθεί και, έκτοτε, το Forza Italia έχασε σταδιακά τη δυναμική του, καθώς περιορίστηκε σε πολιτικό εργαλείο για την προστασία επιχειρηματικών συμφερόντων. Σύντομα, πολλοί από τους κορυφαίους εκφραστές του λιποτάκτησαν.
Ο Μπερλουσκόνι αποκλείστηκε για φορολογική απάτη το 2012, καθώς του απαγορεύτηκε να θέσει υποψηφιότητα σε εκλογές μέχρι τον Ιανουάριο του 2019. Έμοιαζε με μοναδική ευκαιρία να αναδειχθεί ο διάδοχός του. Ωστόσο, το κόμμα ήταν δικό του και ούτε τότε έκανε στην άκρη.
Το κενό στην κεντροδεξιά
Το Forza Italia, θνησιγενής πλέον πολιτικός οργανισμός δεν έχει αντικατασταθεί ιδεολογικά από άλλο σχηματισμό του χώρου της κεντροδεξιάς. Η τελευταία μεγάλη πολιτική επιχείρηση, στο πλαίσιο του γνωστού πλέον μείγματος άσκησης πολιτικής και εξυπηρέτησης προσωπικών συμφερόντων, υπήρξε η στελέχωση της κυβέρνησης του Μάριο Ντράγκι.
Η κυβέρνηση του πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) κράτησε όσο τον βόλευε. Και μετά από σύντομο χρονικό διάστημα έδωσε το πράσινο φως για κοινοβουλευτικό πραξικόπημα της Δεξιάς που αποτελείωσε το νομοθετικό σώμα και άφησε το πεδίο ελεύθερο για τη θριαμβευτική πορεία της Τζόρτζια Μελόνι ως ηγέτιδας του νέου δεξιού συνασπισμού.
Με αυτό τον τρόπο, εμμέσως συνέβαλε στο να χτιστεί η πρώτη υπερδεξιά κυβέρνηση σε μεγάλη χώρα της ΕΕ.
Διαβάστε επίσης:
Δημοσία δαπάνη η κηδεία του Σίλβιο Μπερλουσκόνι - Η σορός του δεν θα τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα
Πούτιν και Όρμπαν, από τους πρώτους παγκόσμιους ηγέτες που «αποχαιρέτισαν» τον Μπερλουσκόνι
Σίλβιο Μπερλουσκόνι – Βλαντιμίρ Πούτιν: Ένα παράξενο «ζευγάρι» (pics)