Με τη Γερμανία να έχει εισέλθει σε προεκλογικούς ρυθμούς, το πολιτικό μέλλον του Όλαφ Σολτς βρίσκεται σε πρώτο πλάνο καθώς εντείνονται οι εσωκομματικές φωνές που θέλουν τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) να ριχτούν στη μάχη της 23ης Φεβρουαρίου με τον υπουργό Άμυνας Μπόρις Πιστόριους, τον πλέον δημοφιλή πολιτικό της Γερμανίας σε αντιδιαστολή με τον Σολτς που βρίσκεται ακριβώς στο άλλο άκρο.
Οι δημοσκοπήσεις κατατάσσουν εδώ και μήνες τον Μπόρις Πιστόριους στην κυρίαρχη θέση μεταξύ των 20 πιο επιφανών πολιτικών της Γερμανίας, με τον Όλαφ Σολτς να πέφτει εντός της εβδομάδας για πρώτη φορά στην τελευταία θέση της κατάταξης (από την προτελευταία) σε έρευνα του ινστιτούτου Insa, ενώ παράλληλα καταδεικνύεται ο λιγότερο δημοφιλής καγκελάριος της Γερμανίας στα χρονικά.
Με βάση την τρέχουσα δημοσκοπική εικόνα, ούτε ο Σολτς, ούτε ο Πιστόριους, έχουν πρακτικά πιθανότητες να βρεθούν στη γερμανική καγκελαρία τον Φεβρουάριο. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα βρίσκεται στην τρίτη θέση με ποσοστό περίπου 16%, ακριβώς πίσω από την εθνικολαϊκιστική Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Στην πρώτη θέση με ποσοστό 32% βρίσκεται σταθερά η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU), με τον ηγέτη της Φρίντριχ Μερτς σε τροχιά να αναλάβει τα ηνία της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας.
Το ποσοστό των Σοσιαλδημοκρατών είναι μειωμένο κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες συγκριτικά με τις εκλογές της 6ης Σεπτεμβρίου 2021, όταν το SPD πέτυχε μία ιστορική επάνοδο ως πρώτο σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμμα και ο Όλαφ Σολτς ανέλαβε το «πέρασμα» στη μετά Μέρκελ εποχή κρατώντας τα ηνία ενός ετερόκλητου τρικομματικού συνασπισμού, σχεδόν σε μόνιμη κρίση από την πρώτη ημέρα της ύπαρξής του.
Παρά την κάθε άλλο από ευοίωνη εικόνα, η δημοτικότητα Πιστόριους δίνει σε κομματικά στελέχη και υποστηρικτές του SPD την ελπίδα ότι θα μπορούσε εκείνος να κάνει τη διαφορά. Η πλειονότητα των Γερμανών προτιμά ως υποψήφιο καγκελάριο τον νυν υπουργό Άμυνας και συγκεκριμένα μεταξύ των ψηφοφόρων του SPD ποσοστό 58% επιλέγει τον Μπόρις Πιστόριους έναντι μόλις 30% που στηρίζει Σολτς, όπως προκύπτει από την τελευταία μέτρηση της εταιρείας Forsa.
Η επίσημη απόφαση της ηγεσίας του SPD σχετικά με την υποψηφιότητα του καγκελάριου Σολτς αναμένεται στα τέλη Νοεμβρίου, αλλά θα μπορούσε να επισπευστεί εάν κριθεί απαραίτητο για να τερματιστεί μία συζήτηση που θα μπορούσε να βλάψει περαιτέρω το κόμμα. Το κατά πόσο ο Όλαφ Σολτς είναι το κατάλληλο πρόσωπο για να οδηγήσει το κόμμα στις κάλπες φέρεται κατά δημοσιογραφικές πληροφορίες να βρέθηκε στο επίκεντρο προχθεσινής τηλεδιάσκεψης της ηγεσίας του SPD, αν και επισήμως ο εκπρόσωπος των Σοσιαλδημοκρατών αρνήθηκε τις αναφορές ότι επρόκειτο περί έκτακτης σύσκεψης λέγοντας ότι ήταν μία προγραμματισμένη συνομιλία για να συζητηθεί η προεκλογική εκστρατεία.
Η ηγεσία του κόμματος έχει μέχρι στιγμής στηρίξει σθεναρά την υποψηφιότητα Σολτς προτάσσοντας την πολιτική του εμπειρία, όμως η πραγματικότητα είναι πως πληθαίνουν οι δημόσιες πλέον τοποθετήσεις που ζητούν από τον καγκελάριο να αποσυρθεί της διεκδίκησης του χρίσματος α λα Μπάιντεν. Στην προκειμένη περίπτωση δεν τίθεται φυσικά ζήτημα ηλικίας και απόδοσης αλλά δημοφιλίας -και μπροστά της η Γερμανία έχει και μία Άκρα Δεξιά στο φάσμα του δεξιού εξτρεμισμού που τρέχει με φόρα προς τις κάλπες.
Ενώ ο Όλαφ Σολτς βρισκόταν στη Βραζιλία για τις εργασίες της Συνόδου Κορυφής της G20, δύο ομοσπονδιακοί βουλευτές από το πολυπληθέστερο κρατίδιο της Γερμανίας, τη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, έγιναν οι πιο εξέχοντες πολιτικοί του SPD που έχουν αμφισβητήσει την υποψηφιότητά του. Είχε προηγηθεί η κοινή δήλωση δύο βουλευτών του κρατιδίου του Αμβούργου, όπου ο Σολτς διατέλεσε δήμαρχος από το 2011 έως το 2018, και η οποία απηχεί το όλο κλίμα.
«Ο Σολτς έχει ασκήσει καλές πολιτικές τα τελευταία τρία χρόνια, αλλά δεν κατάφερε να κερδίσει τους ανθρώπους και να επικοινωνήσει ηγετικό προφίλ. Πιστεύουμε ότι η αρνητική εικόνα που έχουν οι πολίτες στη χώρα γι' αυτόν δεν μπορεί πλέον να αποκατασταθεί. Δυστυχώς, τα στελέχη όλων των κομμάτων τείνουν να μην θέλουν να δουν τέτοια σχετικά απλά δεδομένα», δήλωσαν οι Τιμ Στόμπεροκ και Μάρκους Σράιμπερ και εξέφρασαν δημόσια τη στήριξή τους στον Μπόρις Πιστόριους. Το ίδιο και ο δήμαρχος του Μονάχου Ντίτερ Ράιτερ. Και η λίστα διαρκώς μακραίνει.
Ο Όλαφ Σολτς ωστόσο επιμένει με το επιχείρημα ότι ήταν επίσης αδύναμη η εικόνα του SPD στις δημοσκοπήσεις το 2021 και τα μέλη του είχαν μόλις απορρίψει την υποψηφιότητα του ίδιου για την ηγεσία του κόμματος, αλλά παρόλα αυτά κέρδισε. Τον βοηθούσαν όμως τότε οι εσωτερικές διαμάχες στην ένωση Χριστιανοδημοκρατικών/Χριστιανοκοινωνιστών CDU/CSU, ενώ τα ποσοστά αποδοχής του δεν είχαν ακόμη αμαυρωθεί από τις συγκρούσεις στον αντιδημοφιλή συνασπισμό του «φωτεινού σηματοδότη» που έφτασε στην προδιαγεγραμμένη πρόωρη λήξη την 6η Νοεμβρίου.
Ο Μπόρις Πιστόριους, από πλευράς του, απαντά ότι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα έχει ήδη υποψήφιο, τον Όλαφ Σολτς, κάθε φορά που τον ρωτούν εάν εκείνος θα βγει μπροστά. Ανεξάρτητα από αυτό, ο Πιστόριους δεν έχει αποκλείσει πάντως ευθέως την υποβολή υποψηφιότητας. Κατά τους αναλυτές, ο Πιστόριους δείχνει να στρέφει περισσότερο το βλέμμα στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές του: μία υποψηφιότητα για την ηγεσία του SPD μετά από μια εκλογική ήττα και/ή και την παραμονή του σε καίριο υπουργικό πόστο σε έναν μεγάλο συνασπισμό υπό το CDU/CSU.
Η πιθανότερη εκλογική έκβαση είναι ένας νέος μεγάλος συνασπισμός CDU/CSU-Σοσιαλδημοκρατών που έχει δοκιμαστεί στην πράξη, ωστόσο με βάση την παρούσα δημοσκοπική εικόνα και τον κατακερματισμό του πολιτικού τοπίου, συντηρητικοί και Σοσιαλδημοκράτες μπορεί να χρειαστούν τρίτο εταίρο, γεγονός που θα μπορούσε να προδιαθέτει σε έναν νέο συνασπισμό εξίσου διχασμένο με τον προηγούμενο.
Αυτό διότι οι Πράσινοι με τον νυν αντικαγκελάριο Ρόμπερτ Χάμπεκ -που αυτή τη στιγμή συγκεντρώνουν ποσοστό 10%- έχουν γίνει αγαπημένος στόχος των συντηρητικών για τις πολιτικές τους σχετικά με τη μετανάστευση και το κλίμα, ενώ οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) θα ταίριαζαν καλύτερα με τους συντηρητικούς, αλλά όχι με το SPD για προφανείς λόγους. Οι Φιλελεύθεροι συγκεντρώνουν ποσοστό 4%, κάτω από το όριο εισόδου στη Βουλή, και μπορεί να μη βρίσκονται ούτως ή άλλως στο μετεκλογικό «κάδρο». Το SPD υπήρξε εταίρος κυβερνητικού συνασπισμού επί 21 χρόνια από το 1998, με εξαίρεση την περίοδο 2009-2013.
Μία πιθανή στροφή του SPD στον Μπόρις Πιστόριους δεν θα ερχόταν επίσης χωρίς κινδύνους. Ο κυριότερος είναι το σύντομο χρονικό διάστημα μέχρι τις εκλογές, γεγονός που καθιστά δύσκολο για τον Πιστόριους να αναπτύξει πολιτικές θέσεις πέραν του χαρτοφυλακίου του στον τομέα της Άμυνας, σημειώνουν οι αναλυτές της εταιρείας εκτίμησης πολιτικού κινδύνου Teneo. Έχοντας έρθει στο Βερολίνο από την περιφερειακή σκηνή των κρατιδίων, δεν διαθέτει επίσης ένα δίκτυο έμπειρου προσωπικού στα κεντρικά γραφεία του SPD, κάτι το οποίο είναι ζωτικής σημασίας για τη διεξαγωγή μίας αποτελεσματικής εκστρατείας.