Του Γιώργου Παυλόπουλου
Στον αέρα βρίσκεται, πριν καν ξεκινήσει επί της ουσίας, η προσπάθεια να δοθεί μια διπλωματική και ειρηνική λύση στην κρίση της Κορέας, μετά την απόφαση της Πιονγκγιάνγκ να μην συμμετάσχει στην επόμενη υψηλόβαθμη σύνοδο με αξιωματούχους της Σεούλ, η οποία συνοδεύτηκε και από την ευθεία απειλή ακύρωσης της συνάντησης ανάμεσα στον Κιμ Γιονγκ-ουν και τον Ντόναλντ Τραμπ, που έχει ανακοινωθεί ότι θα πραγματοποιηθεί στις 12 Ιουνίου, στη Σιγκαπούρη.
Ο λόγος που επικαλούνται οι Βορειοκορεάτες για την σκλήρυνση της στάσης τους είναι διπλός: Αφενός, την πραγματοποίηση νέων στρατιωτικών ασκήσεων ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις ΗΠΑ και Νότιας Κορέας και, αφετέρου, την απαίτηση της Ουάσινγκτον να υπάρξει μονομερής και άνευ όρων πλήρως αποπυρηνικοποίηση της Βόρειας Κορέας προκειμένου να αρθούν οι κυρώσεις και να επιτευχθεί οριστική συμφωνία. «Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούν να μας στριμώξουν σε μια γωνία για να μας αναγκάσουν να εγκαταλείψουμε μονομερώς τα πυρηνικά μας, τότε δεν θα έχουμε πλέον κανένα ενδιαφέρον για ένα τέτοιου είδους διάλογο και δεν θα έχουμε άλλη επιλογή από το να επανεξετάσουμε τη συμμετοχή μας στη σύνοδο με τις ΗΠΑ», δήλωσε χαρακτηριστικά ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Κιμ Κίε Γκβαν.
Από την πλευρά της, η Ουάσινγκτον σχολίασε ότι δεν γνωρίζει τίποτε περί ακύρωσης της συνάντησης Κιμ-Τραμπ, ενώ η Σεούλ περιορίστηκε να εκφράσει τη λύπη της. Επίσης, είναι γνωστό ότι τέτοιου είδους κινήσεις αποτελούν συνήθη πρακτική σε περιόδους πριν από κρίσιμες διαπραγματεύσεις, καθώς τα εμπλεκόμενα μέρη επιχειρούν να κερδίσουν προκαταβολικά πόντους και να εμφανιστούν ως δυναμικά και ανυποχώρητα (και για εσωτερική χρήση...).
Παρ'' όλα αυτά, η τελευταία εξέλιξη -η οποία σημειώθηκε ένα 24ωρο μετά την είδηση ότι η Πιονγκγιάνγκ είναι πρόθυμη να καταστρέψει το κέντρο όπου πραγματοποιεί τις πυρηνικές της δοκιμές- επιβεβαιώνει όσους προειδοποιούσαν εξαρχής ότι τα χαμόγελα, οι χειραψίες και οι θερμές δηλώσεις δεν οδηγούν αυτομάτως σε συμφωνία, όπως έχει αποδείξει και η εμπειρία του παρελθόντος. Αποδεικνύουν δε ότι δεν ισχύει η θεωρία ότι ο Τραμπ εφαρμόζει δύο μέτρα και δύο σταθμά στις περιπτώσεις του Ιράν και της Βόρειας Κορέας, καθώς οι απαιτήσεις που προβάλλει απέναντι και στις δύο χώρες είναι, επί της ουσίας, εξίσου σκληρές.
Δεν θα μπορούσε, άλλωστε, να είναι διαφορετικά, μιας και το διακύβευμα στην περιοχή είναι μεγάλο και, όπως έχουμε επανειλημμένως σημειώσει, δεν αφορά μόνο ή πρωτίστως τη Βόρεια και τη Νότια Κορέα, αλλά τις μελλοντικές σχέσεις ανάμεσα στη νυν και την ανερχόμενη υπερδύναμη, ΗΠΑ και Κίνα -με άμεσα ενδιαφερόμενες και τη Ρωσία και την Ιαπωνία.
Τελικά, βεβαίως, είναι πιθανό η συνάντηση Κιμ-Τραμπ να πραγματοποιηθεί και να συνοδευτεί από νέο γύρο αισιόδοξων διακηρύξεων και αναλύσεων. Ούτε τότε, όμως, θα έχει λυθεί τίποτα, μιας και ο δρόμος προς τη συμφωνία είναι μακρύς και δύσβατος -αν υποθέσουμε, φυσικά, ότι υπάρχει πραγματική βούληση για μια συμφωνία...
AP Photo/Ahn Young-joon