Οι Βρυξέλλες αλλάζουν την πολιτική δαπανών τους για να ανακατευθύνουν ενδεχομένως δεκάδες δισ. ευρώ στην άμυνα και την ασφάλεια, καθώς ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία και η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο ασκούν πίεση στην ΕΕ για να ενισχύσει τις επενδύσεις της, σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times.
Η αλλαγή πολιτικής θα αφορά περίπου το ένα τρίτο του κοινοτικού προϋπολογισμού της ΕΕ, ήτοι 392 δισ. ευρώ από το 2021 έως το 2027, χρήματα που αποσκοπούν στη μείωση της οικονομικής ανισότητας μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
Μόνο το 5% των πόρων από τα Ταμεία Συνοχής έχουν δαπανηθεί μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, τα κονδύλια αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αγορά αμυντικού εξοπλισμού ή την άμεση χρηματοδότηση των Ενώπλων Δυνάμεων, αλλά επιτρέπονται οι επενδύσεις στα λεγόμενα προϊόντα διπλής χρήσης, όπως τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones).
Σύμφωνα με αξιωματούχους της ΕΕ, που επικαλούνται οι FT, τα κράτη - μέλη θα ενημερωθούν τις επόμενες εβδομάδες ότι θα έχουν πλέον μεγαλύτερη ευελιξία, βάσει των κανόνων για τη διάθεση των κονδυλίων συνοχής, για τη στήριξη των αμυντικών τους βιομηχανιών και των έργων στρατιωτικής κινητικότητας, όπως η ενίσχυση δρόμων και γεφυρών για την ασφαλή διέλευση αρμάτων μάχης, σύμφωνα με αξιωματούχους της ΕΕ.
Αυτό θα περιλαμβάνει τη χορήγηση άδειας χρηματοδότησης για την ενίσχυση της παραγωγής όπλων και πυρομαχικών, αν και η απαγόρευση της χρήσης κονδυλίων της ΕΕ για την αγορά των εν λόγω όπλων θα παραμείνει.
Η αλλαγή θα εφαρμοστεί μέσω διευκρινίσεων προς τις χώρες της ΕΕ σχετικά με τον τρόπο χρήσης των κονδυλίων συνοχής και όχι μέσω αλλαγής των επίσημων κανόνων.
Εκπρόσωπος της Επιτροπής δήλωσε ότι «δεν υπάρχουν σχέδια» για να παρασχεθεί στις χώρες της ΕΕ «μεγαλύτερη ευελιξία», δεδομένου ότι «οι ισχύοντες κανόνες προβλέπουν ήδη μια τέτοια δυνατότητα». «Είμαστε πάντα έτοιμοι να εξηγήσουμε στα κράτη μέλη τι είναι και τι δεν είναι δυνατό, βάσει των υφιστάμενων κανόνων», πρόσθεσε.
Η Γερμανία είναι ο άξονας της ευρωπαϊκής στρατιωτικής κινητικότητας λόγω της θέσης της, αλλά οι υποδομές μεταφορών της βρίσκονται σε κακή κατάσταση. Το υπουργείο Οικονομίας του Βερολίνου εκτίμησε το 2022 ότι η χώρα πρέπει να δαπανήσει επειγόντως 165 δισ. ευρώ για δρόμους, σιδηροτροχιές και γέφυρες. Η Γερμανία πρόκειται να λάβει 39 δισ. ευρώ από τα ταμεία συνοχής έως το 2027.
Η κίνηση αυτή θα γίνει επίσης δεκτή με ικανοποίηση από τα κράτη στα ανατολικά σύνορα της ΕΕ, τα οποία έχουν αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ενώ ορισμένα υπέστησαν μείωση των ξένων επενδύσεων.
«Πρέπει να επενδύσουμε σε έργα στρατιωτικής κινητικότητας τα οποία είναι δαπανηρά... [και] σημαντικά όχι μόνο για μια χώρα, αλλά και για ολόκληρη την περιοχή», δήλωσε η υπουργός Οικονομικών της Λιθουανίας, Γκιντάρε Σκάιστε.
Ο Τραμπ προειδοποίησε τους συμμάχους του ΝΑΤΟ φέτος ότι ως πρόεδρος θα ενθάρρυνε τη Ρωσία να κάνει «ό,τι διάολο θέλει» εάν τα μέλη της συμμαχίας δεν εκπληρώσουν τους στόχο τους για τις αμυντικές δαπάνες.
Η Πολωνία έχει ασκήσει πιέσεις στην Επιτροπή να δαπανήσει περισσότερα για την άμυνα. Η Βαρσοβία δαπάνησε φέτος το 4,1% του ΑΕΠ της για τον στρατό, διπλάσιο του στόχου του ΝΑΤΟ, και σχεδιάζει να φτάσει το 4,7% το 2025.
Οι χώρες της ΕΕ έχουν δαπανήσει σχετικά λιγότερα από τα κονδύλια του Ταμείου Συνοχής, επειδή αντ' αυτού έδωσαν προτεραιότητα στη χρήση των κονδυλίων ανάκαμψης που διατέθηκαν στον απόηχο της πανδημίας Covid-19. Αυτά λήγουν το 2026.
Η στροφή στην πολιτική για την ενίσχυση των δαπανών που σχετίζονται με την άμυνα θα είναι επίσης ευπρόσδεκτη από διάφορες χώρες, όπως τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες και τη Σουηδία, οι οποίες θεωρούν τη χρήση των υφιστάμενων κονδυλίων προτιμότερη από την έκδοση κοινού χρέους ή την παροχή περισσότερης χρηματοδότησης από την ΕΕ.
Η μετατόπιση χρημάτων από άλλες προτεραιότητες, όπως τις «πράσινες» και ψηφιακές υποδομές, προς την αμυντική βιομηχανία θα απαιτούσε την έγκριση της Επιτροπής, δήλωσε ένας αξιωματούχος.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν ανάμεικτα συναισθήματα σχετικά με την ώθηση προς τις αμυντικές δαπάνες, ανησυχώντας ότι η στροφή αυτή θα μπορούσε να αποβεί εις βάρος της περιφερειακής ανάπτυξης και να συνεπάγεται συγκέντρωση της χρηματοδότησης μακριά από τις τοπικές αρχές.
Ταυτόχρονα, όμως, εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για τη στήριξη έργων που αποτυγχάνουν να προσελκύσουν ιδιωτικά κεφάλαια.
Η στροφή στην πολιτική αποτελεί προοίμιο για μια ισχυρότερη εστίαση στην άμυνα στον επόμενο προϋπολογισμό της ΕΕ που θα ξεκινήσει το 2028 και θα αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης από το επόμενο έτος. Μια πρόσφατη έκθεση του πρώην προέδρου της Φινλανδίας Σάουλι Νιινίστο για την Επιτροπή υποστήριζε την κράτηση του 20% αυτού του προϋπολογισμού για την άμυνα.
«Βρισκόμαστε υπό ισχυρότερη πίεση από άλλους, χρειαζόμαστε περισσότερη στρατιωτική παρουσία. Οι αμυντικές μας δαπάνες είναι υψηλές, ο επόμενος ευρωπαϊκός προϋπολογισμός θα πρέπει να το λάβει υπόψη του», δήλωσε στους FT ο υπουργός Οικονομικών του κράτους της Εσθονίας, Γιούργκεν Λίγκι.