To στοίχημα υψηλού ρίσκου που ανέλαβε ο Εμανουέλ Μακρόν διαλύοντας την Εθνοσυνέλευση και προκηρύσσοντας εκλογές, μετά την δεινή ήττα που υπέστη η φιλελεύθερη παράταξή του στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τη νίκη του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού (RN) της Μαρίν Λεπέν, τον οδηγεί σε μία εκλογική μάχη απέναντι σε δύο μέτωπα και με τρία μετεκλογικά σενάρια, που κανένα από τα οποία δεν τον ευνοούν.
Η «μητέρα όλων των μαχών» για τον Γάλλο πρόεδρο θα δοθεί στο μέτωπο της Δεξιάς, με τον Εθνικό Συναγερμό που κατήγαγε μεγάλη νίκη στις ευρωεκλογές με 31,4%, έναντι μόλις 14,6% του συνασπισμού που είχε τη στήριξη του Μακρόν, και δίνει δυναμική νίκης στη Άκρα Δεξιά στην κοινοβουλευτική κάλπη.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τον Εθνικό Συναγερμό να τερματίζει στις επερχόμενες πρόωρες βουλευτικές μακράν πρώτος, με ένα ποσοστό της τάξεως του 31-34%, ενώ στο δεύτερο μέτωπο ο Μακρόν αντιμετωπίζει την ενωμένη Αριστερά που συγκεντρώνει 22-28%. Ο συνασπισμός των κεντρώων κομμάτων του Γάλλου προέδρου και των συμμάχων του περιορίζεται στο 18-19%.
Μεταξύ της Άκρας Δεξιάς και της Αναγέννησης του Μακρόν, συνθλίβεται το γκωλικό κόμμα των Ρεπουμπλικανών (LR) -οι δημοσκοπήσεις του δίνουν 7-9%-, ο ηγέτης των οποίων Ερίκ Σιοτί έσπευσε να ζητήσει πολιτική συμμαχία με τον Εθνικό Συναγερμό, προκαλώντας τη μήνιν των στελεχών του κόμματος του, το πολιτικό γραφείο του οποίου τον καθαίρεσε.
Ο ηγέτης του Εθνικού Συναγερμού Ζορντάν Μπαρντελά επιβεβαίωσε ότι υπάρχει συμφωνία και ότι το κόμμα του θα υποστηρίξει «δεκάδες» υποψηφίους των Ρεπουμπλικανών. Ο Σιοτί προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο ακύρωσε την απόφαση καθαίρεσής του. Ο ίδιος, που εξελέγη αρχηγός του κόμματος τον Δεκέμβριο του 2022, θεωρούνταν ανέκαθεν πιο σκληροπυρηνικός από τους περισσότερους κορυφαίους Ρεπουμπλικανούς. Η Μαρίν Λεπέν έχει προτείνει στους γκωλικούς να συμμαχήσουν μαζί της ως «ένωση της Δεξιάς».
Στο δεύτερο μέτωπο, ο Μακρόν έχει να αντιμετωπίσει την ενωμένη Αριστερά η οποία στις 577 εκλογικές κατέρχεται με κοινούς υποψηφίους. Σε αυτήν συμμετέχουν πολιτικές δυνάμεις από όλο το φάσμα της Αριστεράς: Η Ανυπότακτη Γαλλία (LFI) του Ζαν-Λυκ Μελανσόν, το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS), το Κομμουνιστικό Κόμμα (PCF), οι Πράσινοι και άλλα μικρά κόμματα.
Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο είναι μία ετερόκλητη εκλογική συμμαχία από αριστερά κόμματα, τα οποία σε βασικά ζητήματα έχουν ελάχιστα σημεία επαφής. Η δημιουργία του ανακοινώθηκε με την προκήρυξη των εκλογών ως συνέχεια της Νέας Οικολογικής και Κοινωνικής Λαϊκής Ένωση (NUPES) του 2022 και ο τίτλος του «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» παραπέμπει στο ιστορικό «παλαιό» Λαϊκό Μέτωπο του Μεσοπολέμου.
Στην ίδια συμμαχία βρίσκονται δυνάμεις που απορρίπτουν τον καπιταλισμό και είναι ακραία ευρωσκεπιτκιστικές (όπως το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα) και από την άλλη μετέχουν οι «Σοσιαλιστές του χαβιαριού», όπως τους αποκαλούσαν επί χρόνια. Είναι απορίας άξιον πώς οι δυνάμεις αυτές θα μπορούσαν να προσφέρουν μαζί μία αξιόπιστη κυβερνητική πρόταση.
Ήδη το πρόγραμμα που παρουσίασαν δεν είναι κοστολογημένο και χαρακτηρίζεται εκτός πραγματικότητας της γαλλικής οικονομικής κατάστασης. Εξάλλου, σοβαρή διάσταση απόψεων υπάρχει στο Λαϊκό Μέτωπο της Αριστεράς εξαιτίας της άρνησης της Ανυπότακτης Γαλλίας να χαρακτηρίσει τη Χαμάς τρομοκρατική οργάνωση. Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών προκάλεσε αλλαγή συσχετισμών εντός της συμμαχίας, με το κέντρο βάρους να μετατοπίζεται από την Ανυπότακτη Γαλλία στους Σοσιαλδημοκράτες, ενώ οι Πράσινοι, από την άλλη, έχασαν σημαντικό μέρος της εκλογικής τους ισχύος.
Ανάμεσα σε αυτά τα δύο μέτωπα, η Αναγέννηση του Μακρόν, μέσα σε επτά χρόνια, πέρασε από την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση το 2017, στη σχετική πλειοψηφία το 2022 και οδεύει τώρα σε μια πιθανή μετακίνηση στην αντιπολίτευση.
Ο πρόεδρος Μακρόν φαίνεται να επενδύει στα δημοκρατικά αντανακλαστικά των κεντρώων και αριστερών κομμάτων μετά το σοκ που προκάλεσε σε μεγάλο μέρος της γαλλικής κοινωνίας η νίκη της Άκρας Δεξιάς, ώστε να δημιουργήσει συσπειρώσεις γύρω από τον ίδιο και να περιορίσει την πιθανότητα το κόμμα της Λεπέν να αποκτήσει απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση.
Μέρος αυτής της στρατηγικής είναι να απορροφήσει η Αναγέννηση δυνάμεις από τους -υπό διάλυση- Ρεπουμπλικανούς ή εναλλακτικά να εξετάσει τη δυνατότητα συμμαχίας μαζί τους σε τοπικό επίπεδο. Ο Στεφάν Σεζουρνέ, γενικός γραμματέας της Αναγέννησης, δήλωσε ότι το κόμμα του «δεν θα παρουσιάσει υποψήφιο απέναντι σε απερχόμενους βουλευτές» που ανήκουν στον χώρο των Ρεπουμπλικανών.
Σε αυτό το προεκλογικό σκηνικό, κι αν δεν υπάρξει μία αναπάντεχη με τα μέχρι στιγμής δεδομένα ισχυρή ισχυρή επίδοση του Κέντρου ή της Αριστεράς μπροστά στον κίνδυνο της Ακροδεξιάς, τα τρία πιο ρεαλιστικά μετεκλογικά σενάρια είναι:
- Αυτοδύναμη κυβέρνηση Εθνικού Συναγερμού: Αν το κόμμα της Μαρίν Λεπέν αποκτήσει την απόλυτη πλειοψηφία ή βρει βουλευτές που θα το στηρίξουν στον σχηματισμό κυβέρνησης, θα μπορεί να εφαρμόσει τις πολιτικές του. Ο Μακρόν θα μπορεί απλώς να καθυστερεί, όχι όμως να εμποδίζει, το κυβερνητικό έργο, στέλνοντας ψηφισμένους νόμους στο Συνταγματικό Δικαστήριο ή αρνούμενος να υπογράψει εκτελεστικά διατάγματα και παράλληλα θα επικρίνει την κυβέρνηση, πολλώ δε μάλλον που η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει δύσκολες αποφάσεις στην οικονομία.
Ο Εθνικός Συναγερμός δεν λαμβάνει την απόλυτη πλειοψηφία, αλλά διαθέτει ικανό αριθμό εδρών στην Εθνοσυνέλευση για να αναλάβει ο πρόεδρος του κόμματος, 28χρονος Ζορντάν Μπαρντελά, καθήκοντα πρωθυπουργού σε μία κυβέρνηση μειοψηφίας.
Σε αυτή την περίπτωση η δυνατότητα της κυβέρνησης να ψηφίζει νόμους στην Εθνοσυνέλευση θα περιοριζόταν σημαντικά λόγω έλλειψης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Η εταιρεία ανάλυσης πολιτικού κινδύνου Teneo σημειώνει ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα ο Μπαρντελά θα μπορούσε να θέτει σε εφαρμογή νόμους χωρίς ψηφοφορία, εκτός εάν εγκριθεί πρόταση δυσπιστίας και οδηγηθεί σε πτώση η κυβέρνησή του, κάτι που είναι πολύ πιθανό να κάνουν από κοινού τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Με αυτοδυναμία ή όχι του Εθνικού Συναγερμού, ο Μακρόν θα μπορεί να δώσει μάχη οπισθοφυλακών, ώστε να φθαρεί πολιτικά η Λεπέν έως τις προεδρικές εκλογές του 2027. Για τον Γάλλο πρόεδρο μία εκλογική ήττα σήμερα σε επίπεδο βουλευτικών εκλογών είναι προτιμητέα, προκειμένου να βρεθεί σε ευνοϊκότερο για τον ίδιο σημείο εκκίνησης στην κούρσα των προεδρικών έπειτα από τρία χρόνια. Δεν είναι μια στρατηγική, ωστόσο, που δεν θα μπορούσε να γυρίσει μπούμερανγκ.
- Το τρίτο σενάριο είναι η ακυβερνησία, εάν δηλαδή η κοινοβουλευτική αριθμητική δεν δίνει τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης σε καμία παράταξη. Σε αυτή την περίπτωση ο πρόεδρος Μακρόν πρέπει να επιλέξει ένα πρόσωπο με διακομματική υποστήριξη για να ηγηθεί της κυβέρνησης, κάτι που δεν θα είναι εύκολο. Επιπλέον, ο πρόεδρος δεν μπορεί να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση εντός του έτους που ακολουθεί τις εκλογές, γεγονός που μεταφράζεται σε παρατεταμένη περίοδο αστάθειας.