Τα F-35 Lightning II της Lockheed Martin είναι μια στρατηγική επιλογή της Ελληνικής Δημοκρατίας, η οποία αφορά στην ενίσχυση της άμυνας της χώρας. Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα της κατασκευαστικής εταιρείας, «είναι μια επιλογή που θα διατηρήσει την Ελλάδα ασφαλή».
Τα F-35 ανήκουν στην 5η τεχνολογική γενιά μαχητικών αεροσκαφών, είναι τεχνολογίας stealth και ήδη επικρατούν στους ευρωπαϊκούς αιθέρες. Χώρες όπως το Βέλγιο, η Τσεχία, το Ισραήλ, το Ηνωμένο Βασίλειο, για τα οποία εθνικά τους συμφέροντα ήδη πετούν F-35 πρώτης γενιάς από το 2011 όταν και άρχισε η πρώτη κατασκευή. Και αυτά πολλαπλασιάζονται, όπως αναφέρει η εταιρεία, καθώς μέχρι το 2030 θα δούμε περισσότερο από 550 πολεμικά αεροπλάνα στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Το πιο σημαντικό, ωστόσο, στοιχείο είναι πως τα F-35 συμπληρώνουν τα F-16.
Κρίσιμα σημεία τα οποία πρέπει να θυμόμαστε
Η παρουσία των F-35 στο οπλοστάσιο της Ελλάδας ενισχύει την αμυντική μας παρουσία. Καθιστούν τη χώρα μας ακόμα πιο σημαντικό στρατιωτικό σύμμαχο. Ωστόσο, με τα F-35 θα πρέπει να περιμένει κανείς να δει την Ελλάδα να συμμετέχει σε διεθνείς συνεργασίες και συμμετοχές εναντίον της τρομοκρατίας.
Όπως αναφέρει και η εταιρεία κατασκευής και είναι σημαντικό να το αναφέρουμε εδώ, ότι η αγορά των F-35 είναι πολλαπλασιαστής συνεργασιών, καθώς εισάγει την Ελλάδα σε ομάδες συμμετοχής και συνεργιών ασφάλειας.
Όλα αυτά θα έλεγε κανείς ότι γίνονται στο πλαίσιο της ενίσχυσης του νέου στρατηγικού πλάνου ασφαλείας, το οποίο δημιουργείται. Ήδη από το 2020, οπότε και κατέθεσε το σχετικό αίτημα (Letter of Request - LOR), η Ελλάδα επιθυμεί να αγοράσει 20 F-35 με το δικαίωμα να αγοράσει σε δεύτερο βαθμό άλλα 28.
Έκτοτε, μέχρι και σήμερα, αναμένονται εξελίξεις. Στο μεταξύ, η Ελλάδα επιμένει στην αγορά των Rafale και στον εκσυγχρονισμό των F-16. Υπήρχαν και υπάρχουν προοπτικές για την επιστολή αποδοχής (Letter of Acceptance - LOA) ακόμα. Δεν έχουμε λάβει ακόμα την επίσημη απάντηση της αμερικανικής κυβέρνησης για την πώληση F-35 στην Ελλάδα. Κι αυτό γιατί υπάρχουν εκκρεμείς εθνικές αμερικανικές διαδικασίες, νομικής και πολιτικής φύσης. Η πώληση των αεροπλάνων είναι μέρος του προγράμματος FMS (Foreign Military Sales).
Η επιστολή αποδοχής ήταν να σταλεί στην Αθήνα πριν από τις εκλογές της 21ης Μαΐου 2023, κάτι το οποίο δεν ολοκληρώθηκε τότε. Ωστόσο, τα γεγονότα τρέχουν. Και υπάρχουν ακόμα πιο ουσιαστικά γεγονότα τα οποία είναι και αποτελούν προκλήσεις για την Ελλάδα. Πηγές συγκριτικού κόστους μεταξύ των F-16 και F-35 δείχνουν πως το F-35 να είναι πιο ακριβό. Το F-16 να αρχίζει από 18 εκατ. δολάρια μέχρι και 70 εκατ. δολάρια ενώ το F-35 από 115,5 εκατ. δολάρια μέχρι 170 εκατ. δολάρια.
Ωστόσο, όσο καθυστερεί η τιμή ανά έτος κατασκευής δεδομένων των αναγκών και υλών ανασυντάσσεται. Ως παράδειγμα για το 2023, η αύξηση κατά 6,5% του κόστους παραγωγής, γεγονός που καθιστά το F-35 ένα ακριβό αεροπλάνο.
Από την άλλη, η κατασκευή των αεροπλάνων που άρχισε από το 2011, έχει ειδικά επιτεύγματα τεχνολογικά, το οποίο ωστόσο καθιστά αναγκαίο για τις ΗΠΑ να το πουλήσουν σε μεγάλο αριθμό, ώστε να δοκιμάσουν όλα τα δεδομένα του αεροπλάνου και σταδιακά να προχωρήσουν σε ενσωματώσεις νέας τεχνολογίας στα αεροπλάνα αυτά.
Οι γεωστρατηγικές προκλήσεις
Όλα αυτά γίνονται εν μέσω πολιτικών και στρατιωτικών εξελίξεων. Δεν είναι τυχαίο πως γίνονται αλλεπάλληλες επιθέσεις εναερίως στην Ερυθρά Θάλασσα, τη Γάζα ακόμα και της Τουρκίας στη Συρία, αλλά και σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή όπου υπάρχει συμμαχία της δύσης με τον ίδιο τρόπο που ορίζει το project airforce (PAF) το οποίο άρχισε το 1946 από τον Στρατηγό H. H. «Hap» Arnold, όπως αναφέρει η Rand.
Η Ελλάδα αγοράζει. Η Ελλάδα έχει ανάγκη γιατί ο στόχος και σκοπός είναι το ισοζύγιο σταθερότητας και η ανώτατη στρατιωτική εναέρια παρουσία της Ελλάδος που επιθυμεί η πολιτική ηγεσία να μπορεί να δείξει την ικανότητά της στην άμυνα αλλά και όπου αυτό κριθεί σημαντικό στη χρήση εναντίον στόχων που θα πρέπει να καθοριστούν.
Η Ελλάδα έχει συμφέρον να αναβαθμίσει το στρατιωτικό της οπλοστάσιο, σε εναέριο, θαλάσσιο και χερσαίο επίπεδο. Έχει συμφέρον επίσης να αρχίζει μια στρατιωτική βιομηχανία που να χαρακτηρίζεται από τεχνολογικά πρότυπα, δομές αλλά και στρατηγικό πλάνο εμπλοκής. Ώστε η Ελλάδα να αποκτήσει ξανά το κύρος και την ουσία των συμμαχιών που αναζητά. Καθώς και του ρόλου που αναζητά, περιφερειακά και διεθνώς.
Το F-35 θεωρείται από την κατασκευαστική εταιρεία πως έχει από την αντίθετη πλευρά του υψηλού κόστους, χαμηλό κόστος συντήρησης. Ενώ έχει και στρατιωτική σημασία στην εμβέλεια και το οπλοστάσιο που μπορεί να φέρει. Είναι στο σύνολο που θα πρέπει να δει κανείς τι αναζητά η Ελλάδα. Και ενώ η Ελλάδα αναζητά ρόλο, αναζητά επίσης ένα ρόλο με το μικρότερο ανθρώπινο κόστος. Και εδώ γιατί η πολιτική συζήτηση καλά κρατεί για το κατά πόσο η Ελλάδα πρέπει να έχει περισσότερη εμπλοκή.
Οι επιλογές, λοιπόν, είναι συγκεκριμένες: Υιοθετεί το επόμενο αμέσως βήμα, το οποίο είναι η τεχνολογική επάρκεια και τεχνολογική αναπτυξιακή πορεία για αυτοματισμό, UAV (Unmanned Aerial Vehicles) και USV (Unmanned Sea Vehicles), για να μειωθεί το πιθανό κόστος ανθρώπινης ζωής, αλλά και να συμμετέχει η Ελλάδα σε προγράμματα R&D και ταυτόχρονα να επηρεάσει θετικά την πορεία αναβάθμισης υποδομών, τεχνογνωσίας και συμμετοχής.
Από την άλλη, η επιλογή είναι η Ελλάδα να αναβαθμίσει το ρόλο της και μέσω συμμαχιών να επιζητήσει σημαντικές συμμαχίες που να αποδώσουν ανθρώπινο δυναμικό και στήριξη οικονομική, τεχνολογική και στρατιωτική: Ισραήλ, Ινδία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ως παράδειγμα.
Κριτική σκέψη περί της στρατηγικής σημασίας των F-35
Είναι πολλά που θα μπορούσε κανείς να πει υπέρ ή κατά της παραγγελίας των F-35. Ωστόσο, το θέμα δεν είναι νέο. Είναι μια συζήτηση που διεξάγεται από το 2018 κεκλεισμένων των θυρών. Το 2020 γίνεται αναφορά και το 2024 ακόμα αναζητούμε λύσεις.
Η Τουρκία σίγουρα δεν θα πάρει F-35 και είναι ακόμα ζήτημα αν θα μπορέσει να κάνει κάποια αγορά ή κάποια αναβάθμιση προς την τέταρτη γενιά εξοπλισμού. Ωστόσο, τα F-35 πρέπει να είναι στρατηγική επιλογή της Ελλάδος και όχι εναντίον κάποιας πολιτικής κατάστασης ή επιλογής έναντι της γείτονας χώρας που από τη μια χαρακτηρίζεται από την πολιτική της ερμηνεία και αστάθεια και από την άλλη εκτελεί στρατιωτικές επιχειρήσεις για να αναδείξει την ανάγκη να έχουμε την Τουρκία σύμμαχο (στα πλαίσια ΝΑΤΟ).
Δεν είναι τυχαίο πως αυξάνονται και πληθαίνουν οι φωνές εναντίον της Τουρκίας. Και των πράξεων της Τουρκίας σε πολλές περιπτώσεις πολιτικές και στρατιωτικές, σε καιρούς που προσπαθεί να αυξήσει τη σημαντικότητά της και να αναβαθμίσει το ρόλο της.
Αν θα μπορούσαμε να αποδώσουμε μια κριτική επιλογή όσον αφορά τα F-35, θα λέγαμε το εξής: είναι πολιτική επιλογή της Ελλάδας να είναι στα γκρουπ των δυνατών κρατών. Είναι επιλογή στρατηγική της Ελλάδος και πρέπει να αναβαθμίσει το ρόλο συνεργασιών σε στρατηγικές συμμαχίες. Το 2020 ήταν ξεκάθαρο που όδευαν αυτές οι πολυμερείς. Ακόμα δεν έχουμε πετύχει αντίστοιχο ρόλο στην πράξη.
Σε μια περίοδο στρατηγικής αλλαγής πλεύσης και επαναξιολόγησης ρόλων και σκοπών συμμαχιών. Είναι στρατηγική συνεπώς επιλογή της Ελλάδος να αναδείξει την ανάγκη να αγοράσει αντίστοιχο αεροπλάνο γιατί το θέλει. Γιατί μπορεί. Γιατί πρέπει. Και γιατί το έχουμε ανάγκη και το έχουν ανάγκη οι συνεταίροι μας. Αλλά με το F-35 ας ετοιμαστούμε να έχουμε εμπλοκή και σταδιακή αναβάθμιση ρόλου αλλά και σκοπού.
Είναι αναγκαίο, λοιπόν, το στρατηγικό μας βάθος και η συμμετοχή μας με εταίρους μας που να μας αναδείξουν ως αναγκαίο συστατικό επιτυχίας στην περιφερειακή και γιατί όχι παγκόσμια σκακιέρα ασφάλειας. Ακόμα και η Γερμανία έκανε συμφωνία στο νέο πλαίσιο στρατηγικής ασφάλειας της χώρας που επανέρχεται μετά από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ενδεικτικά, το πρώτο συμβόλαιο που υπεγράφη το Δεκέμβριο 2022 έφτανε τα 8,3 δισ. ευρώ.
* Ο Δρ. Μάριος Παναγιώτης Ευθυμιόπουλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Στρατηγικής και Ασφάλειας Πρόεδρος Τμήματος Ιστορίας, Πολιτικής και Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφος, Πρόεδρος του Strategy International (SI) Ltd