Ως ένα «στρατηγικό πρόβλημα δίχως στρατηγική λύση» έχει συνοψίσει ο βετεράνος Αμερικανός διπλωμάτης και ανώτερος συνεργάτης της δεξαμενής σκέψης Carnegie Endowment for International Peace, Άαρον Ντέιβιντ Μίλερ, το ζήτημα της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν και του δικτύου των εξτρεμιστικών οργανώσεων που οι σιίτες μουσουλμάνοι αγιατολάχ έχουν «σπείρει» στη Μέση Ανατολή και επί δεκαετίες χρηματοδοτούν και οπλίζουν.
Ο αποκαλούμενος «άξονας της αντίστασης», σήμα κατατεθέν και πυλώνας της εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας του Ιράν, εκτείνεται από την Υεμένη στην Αραβική Χερσόνησο μέσω του Ιράκ, της Συρίας και του Λιβάνου καταλήγοντας στη Λωρίδα της Γάζας. Εκεί όπου τώρα ο ισραηλινός στρατός χτυπά ανηλεώς για να καταστρέψει το τρομοκρατικό οικοδόμημα της Χαμάς.
Η Χαμάς και η Ισλαμική Τζιχάντ στα Παλαιστινιακή Εδάφη, η Χεζμπολάχ στον Λίβανο, πολιτοφυλακές σε Ιράκ και Συρία και οι Χούθι της Υεμένης εξυπηρετούν τα συμφέροντα του Ιράν χωρίς να ενεργούν πάντα αναγκαστικά κατ' εντολή της Ισλαμικής Δημοκρατίας, αλλά μάλλον δύσκολα κόντρα στη συναίνεσή της. Το Σώμα των Ιρανών Φρουρών της Επανάστασης και η επίλεκτη Δύναμη Αλ Κουντς παρέχουν όπλα, εκπαίδευση και οικονομική στήριξη στις οργανώσεις και τα πολιτικά τους «προσωπεία».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτήρισαν για πρώτη φορά το Ιράν κράτος-σπόνσορα της τρομοκρατίας επί προεδρίας Ρέιγκαν, το 1984. Δύο χρόνια νωρίτερα είχε γεννηθεί το «Κόμμα του Θεού», η Χεζμπολάχ. Είναι η ισχυρότερη όλων στον άξονα και σε αυτήν κυρίως ποντάρει το Ιράν. Στη Χεζμπολάχ, και στο εάν θα ανοίξει το βόρειο μέτωπο με το Ισραήλ, είναι στραμμένο σήμερα το βλέμμα όλων.
Η Χεζμπολάχ του Λιβάνου είναι η πρώτη από τις οργανώσεις «φύτεψε» τον Ιράν στη Μέση Ανατολή και αποτελεί τρόπον τινά το πρότυπο για τις υπόλοιπες που ακολούθησαν. Η θρησκευτική της βάση είναι το σιιτικό Ισλάμ, όπως και το καθεστώς των Ιρανών μουλάδων, και λειτουργεί ως κράτος εν κράτει στον Λίβανο. Συν τω χρόνω απέκτησε επιρροή σε μία ευρύτερη γεωγραφία από τα Παλαιστινιακά Εδάφη μέχρι τη Συρία και το Ιράκ, προσπαθώντας να εδραιώσει τη μόνιμη επιρροή του Ιράν στις χώρες αυτές μέσω παραστρατιωτικών-τρομοκρατικών οργανώσεων.
Το 2020, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εκτιμούσε ότι το Ιράν έδινε στη Χεζμπολάχ 700 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, ενώ σε 100 εκατομμύρια δολάρια υπολογιζόταν η ετήσια συνδρομή σε παλαιστινιακές οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένων της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ, σύμφωνα με την Άσλεϊ Λέιν, ερευνήτρια του αμερικανικού Woodrow Wilson Center.
Στη Συρία, τα μέλη της οικογένειας Άσαντ ανήκουν στο δόγμα των Αλαουιτών, παρακλάδι του σιιτικού Ισλάμ. Παρόλο που το συριακό καθεστώς είναι σε γενικές γραμμές κοσμικό και θρησκευτικά οι Αλαουίτες δεν ταυτίζονται με τον αυστηρό δογματισμό των Ιρανών αγιατολάχ, η συμμαχία του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ με το Ιράν αποδείχθηκε ιδιαίτερα χρήσιμη μετά το 2011, όταν ξέσπασε ο εμφύλιος. Ήταν η Τεχεράνη μαζί με τη Μόσχα που κράτησαν «όρθιο» τον Άσαντ.
Το Ιράν έστειλε στρατεύματα πολιτοφυλακής -φέρεται να ανέπτυξε έως και 80.000 άνδρες- για να ενισχύσει τις συριακές χερσαίες δυνάμεις, ενώ η Ρωσία παρείχε αεροπορική ισχύ. Παράλληλα, το Ιράν έχει οργανώσει στη Συρία δυνάμεις Χαζάρων του Αφγανιστάν, τους αποκαλούμενους Φατιμιγιούν, ο αριθμός των οποίων εκτιμάται στους 10.000 έως 12.000. Αντίστοιχα, το Ιράν στρατολόγησε και περίπου 2.000 μαχητές προερχόμενους από το Πακιστάν στην Ταξιαρχία Ζαϊναμπιγιούν.
Η Χεζμπολάχ έστειλε επίσης άνδρες από τον Λίβανο και ανέλαβε την κηδεμονία του καθεστώτος Άσαντ πολεμώντας κατά της συριακής αντιπολίτευσης. Στη Συρία η Χεζμπολάχ στοχεύει έμμεσα και την Τουρκία, καθώς εμπλέκεται σε πολεμικές συγκρούσεις κατά σουνιτικών τζιχαντιστικών ομάδων που στηρίζονται από την Άγκυρα, όπως εκείνες που έχουν καταφύγει στον θύλακα του Ιντλίμπ στη βορειοδυτική Συρία.
Το γεγονός ότι το όνομα του διοικητή της επίλεκτης δύναμης Αλ Κουντς των Φρουρών της Επανάστασης του Ιράν, Κασέμ Σολεϊμανί -ο οποίος δολοφονήθηκε από τους Αμερικανούς το 2020- αναγράφεται στις ρουκέτες που εκτοξεύει το καθεστώς εναντίον της αντιπολίτευσης στο Ινλίμπ, σαν να πρόκειται να εκδικηθεί τον θάνατό του, αποκαλύπτει πόσο αποτελεσματική και ισχυρή είναι η παρουσία του Ιράν στις τάξεις του καθεστώτος Άσαντ.
Προ ημερών, οι Ηνωμένες Πολιτείες κατηγόρησαν ομάδες υποστηριζόμενες από το Ιράν για τις επιθέσεις με ρουκέτες και μη επανδρωμένα αεροσκάφη κατά τις οποίες τραυματίστηκαν 19 Αμερικανοί στρατιώτες που εδρεύουν στο Ιράκ και τη Συρία. Τα στρατιωτικά αντίποινα από την πλευρά των Αμερικανών είχαν στόχο θέσεις των ίδιων των Φρουρών της Επανάστασης.
Εκτιμάται ότι κατά καιρούς έχουν συγκροτηθεί στη Συρία περισσότερες από είκοσι παραστρατιωτικές ομάδες, καθοδηγούμενες από το Ιράν, με 150.000 έως 200.000 μέλη.
Στο γειτονικό Ιράκ, η αμερικανική εισβολή το 2003 έδωσε στο Ιράν τη δυνατότητα να επεκτείνει την επιρροή του βαθιά στο εσωτερικό του πρώην εχθρού του, δημιουργώντας πιστές πολιτοφυλακές, αποκτώντας ευρεία πολιτική επιρροή και αποκομίζοντας οικονομικά οφέλη.
Το Ιράκ και το Ιράν είναι οι δύο μεγαλύτερες χώρες της Μέσης Ανατολής με σιιτική μουσουλμανική πλειοψηφία. Ειδικά στο Ιράκ οι σιίτες βγήκαν ενισχυμένοι από τον πόλεμο, προκαλώντας ανησυχία και εκνευρισμό στους θρησκευτικούς αντιπάλους τους, τους σουνίτες, οι οποίοι κυριαρχούν στις περισσότερες αραβικές χώρες. Η προσπάθεια να εκδιώξουν πρώτα τις αμερικανικές δυνάμεις και στη συνέχεια την τρομοκρατική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος επέτρεψε στο Ιράν να επεκτείνει την επιρροή του μέσω των συμμάχων του, κυρίως με χρήση ελεγχόμενων ένοπλων οργανώσεων.
Παράλληλα, η Χεζμπολάχ φέρεται να έχει ριζοσπαστικοποιήσει τη σιιτική νεολαία που οργανώθηκε σε ομάδες όπως η Χασντ αλ Σαάμπι, Κατάιμπ Χεζμπολαχ, Μπαντρ, Ασάιμπ Αχλ αλ Χακ, αρκετά μέλη των οποίων πολεμούν στο πλευρό του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία.
Στον Περσικό Κόλπο, οι μοναρχίες που κυβερνούν τη Σαουδική Αραβία και το Μπαχρέιν έχουν κατηγορήσει το Ιράν ότι επιχείρησε να αποσταθεροποιήσει το μικροσκοπικό νησιωτικό κράτος και να προκαλέσει την εξέγερση της σιιτικής μειονότητας που είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος της πλούσιας σε πετρέλαιο ανατολικής ακτής της Σαουδικής Αραβίας. Και στις δύο χώρες,η καταστολή ήταν άγρια.
Το Ιράν «πέτυχε», ωστόσο, στην Υεμένη, όπου το σιιτικό κίνημα των Χούθι, οπλισμένο από την Τεχεράνη, έφθασε να κυριαρχεί στη χώρα εν μέσω ενός καταστροφικού πολέμου που έφερε το Ιράν αντιμέτωπο με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Οι Χούθι έχουν ως πρότυπο τη Χεζμπολάχ και εκφράζουν τη στήριξή τους στη Χαμάς, έχοντας εκτοξεύσει κατόπιν της 7ης Οκτωβρίου πυραύλους κατά του Ισραήλ που αναχαιτίστηκαν πάνω από την Ερυθρά Θάλασσα.
Όσον αφορά στα Παλαιστινιακά Εδάφη, αιχμή του δόρατος στον σκιώδη πόλεμο του Ιράν με το Ισραήλ είναι η Χαμάς. Ο ανώτατος πνευματικός ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, και άλλοι ανώτεροι Ιρανοί αξιωματούχοι έχουν όλοι επικροτήσει τη Χαμάς για την τρομοκρατική επίθεση στο Ισραήλ, παρόλο που παραμένει ασαφές εάν έδωσε την εντολή. Αναλυτές των υπηρεσιών πληροφοριών στην Ουάσιγκτον και το Τελ Αβίβ εκτιμούν ότι η Τεχεράνη παρείχε τουλάχιστον τα μέσα, σημειώνουν οι New York Times.
Από το 1984 οι Ηνωμένες Πολιτείες και έξι πρόεδροί της προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν τα υποχείρια του Ιράν χωρίς στρατιωτική αντιπαράθεση. Έχουν επιβάλει κυρώσεις στο εκτεταμένο δίκτυο προσώπων και οργανώσεων του Ιράν στη Μέση Ανατολή για να περιορίσουν την περιφερειακή επιρροή του. Ωστόσο, οι κυρώσεις αυτές δεν έχουν ποτέ επιτύχει πλήρως, αναφέρεται στην πρόσφατη δημοσίευση της Άσλεϊ Λέιν του Woodrow Wilson Center.
Η αποφυγή ενός ανοιχτού πολέμου έχει αποτελέσει επί χρόνια στρατηγική επιλογή τόσο για το Ιράν, όσο και για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Για εκείνους που ίσως απλουστευτικά πουν «γιατί δεν βομβαρδίζουν οι ΗΠΑ το Ιράν», ο Μαξ Μπουτ παραθέτει σε άρθρο του στην Washington Post αυτό που του έχει πει πρώην ανώτατος αξιωματούχος των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών. «Κάθε πρόεδρος από τον Κάρτερ μέχρι τον Τραμπ και τον Μπάιντεν είχε την πρόθεση να αποφύγει τον συμβατικό πόλεμο με το Ιράν -όχι επειδή δεν θα κερδίζαμε, αλλά επειδή θα υπήρχαν δευτερογενείς επιπτώσεις που κανείς δεν θέλει και ίσως δεν είναι σε θέση να προβλέψει πλήρως».
Η κυριότερη από αυτές τις συνέπειες είναι η απειλή ότι το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν και οι «πληρεξούσιοί» του -κυρίως οι Χούθι στην Υεμένη- θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν νάρκες, πυραύλους, μη επανδρωμένα αεροσκάφη και σκάφη γεμάτα εκρηκτικά για να κλείσουν τα Στενά Μπαμπ ελ Μαντέμπ και τα Στενά του Ορμούζ, δύο από τις πιο σημαντικές από οικονομική άποψη θαλλάσιες οδούς στον κόσμο. Η διακοπή της ροής του εμπορίου μέσω αυτών των υδάτων θα μπορούσε να οδηγήσει σε παγκόσμια ενεργειακή κρίση και να βυθίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη στην ύφεση.
Το Ιράν διαθέτει επίσης ένα άλλο ισχυρό αποτρεπτικό μέσο. Η Χεζμπολάχ έχει 150.000 ρουκέτες ...ευγενική χορηγία των αγιατολάχ που στοχεύουν το Ισραήλ.