Παραπάνω από ένας μήνας εχθροπραξιών συμπληρώνεται στην Ουκρανία. Παρά τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, είτε στην Κωνσταντινούπολη είτε μέσω διαφόρων καναλιών επικοινωνίας, η σκληρή πραγματικότητα παραμένει πως οι ρωσικές στρατιωτικές επιχειρήσεις συνεχίζονται με ένταση, ενώ και η ανθρωπιστική καταστροφή συνεχίζεται σε γιγάντιες διαστάσεις.
Αν και οι ειρηνευτικές συνομιλίες Κιέβου - Μόσχας στην Κωνσταντινούπολη φανέρωσαν ένα κοινό σημείο επαφής ανάμεσα στις δύο πλευρές, οι ρωσικές πράξεις φαίνονται να διαψεύδουν τις προσδοκίες. Ενώ είχε διαφανεί η απόσυρση δυνάμεων πέριξ του Κιέβου, οι καταγγελίες για νέα χτυπήματα στο Τσερνίχιβ επιβεβαιώνουν την επιφυλακτικότητα, με την οποία υποδέχθηκαν τις ρωσικές διαβεβαιώσεις στη Δύση.
Το ανθρώπινο κόστος φαίνεται να περνάει σε δεύτερη μοίρα για το Κρεμλίνο. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες τόνισε πως οι άνθρωποι που έχουν εγκαταλείψει την Ουκρανία μετά από τη ρωσική εισβολή έχουν ξεπεράσει τα τέσσερα εκατομμύρια και ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί στο προσεχές μέλλον.
Παρά τη ρωσική επιθετικότητα που συνεχίζει να γίνεται εμφανής στη χώρα, το Κίεβο είναι ουσιαστικά αναγκασμένο να συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις, ώστε να αυξήσει την πίεση στη Μόσχα για την κατάπαυση του πυρός.
Στο Κρεμλίνο άλλωστε επικρατεί προβληματισμός για την πορεία των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία, όπως φανερώνεται από τις δηλώσεις αξιωματούχων.
Το αρχικό σχέδιο του αιφνιδιασμού του Κιέβου, με στόχο ενδεχομένως να καταρρεύσει η ουκρανική κυβέρνηση, έχει ναυαγήσει. Βέβαια, δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί η στρατιωτική υπεροπλία των ρωσικών δυνάμεων, την οποία επιδεικνύουν, κατ’ εξοχήν με τους βομβαρδισμούς στην Ουκρανία. Το ζήτημα ωστόσο είναι κατά πόσο αυτές έχουν πληγεί από την ουκρανική αντίσταση και τις τακτικές του ανταρτοπόλεμου.
Η Μόσχα κρατάει ως επτασφράγιστο μυστικό τον αριθμό των απωλειών της στην Ουκρανία. Οι εκτιμήσεις διαφέρουν, καθώς κυμαίνονται από το 25% έως 40% των ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων, που ανέρχονταν περίπου στις 200.000, να έχουν εξουδετερωθεί, είτε να έχουν χάσει την ικανότητα να πολεμούν.
Εξ’ αρχής, το Κρεμλίνο φάνηκε να είχε υποτιμήσει την ουκρανική αντίσταση, καθώς είχε αφήσει ανοικτή τη δίοδο ανεφοδιασμού του Κιέβου από τη Δύση. Θεωρητικά οπότε η Ουκρανία είχε τη δυνατότητα να συνεχίζει τον ανταρτοπόλεμο επ’ άπειρον, έχοντας εξασφαλίσει την αμέριστη υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών και των ευρωπαϊκών χωρών.
Το Κρεμλίνο, προσπαθεί να ανασυντάξει τις δυνάμεις του, χρησιμοποιώντας κάθε δυνατό μέσο, ενδεχομένως μειώνοντας τις επιχειρήσεις γύρω από το Κίεβο, όπου οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν ανακτήσει εδάφη. Οι ρωσικές μονάδες που έχουν υποστεί απώλειες έχουν αναγκαστεί να επιστρέψουν στη Λευκορωσία και τη Ρωσία για να αναδιοργανωθούν και να ανεφοδιαστούν, δυσχεραίνοντας τις επιχειρήσεις στην Ουκρανία.
Η Μόσχα βέβαια συνεχίζει να προσπαθεί να επιβάλει τετελεσμένα στην Ουκρανία, τόσο σε στρατηγικό όσο και σε τακτικό επίπεδο. Ουσιαστικά δηλαδή η Μόσχα κλείνει λογαριασμούς όλων αυτών των χρόνων, καταστρέφοντας υποδομές και εγκαταστάσεις για τις οποίες αντιδρούσε τα τελευταία χρόνια.
Την ίδια στιγμή προσπαθεί να επιβάλει τη νομιμοποίηση της προσάρτησης της Κριμαίας και την ανεξαρτητοποίηση των αποσχισθεισών περιοχών του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, ώστε να μην μπορούν να επιστρέψουν έπειτα στην ουκρανική επικράτεια. Χαρακτηριστικό είναι πως οι ρωσικές δυνάμεις βομβαρδίζουν τα αστικά κέντρα και τις περιοχές που χωρίζουν τις περιοχές των ρωσόφωνων αυτονομιστών στην ανατολική Ουκρανία, ώστε να αποκόψουν εντελώς τα πιθανά ερείσματα για τον ουκρανικό στρατό.
Το παράδειγμα της Νότιας Οσετίας, όπου η Ρωσία υποστήριξε για την ανεξαρτητοποίηση της απέναντι στη Γεωργία είναι σχετικά πρόσφατο. Έπειτα από τη defacto αυτονόμηση, τώρα οι αυτονομιστές της Νότιας Οσετίας θέλουν να ενταχθούν στη Ρωσία, σύμφωνα με δηλώσεις του επικεφαλής τους, ο οποίος προανήγγειλε δημοψήφισμα.
Ωστόσο, η Μόσχα φαίνεται αποφασισμένη να συνεχίσει τις πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία, παρά την πίεση διεθνώς. Ήδη, οι ηγέτες των δυτικών χωρών ετοιμάζονται να επιβάλουν νέες κυρώσεις απέναντι στο Κρεμλίνο, ενώ οι Ευρωπαίοι αρνήθηκαν το τελεσίγραφο της Μόσχας να πληρώνονται σε ρούβλια οι εισαγωγές των ενεργειακών πόρων.
Αν και την Τρίτη οι Ηνωμένες Πολιτείες τους κατηγόρησαν ευθέως στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για την παγκόσμια επισιτιστική κρίση και τον κίνδυνο λιμού που έχει προκληθεί, η Ρωσία έδωσε τη δική της απάντηση. Ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ πραγματοποίησε την πρώτη επίσκεψή του στην Κίνα μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ώστε να καταστήσει σαφές πως διατηρεί την εμπιστοσύνη του Πεκίνου.