Ένα από τα δύο πιο μεγάλα ερωτήματα για την εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών επί Ντόναλντ Τραμπ αφορά το ζήτημα της Ουκρανίας -το άλλο είναι η Μέση Ανατολή. Από την προεκλογική του εκστρατεία ακόμη, ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ δεσμευόταν να αλλάξει άρδην την πολιτική της Ουάσινγκτον στο Ουκρανικό και να τερματίσει τον πόλεμο, αφήνοντας να εννοηθεί ότι σκοπεύει να έρθει σε συμφωνία με τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει τον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, «έναν από τους καλύτερους πωλητές» που έχει δει ποτέ. «Κάθε φορά που έρχεται, του δίνουμε 100 δισεκατομμύρια δολάρια. Ποιος άλλος πήρε τόσα χρήματα στα χρονικά; Δεν υπήρξε άλλος. Και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θέλω να τον βοηθήσω, γιατί αισθάνομαι πολύ άσχημα για αυτούς τους ανθρώπους. Αλλά δεν έπρεπε ποτέ να αφήσει να ξεκινήσει αυτός ο πόλεμος. Αυτός ο πόλεμος είναι χαμένος» είπε στην εκπομπή podcast του Πάτρικ Μπετ Ντέιβιντ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε αφήσει να εννοηθεί και στο παρελθόν ότι η ευθύνη για την καταστροφή που προκάλεσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία βαρύνει τον Ζελένσκι και ότι θα έπρεπε να είχε συνάψει συμφωνία με τον Πούτιν για να αποφύγει την εισβολή. «Αυτές οι πόλεις χάθηκαν, χάθηκαν, και εμείς συνεχίζουμε να δίνουμε δισεκατομμύρια δολάρια σε έναν άνθρωπο που αρνήθηκε να κάνει μια συμφωνία» είχε επίσης δηλώσει ο Ντόναλντ Τραμπ σε συγκέντρωση τον περασμένο μήνα στο Μιντ Χιλ της Νέας Υόρκης.
Η προεκλογική δέσμευσή του να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία τον υποχρεώνει τώρα να επιλέξει μέχρι την ημέρα της ορκωμοσίας του, σε κάτι περισσότερο από δύο μήνες, μεταξύ των προτάσεων που επεξεργάζονται οι σύμβουλοί του -οι οποίοι και αναμένεται να αναλάβουν τις κορυφαίες θέσεις στους μηχανισμούς της αμερικανικής διπλωματίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες της Wall Street Journal, μία από τις προτάσεις που επεξεργάζονται τρεις συνεργάτες του στην ομάδα προετοιμασίας της μετάβασής του στην προεδρία, προβλέπει να κάνει η Ουκρανία εδαφικές παραχωρήσεις και να αποσύρει το αίτημά της για ένταξη στο ΝΑΤΟ επί τουλάχιστον δύο δεκαετίες, προκειμένου να «παγώσει» ο πόλεμος με τη Ρωσία. Σε αντάλλαγμα ο Τραμπ δεσμεύεται να συνεχίσει να προμηθεύει την Ουκρανία με όπλα για να αποτρέψει μια μελλοντική ρωσική επίθεση.
Σύμφωνα με αυτό το σχέδιο, κατά μήκος της γραμμής του μετώπου θα δημιουργηθεί μία αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη περίπου 1.200 χιλιομέτρων, χωρίς ωστόσο να είναι σαφές επί του παρόντος ποιος θα αναλάμβανε την ασφάλεια αυτής της ζώνης. Ένας από τους συμβούλους φέρεται να δήλωσε στην WSJ ότι η ειρηνευτική δύναμη δεν θα περιλαμβάνει αμερικανικά στρατεύματα. «Δεν στέλνουμε Αμερικανούς άνδρες και γυναίκες για να διατηρήσουν την ειρήνη στην Ουκρανία και δεν θα πληρώσουμε γι' αυτό. Βάλτε τους Πολωνούς, τους Γερμανούς, τους Βρετανούς και τους Γάλλους να το κάνουν» είπε.
Στη Μόσχα υπάρχει η ελπίδα ότι ο Τραμπ θα πιέσει τον Ζελένσκι, τον οποίο θεωρούν υποχείριο των ΗΠΑ, για μία ειρηνευτική συμφωνία που θα βρίσκεται κοντά σε αυτό που θέλει το Κρεμλίνο. Να διατηρήσει, δηλαδή, η Ρωσία τον έλεγχο των εδαφών που έχει καταλάβει -αναλογούν στο 20% της ουκρανικής επικράτειας- και εγγύηση ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.
Στο Βερολίνο από την άλλη -που η κυβερνητική κρίση ξέσπασε τη χειρότερη δυνατή στιγμή- το κλίμα είναι πολύ διαφορετικό. Εκεί κυρίαρχη είναι η άποψη ότι οποιαδήποτε παράδοση στη Ρωσία ουκρανικού εδάφους θα επέτρεπε στον Βλαντιμίρ Πούτιν να διεκδικήσει την επαναχάραξη των συνόρων της Ευρώπης με τη βία και να υποτάξει κυρίαρχο κράτος-μέλος του ΟΗΕ.
Ανησυχούν, επίσης, ότι χωρίς την αμερικανική αμυντική ομπρέλα η Γερμανία κινδυνεύει από τη ρωσική επιθετικότητα και η Ουκρανία είναι ένας κυματοθραύστης γι' αυτήν. Το αμερικανικό αμυντικό τείχος όμως κοστίζει και ο Τραμπ δηλώνει ότι δεν προτίθεται να πληρώνει άλλο. Το κόστος θα πρέπει να το αναλάβει η Ευρώπη, η οποία θα πρέπει επίσης να αποκτήσει την αμυντική αυτονομία που δεν έχει σήμερα.
«Η Γερμανία στέκεται σταθερά στο πλευρό της Ουκρανίας» δήλωσε την περασμένη Δευτέρα από το Κίεβο η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Αναλένα Μπέρμποκ. «Θα στηρίξουμε τους Ουκρανούς για όσο διάστημα μας χρειάζονται, ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν την πορεία τους προς μια δίκαιη ειρήνη» ήταν η δέσμευσή της.
Όμως, αυτό που χρειάζεται η Ουκρανία, από τον Φεβρουάριο του 2022, όποτε ξεκίνησε η ρωσική εισβολή, δεν είναι μόνο υποστήριξη «για όσο καιρό χρειαστεί» που και αυτή είναι αμφίβολη, αλλά υποστήριξη για να κερδίσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Αυτό έχει γίνει ακόμη πιο επιτακτικό τώρα που οι ευρωπαϊκές κοινωνίες δυσανασχετούν για τους οικονομικούς πόρους που διοχετεύονται για να χρηματοδοτείται ο πόλεμος στην Ουκρανία και ασκούνται πιέσεις στις κυβερνήσεις που καθιστούν την υποστήριξη χωρίς τέλος μη βιώσιμη.
Ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, είναι ο μόνος δυτικός ηγέτης που έχει προτείνει μέχρι στιγμής δημοσίως ισχυρές εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία, οι οποίες θα μπορούσαν να μετριάσουν τις ευρωπαϊκές ανησυχίες για την ασφάλεια. Οι αντιδράσεις στην πρότασή του, που έγινε τον Φεβρουάριο του 2024, για την ανάπτυξη ευρωπαϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία και την ενίσχυση της αεράμυνας και των δυνατοτήτων επίθεσης στα εδάφη της Ρωσίας, έδωσαν το έναυσμα για μια συζήτηση που αποκάλυψε τελικά το χάσμα μεταξύ των Ευρωπαίων για το τι είναι διατεθειμένοι να κάνουν έναντι ενός κινδύνου που τον χαρακτηρίζουν υπαρξιακό.
«Παρά τα μεγάλα λόγια περί στήριξης, οι κύριοι υποστηρικτές της Ουκρανίας επικεντρώνονται όλο και περισσότερο στο να θέσουν τις βάσεις για τις διαπραγματεύσεις του Κιέβου με τη Μόσχα» σχολιάζει η Ριμ Μομτάζ του think-tank Carnegie Endowment. Όμως, επισημαίνει, οι συμβιβασμοί που συζητούνται, αν γίνουν αποδεκτοί, αντί να εξασφαλίσουν βιώσιμη ασφάλεια στην Ευρώπη, θα ενθάρρυναν όχι μόνο τη Ρωσία, αλλά και την Κίνα, η οποία βρίσκεται επίσης ψηλά -αν όχι στην κορυφή- των προτεραιοτήτων της εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ.
Ο ίδιος ο Βλαντιμίρ Πούτιν δηλώνει ανοιχτός σε συζήτηση με τον Τραμπ για την Ουκρανία, με τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, να επισημαίνει σε κάθε περίπτωση πως οι στόχοι της Ρωσίας παραμένουν αμετάβλητοι και είναι πολύ πρόωρο να μιλά κανείς για οποιαδήποτε βελτίωση στις διμερείς σχέσεις.
Πάντως, τα κολακευτικά λόγια Πούτιν μετά την επανεκλογή Τραμπ αναμφίβολα θα ήχησαν σαν... μουσική στα αυτιά του τελευταίου, καθώς ο Ρώσος πρόεδρος δήλωσε εντυπωσιασμένος από το θάρρος που επέδειξε ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την απόπειρα δολοφονίας του, ενώ παράλληλα ανέφερε πως χρήζει προσοχής η επιθυμία που έχει εκφράσει για την αποκατάσταση των σχέσεων με τη Ρωσία και για να συνδράμει στον τερματισμό της «ουκρανικής κρίσης».
Το Κρεμλίνο κρατά τον πήχη χαμηλά μετά την εμπειρία της πρώτης θητείας Τραμπ, που ξεκίνησε με σαμπάνιες στη Δούμα το Νοέμβριο του 2016 για να ακολουθήσουν βαριές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, με τις διμερείς σχέσεις που είχαν αρχίσει να «παγώνουν» επί Ομπάμα, να επιδεινώνονται κατά την προεδρία Τραμπ και εν τέλει να καταρρέουν επί προεδρίας Τζο Μπάιντεν λόγω της εισβολής στην Ουκρανία.
Βλέπει όμως ευκαιρία για την οικοδόμηση σχέσεων με την επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ και θα την εκμεταλλευτεί για να «κλείσει» το Ουκρανικό με ευνοϊκούς όρους για τη Ρωσία, προσβλέποντας στη συνέχεια σε άρση των κυρώσεων.