Η ενδεχόμενη διεξαγωγή μιας νέας χερσαίας στρατιωτικής επιχειρήσεως της Τουρκίας, εναντίον της Συρίας, προς διεύρυνση της ζώνης ασφαλείας που έχει ήδη δημιουργήσει, αποτελεί ένα ερωτηματικό για πολιτικούς, αναλυτές και γενικότερα όσους ασχολούνται με την κατάσταση στη Μ. Ανατολή, όπως επίσης και οι επιπτώσεις που θα έχει αυτή στις εύθραυστες ισορροπίες της περιοχής.
Η βομβιστική ενέργεια σε κεντρική λεωφόρο της Κωνσταντινουπόλεως στις 13 Νοεμβρίου, η οποία είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο τουλάχιστον 6 και τον τραυματισμό άνω των 80 Τούρκων πολιτών, έχει ήδη δρομολογήσει εξελίξεις στην περιοχή, παρότι οι κουρδικές οργανώσεις έχουν αρνηθεί κάθε συμμετοχή σε αυτή.
Η Τουρκία εκτόξευσε αεροπορικές προσβολές εναντίον μεγάλου αριθμού στόχων των ΡΚΚ και YPG στο έδαφος του Ιράκ και της Συρίας αντίστοιχα, την Κυριακή.
Όπως ανακοίνωσε η Τουρκία, πυρά όλμων τα οποία εκτοξεύτηκαν από το YPG, από τη Β. Συρία, τη Δευτέρα 21 Νοέμβριου, προκάλεσαν το θάνατο 2 και τον τραυματισμό 6 πολιτών επί τουρκικού εδάφους. Η Τουρκία αντέδρασε με νέες αεροπορικές επιδρομές, ενώ ο πρόεδρος Ερντογάν ανακοίνωσε ότι σύντομα οι ανταρτικές ομάδες θα υποστούν επίθεση με άρματα και στρατιώτες, σηματοδοτώντας την έναρξη μιας πιθανής χερσαίας επιχειρήσεως εναντίον των κουρδικών παραστρατιωτικών δυνάμεων στη Συρία.
Η δημιουργία μια ζώνης ασφαλείας βάθους 20 μιλίων (32 χλμ) καθ΄ όλο το μήκος των τουρκοσυριακών συνόρων αποτελεί στρατηγικό στόχο της Τουρκίας. Όπως ισχυρίζεται, θα αποτρέψει αφενός τις «τρομοκρατικές» επιθέσεις εναντίον του τουρκικού εδάφους και των πολιτών της και αφετέρου τις προσφυγικές ροές προς την Τουρκία. Στην πραγματικότητα θα πραγματοποιήσει εθνοκάθαρση του κουρδικού στοιχείου από τη ζώνη αυτή, εγκαθιστώντας ένα περίπου εκατομμύριο Σύριους, κατά βάση διακείμενους φιλικά προς την Τουρκία, σε οικισμούς τους οποίους έχει αρχίσει να κατασκευάζει με τη συνδρομή και της διεθνούς κοινότητας.
Παράλληλα έχει ενσωματώσει τη διοικητική λειτουργία της συγκεκριμένης περιοχής σε αυτή του τουρκικού κράτους (δικαιοσύνη, αστυνομία, παιδεία, θρησκεία, νόμισμα, οικονομία κτλ). Με στρατιωτικές επιχειρήσεις, από το 2016 και εντεύθεν, με την έγκριση και ανοχή τόσο της Ρωσίας η οποία υποστηρίζει το καθεστώς Άσσαντ, αλλά και των ΗΠΑ οι οποίες είναι σύμμαχοι του YPG εναντίον του ISIS, έχει επιτύχει να δημιουργήσει αυτή τη ζώνη σε ευρεία έκταση και επιδιώκει διαρκώς να την ολοκληρώσει.
Από το Μάιο 2022, ο πρόεδρος Ερντογάν θέτει συνεχώς και μετ’ επιτάσεως το ζήτημα της ολοκληρώσεως της ζώνης ασφαλείας επί συριακού εδάφους, με την εκτόξευση χερσαίας επιχειρήσεως, αναζητώντας τις κατάλληλες συνθήκες. Ειδικότερα μετά το πέρας της Συνόδου Κορφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη δήλωσε «Δεν θα αναλάβουμε τη διεξαγωγή μιας επιχειρήσεως την οποία η διεθνής κοινότητα δεν κατανοεί. Διεξάγουμε επιχειρήσεις τις οποίες η διεθνής κοινότητα αντιλαμβάνεται. Η Τουρκία έχει σημαντική εμπειρία σε αυτό το ζήτημα.»
Η βομβιστική επίθεση στην Κωνσταντινούπολη αποτελεί ένα στοιχείο το οποίο «πιστοποιεί» ότι η Τουρκία είναι υπό «τρομοκρατική επίθεση», «ευαισθητοποιεί» τη διεθνή κοινή γνώμη, ώστε να δείξει την «ανάλογη» ανοχή. Η αντίδραση των ΗΠΑ και της Ρωσίας ήλθε μετά την δήλωση του Ερντογάν για πιθανή χερσαία επιχείρηση και ήταν χαμηλού προφίλ.
Το Στέϊτ Ντιπάρτμεντ, δήλωσε: «Προτρέπουμε σε αποκλιμάκωση στη Συρία, για την προστασία της ζωής των άμαχων και την υποστήριξη του κοινού στόχου της ήττας του ISIS. Συνεχίζουμε να αντιτιθέμεθα σε κάθε ασυντόνιστη στρατιωτική δράση στο Ιράκ, η οποία παραβιάζει την κυριαρχία του.» Είναι καταφανής η διαφορά ύφους μεταξύ Συρίας και Ιράκ, η οποία δύναται να ερμηνευθεί και ως κλείσιμο του ματιού προς την Τουρκία.
Ο Ρώσος ειδικός διαμεσολαβητής για τη Συρία Αλεξάντερ Λαυρέντιεφ, δήλωσε ότι η Ρωσία έχει ζητήσει από την Τουρκία να μην αναλάβει μιας ευρείας εκτάσεως χερσαία επιθετική επιχείρηση, η οποία δύναται να πυροδοτήσει κλιμάκωση της βίας. Δηλαδή η Ρωσία δεν θα ήταν αντίθετη σε μια περιορισμένη χερσαία επιχείρηση, όπως εκ της φύσεως της είναι αυτή της διευρύνσεως της ζώνης ασφαλείας.
Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία στην τρέχουσα περίοδο έχουν την ανάγκη να ικανοποιήσουν κάποιες απαιτήσεις της Τουρκίας σε αντιστάθμισμα προσφερομένων υπηρεσιών, παρά τις σημαντικές διαφορές που έχουν με την Τουρκία. Οι ΗΠΑ επιθυμούν σφόδρα, λόγω της εν εξελίξει Ρωσο-ουκρανικής συγκρούσεως, την ταχεία ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, στην οποία προβάλλει προσκόμματα η Τουρκία λόγω της υποστηρίξεως αυτών προς το ΡΚΚ και το YPG.
Σημειωτέον ότι οι ΗΠΑ χαρακτηρίζουν το ΡΚΚ ως τρομοκρατική οργάνωση, ενώ η Τουρκία θεωρεί ότι ΡΚΚ και YPG είναι ένα και το αυτό, κατηγορώντας τις ΗΠΑ για τη συνεργασία μαζί του. Από την άλλη πλευρά η Τουρκία προσφέρει στη Ρωσία πολύτιμη οικονομική διέξοδο στις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί σε αυτή από τη Δύση, ενώ δεν της δημιουργεί και κανένα πρόβλημα να αποδιοργανωθεί και να υποβαθμιστεί το YPG το οποίο είναι σύμμαχος των ΗΠΑ και δεδηλωμένος αντίπαλος του Άσσαντ, τον οποίο υποστηρίζει.
Επίσης, ΗΠΑ και Ρωσία επέτρεψαν στα τουρκικά αεροσκάφη να χρησιμοποιήσουν τον εναέριο χώρο τον οποίο αυτές ελέγχουν άνωθεν της Συρίας για να προσβάλλουν κουρδικούς στόχους. Παρότι οι τουρκικές αρχές δήλωσαν ότι οι προσβολές έγιναν από τον τουρκικό εναέριο χώρο, άνθρωποι κοντά στις αρχές αυτές επιβεβαίωσαν ότι έγινε χρησιμοποίηση του συριακού εναέριου χώρου και κάποιου είδους συντονισμός με τις αμερικανικές αλλά και ρωσικές δυνάμεις.
Πέραν αυτών η χρονική συγκυρία ευνοεί τον Τούρκο πρόεδρο, ενόψει των εκλογών του επόμενου έτους, ώστε να δείξει το προφίλ ενός στιβαρού ηγέτη, ο οποίος επιδιώκει και επιτυγχάνει τους εθνικούς στόχους, σε μια προεκλογική εκστρατεία η οποία έχει ήδη αρχίσει και ο βασικός της άξονας είναι η εθνικιστική ρητορική και δράση. Προς τούτο η Τουρκία έχει ανεβάσει και το επίπεδο ετοιμότητας των «συμμάχων» παραστρατιωτική δυνάμεων τις οποίες διαθέτει και ελέγχει στο συριακό έδαφος για διεξαγωγή επιχειρήσεων.
Συνεπώς, όλες οι προϋποθέσεις και συγκυρίες είναι ευνοϊκές για την Τουρκία προς ανάληψη μιας περιορισμένης εκτάσεως χερσαίας στρατιωτικής επιχειρήσεως, προς διεύρυνση της ζώνης ασφαλείας εντός του συριακού εδάφους, σε βάρος των κουρδικών δυνάμεων. Βεβαίως, η τελική απόφαση θα επηρεασθεί και από την ίδια την Τουρκία με βάση τον βαθμό κινδύνου της επιχειρήσεως τον οποίο δύναται να αναλάβει, αλλά και από τις πρόσθετες απαιτήσεις - παραχωρήσεις τις οποίες είναι δυνατόν να θέσουν ΗΠΑ και Ρωσία, ίσως και άλλοι παίκτες π.χ. Ιράν, Ισραήλ και είναι η ίδια διατεθειμένη να αποδεχθεί.
* Ο Κωνσταντίνος Γκίνης είναι Στρατηγός ε.α. - Επίτιμος Α/ΓΕΣ